Όταν η Carol Baker ισχυρίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ότι ένα άγνωστο παθογόνο σκότωνε νεογέννητα με ανησυχητικό ρυθμό, χλευάστηκε. Ποιος θα άκουγε άλλωστε μια ειδικευόμενη παιδίατρο –και μία από τις 2 γυναίκες ανάμεσα σε 84 άνδρες συναδέλφους της– στην Ιατρική Σχολή Baylor των ΗΠΑ;
Εκτός αυτού, το βακτήριο που αναγνώρισε, ο στρεπτόκοκκος ομάδας Β (GBS), δεν ήταν γνωστό ως ανθρώπινο παθογόνο, καθώς προκαλούσε μολύνσεις μόνο στις αγελάδες. Πώς θα μπορούσε να σκοτώνει μωρά;
«Οι μικροβιολόγοι που γνώριζαν περισσότερα είπαν ότι ήμουν τρελή», θυμάται.
Ακόμα πιο παράλογη, είπαν οι συνάδελφοί της, ήταν η πρότασή της το 1976 να εμβολιάζονται οι εγκυμονούσες κατά του Β’ Αιμολυτικού συνδρόμου (GBS) προς το τέλος της εγκυμοσύνης για να σώσουν τα νεογέννητα από τη θανατηφόρα ασθένεια.
Σήμερα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το σύνδρομο GBS αποτελεί κύρια αιτία ασθένειας και θανάτου βρεφών ηλικίας έως 3 μηνών. Παγκοσμίως, αρρωσταίνει περίπου 400.000 μωρά σε ετήσια βάση και σκοτώνει τουλάχιστον 91.000, κυρίως από σήψη και μηνιγγίτιδα. Όσα επιβιώνουν μερικές φορές υποφέρουν από νευροαναπτυξιακές διαταραχές σε όλη τους τη ζωή. Ο GBS ενοχοποιείται επίσης για δεκάδες χιλιάδες θανάτους βρεφών κατά τη γέννα ή αμέσως μετά και για πολλούς πρόωρους τοκετούς.
Και να που η 85χρονη σήμερα Baker ενδέχεται σύντομα να δικαιωθεί. Στις 25 Αυγούστου, στις ΗΠΑ, μια γυναίκα στον τρίτο τρίμηνο της κύησης ήταν η πρώτη που έλαβε μια δόση του υποψήφιου εμβολίου της Pfizer για τον GBS, στο πλαίσιο μιας πολυαναμενόμενης κλινικής δοκιμής φάσης ΙΙΙ. Μια μικρή δανέζικη εταιρεία, η MinervaX, ακολουθεί από κοντά. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε αυτά τα εμβόλια ως «επείγουσα ανάγκη».
«Ένα εμβόλιο θα μπορούσε να έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία» –ειδικά στην υποσαχάρια Αφρική, στην οποία σημειώνονται περισσότεροι από τους μισούς θανάτους βρεφών από GBS παγκοσμίως–, σημειώνει ο Shabir Madhi, εμβολιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Witwatersrand. Ο Madhi συμμετείχε στις κρίσιμες δοκιμές φάσης 1 και 2 και για τα δύο υποψήφια εμβόλια εναντίον του GBS.
Χρειάστηκε μισός αιώνας
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους χρειάστηκε μισός αιώνας για να φτάσουμε στο εμβόλιο, συμπεριλαμβανομένου του σεξισμού και του φόβου για τον εμβολιασμό των εγκύων, αλλά και του ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες δεν έβλεπαν κέρδος σε αυτό. Αλλά ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν ότι ο Β’ Αιμολυτικός στρεπτόκοκκος (GBS) και η βαρύτητά του υποτιμούνταν για καιρό. Τα νεογνά σπάνια ελέγχονταν για το βακτήριο και οι θνησιγένειες συχνά αποδίδονταν σε συγγενείς ανωμαλίες.
«Οι άνθρωποι ερμηνεύουν την απουσία δεδομένων ως απουσία ασθένειας», σχολιάζει ο Madhi, ο οποίος πιστεύει ότι ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων από GBS εξακολουθεί να υποεκτιμάται σε μεγάλο βαθμό.
Το βακτήριο έμοιαζε με στρεπτόκοκκο, θυμάται η Baker, αλλά όχι με τον γνωστό τύπο ομάδας Α που εμφανίζεται στον λαιμό. Υποψιαζόταν την ομάδα Β, το παθογόνο των βοοειδών που είχε αρρωστήσει κάποιες γυναίκες τη δεκαετία του 1930. Το 1971 απέστειλε 13 καλλιέργειες στην ειδική στον στρεπτόκοκκο Ρεμπέκα Λάνσφιλντ, στο Πανεπιστήμιο Ροκφέλερ. Δώδεκα από αυτές αποδείχθηκαν ότι ήταν τύπου III του ιού που είναι πλέον γνωστό ότι είναι ο πιο μολυσματικός από τους 10 ορότυπους GBS.
Σύντομα, ο GBS αναγνωρίστηκε ως η πιο συχνή αιτία σήψης και μηνιγγίτιδας σε έμβρυα και νεογνά στις ΗΠΑ και αποδείχθηκε ότι ήταν ένα αξιοσημείωτα ευέλικτο παθογόνο, ικανό να προσκολλάται στον γυναικείο κόλπο, να εισέρχεται στα επιθηλιακά κύτταρα και να εισβάλλει στον πλακούντα και στον εγκέφαλο. Μπορεί επίσης να μπει στην κυκλοφορία του αίματος ενός εμβρύου με την εισπνοή της εγκύου.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, περίπου το 15% των γυναικών φέρουν τον ιό GBS στο γεννητικό τους σύστημα και στο ορθό τους, χωρίς να εμφανίζουν συμπτώματα. Τα μωρά συνήθως συναντούν το βακτήριο κατά τον τοκετό, αλλά ένα έμβρυο μπορεί επίσης να μολυνθεί μέσα στη μήτρα.
