Η οδήγηση είναι μια σύνθετη δραστηριότητα που απαιτεί συνεχή προσοχή, γρήγορη επεξεργασία πληροφοριών και άμεσες αντιδράσεις.
Τα μάτια του οδηγού παίζουν καθοριστικό ρόλο, καθώς σαρώνουν διαρκώς τον δρόμο, τα σήματα, τα άλλα οχήματα και τους πεζούς. Ωστόσο, μια νέα μελέτη υποδεικνύει ότι ακόμη και μια απλή συζήτηση καθώς οδηγούμε μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε και να αντιδρούμε στο οδικό περιβάλλον.
Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό PLOS ONE αποκαλύπτει ότι η ομιλία δεν επηρεάζει μόνο την προσοχή ή τη συνειδητή σκέψη, αλλά επιβραδύνει ακόμη και τις βασικές κινήσεις των ματιών, που είναι ένα κρίσιμο στοιχείο για την ασφαλή οδήγηση.
Το βλέμμα στην οδήγηση είναι πιο σημαντικό από όσο νομίζουμε. Σχεδόν το 90% των πληροφοριών που επεξεργαζόμαστε όταν οδηγούμε αποκτώνται οπτικά.
Σύμφωνα με την ομάδα ερευνητών του πανεπιστημίου Fujita Health University στην Ιαπωνία, με επικεφαλής τον Αναπληρωτή Καθηγητή Shintaro Uehara, οι συνομιλίες στο κινητό ή με συνεπιβάτες όσο οδηγούμε δημιουργούν γνωστικό φορτίο που επηρεάζει ακόμη και αυτά τα αρχικά στάδια της οπτικής επεξεργασίας. Ο εγκέφαλος μοιράζει την προσοχή του ανάμεσα στην οδήγηση και στη γλωσσική επεξεργασία με αποτέλεσμα οι κινήσεις των ματιών να γίνονται πιο αργές και λιγότερες. Με απλά λόγια, ο οδηγός κοιτάζει λιγότερα σημεία του δρόμου και αργεί περισσότερο να μεταφέρει το βλέμμα του από το ένα ερέθισμα στο άλλο.
Για να εξεταστεί πώς η ομιλία επηρεάζει το βλέμμα, 30 υγιείς ενήλικες συμμετείχαν σε ένα πείραμα όπου τους ζητήθηκε να κοιτάξουν όσο πιο γρήγορα και με όση περισσότερη ακρίβεια μπορούσαν έναν περιφερειακό στόχο που εμφανιζόταν σε μια από οκτώ διαφορετικές κατευθύνσεις. Οι δοκιμές έγιναν κάτω από τρεις συνθήκες. Στην πρώτη περίπτωση τους ζητήθηκαν τα παραπάνω ενώ οι εθελοντές απαντούσαν σε ερωτήσεις γενικών γνώσεων, στη δεύτερη ενώ άκουγαν ηχητικά αποσπάσματα από λογοτεχνικά κείμενα και στην τρίτη ενώ δεν έκαναν καμία επιπλέον δραστηριότητα.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ξεκάθαρα ότι όταν οι συμμετέχοντες μιλούσαν, υπήρχαν στατιστικά σημαντικές καθυστερήσεις σε τρία κύρια χρονικά στοιχεία της οφθαλμικής κίνησης: στον χρόνο αντίδρασης, δηλαδή στο πόσο αργά ξεκινούσε η κίνηση των ματιών μετά την εμφάνιση του στόχου, στον χρόνο κίνησης δηλαδή στο πόσο αργά έφτανε το βλέμμα στον στόχο και στον χρόνο σταθεροποίησης, δηλαδή στο πόσο αργά το βλέμμα «καθόταν» τελικά πάνω στον στόχο. Αντίθετα, όταν απλώς οι εθελοντές άκουγαν (χωρίς να χρειάζεται να απαντήσουν) ή δεν έκαναν καμία άλλη δραστηριότητα, δεν παρατηρούνταν τέτοιες καθυστερήσεις.
Στο εργαστήριο οι καθυστερήσεις μπορεί να φαίνονται μικρές, αλλά στον δρόμο όπου μερικά χιλιοστά του δευτερολέπτου μπορούν να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στην αποφυγή μιας πιθανής σύγκρουσης ή όχι αυτές οι υστερήσεις μπορούν να έχουν κρίσιμες συνέπειες.
Ακόμη και συνομιλίες με hands-free μπορεί να επιβαρύνουν το γνωστικό σύστημα τόσο ώστε να επηρεάσουν τα νευρωνικά κυκλώματα που καθορίζουν τις βασικές κινήσεις των ματιών.
Όπως εξηγούν οι ερευνητές, η διαδικασία αυτή επηρεάζει τα μάτια πριν καν η εικόνα γίνει αντιληπτή, πριν τη λήψη απόφασης και πριν από μια φυσική αντίδραση, κάτι που μπορεί να «υπονομεύει» την απόδοση της οδήγησης χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε άμεσα.
Ωστόσο, οι συγγραφείς σημειώνουν ότι τα ευρήματά τους δεν υπονοούν ότι η ομιλία είναι η μοναδική ή κυρίαρχη αιτία των επιβραδυνόμενων σωματικών αντιδράσεων πίσω από το τιμόνι. Η απόδοση στο τιμόνι επηρεάζεται από πολλαπλούς γνωστικούς και αντιληπτικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της τύφλωσης λόγω απροσεξίας, της διαιρεμένης προσοχής και της ευρύτερης παρεμβολής που συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος αναγκάζεται να διαχειριστεί δύο απαιτητικές εργασίες ταυτόχρονα.
Αυτό που υπογραμμίζει η μελέτη είναι ότι οι επιπτώσεις της συνομιλίας κατά την οδήγηση δεν περιορίζονται στην απλή απόσπαση προσοχής, οι συζητήσεις μπορούν να επηρεάσουν ακόμη και τις βασικές νευρολογικές διαδικασίες που απαιτούνται για ασφαλή οπτική παρατήρηση του δρόμου και ότι η κουβέντα υπονομεύσει αθόρυβα την οδηγική απόδοση με τρόπους που δεν είναι προφανείς στους ίδιους τους οδηγούς.
Η κατανόηση του πώς η ομιλία επηρεάζει τις κινήσεις των ματιών μας πίσω από το τιμόνι μας βοηθά να γίνουμε πιο συνειδητοποιημένοι οδηγοί. Η μείωση των περισπασμών και η πλήρης συγκέντρωση στην οδήγηση δεν είναι απλώς θέμα καλής πρακτικής, αλλά ουσιαστικός παράγοντας για την ασφάλεια όλων στον δρόμο.

