Η Baker και άλλες ομάδες διαπίστωσαν δύο μορφές νόσησης μωρών από GBS: η πρώτη εμφανίζεται τις πρώτες 6 ημέρες της ζωής τους και συνήθως εκδηλώνεται ως σήψη, και η δεύτερη, που εμφανίζεται μεταξύ 7ης και 90ής ημέρας μετά τη γέννηση, συνήθως οδηγεί σε μηνιγγίτιδα και κατ’ επέκταση σε σοβαρή νευροαναπτυξιακή βλάβη. Από GBS μπορούν επίσης να νοσήσουν και οι έγκυοι.
Ωστόσο, μόνο το 1% έως 2% των παιδιών που γεννιούνταν από γυναίκες φορείς του GBS αρρώσταιναν και αυτό γιατί οι εγκυμονούσες είχαν σχετικά υψηλά επίπεδα φυσικά αποκτηθέντων αντισωμάτων κατά του μικροβίου. Όταν τα μητρικά επίπεδα ήταν χαμηλά, τα νεογνά διέτρεχαν κίνδυνο νόσησης, καθώς το ανώριμο ανοσοποιητικό τους σύστημα δεν ήταν σε θέση να παραγάγει προστατευτικά αντισώματα τους πρώτους μήνες της ζωής τους.
Ένα εμβόλιο που χορηγείται σε προχωρημένη εγκυμοσύνη θα μπορούσε να διεγείρει την παραγωγή μητρικών αντισωμάτων σε υψηλά επίπεδα που θα προστάτευαν το μωρό, υποστήριξαν οι Baker και άλλοι το 1976 σε μια πλέον κλασική μελέτη στο The New England Journal of Medicine
Η ερευνητές χρειάστηκαν ωστόσο, δυο δεκαετίες για να παρασκευάσουν ένα λειτουργικό εμβόλιο, αλλά οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες δεν ενδιαφέρονταν.
Ακόμα όμως και χωρίς εμβόλιο, ο αριθμός των κρουσμάτων άρχισε να μειώνεται τη δεκαετία του 1990 στις ΗΠΑ, γιατί ένας αυξανόμενος αριθμός εγκύων υποβλήθηκε σε έλεγχο για GBS κατά τη διάρκεια του τρίτου τριμήνου. Οι εγκυμονούσες που ήταν θετικές έλαβαν ενδοφλέβια αντιβιοτικά για να αποτρέψουν τη μετάδοση στο μωρό. Το 2002, μάλιστα, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) ζήτησαν τον έλεγχο όλων των εγκύων.
Με τον έλεγχο και τα αντιβιοτικά, τα κρούσματα στις ΗΠΑ μειώθηκαν κατακόρυφα, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό, καθώς η προστασία από τα αντιβιοτικά είναι βραχύβια και δεν αποτρέπονται έτσι οι πρόωρες γεννήσεις ή ο θάνατος των εμβρύων κατά τη γέννα. Οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να υποβάλλουν σε εξετάσεις όλες τις εγκύους και πολλές από αυτές δεν έχουν πρόσβαση σε εντατική φροντίδα νεογνών για να κρατήσουν ζωντανά τα άρρωστα μωρά.
Ο αριθμός των θανάτων μωρών είναι σοκαριστικός
Τη δεκαετία του’ 90 ο Madhi και οι συνεργάτες του, στην πρώτη επιδημιολογική μελέτη για τον GBS στη Νότια Αφρική, έδειξαν ότι ο ιός προκαλούσε 3 κρούσματα ανά 1.000 γεννήσεις, αλλά οι κριτές των επιστημονικών περιοδικών ήταν σκεπτικοί. Η μελέτη δημοσιεύτηκε τελικά το 2003, δείχνοντας ότι το σύνδρομο GBS ποικίλει σημαντικά από χώρα σε χώρα, με τα υψηλότερα ποσοστά να καταγράφονται στην υποσαχάρια Αφρική και την Κεντρική και Νότια Ασία. Επίσης, ποικίλλει ανάλογα με την περιοχή και την πληθυσμιακή ομάδα. Στις ΗΠΑ και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες, οι έγχρωμες γυναίκες έχουν υψηλότερο ποσοστό μετάδοσης του ιού στα μωρά τους από τις λευκές και υψηλότερη συχνότητα νόσησης αυτών. Τι εξηγεί αυτή τη μεταβλητότητα παραμένει ασαφές.
Μια άλλη μελέτη από 100 περίπου ερευνητές παγκοσμίως, το 2017, στο Clinical Infectious Diseases, επιβεβαίωσε ότι ο αριθμός των θυμάτων ήταν σοκαριστικά υψηλός, ειδικά στην Αφρική και τη Νότια Ασία. Μια άλλη ανάλυση του 2022 υπέδειξε επίσης ότι το σύνδρομο GBS εμπλέκεται σε μισό εκατομμύριο από τις περίπου 15 εκατομμύρια πρόωρες γεννήσεις παγκοσμίως.
Το 2023, ερευνητές διαπίστωσαν ότι, συνολικά, το 2,3% των μωρών που πέθαναν κατά τη γέννα ή αμέσως μετά σε 9 χώρες μελέτης προκλήθηκε από σύνδρομο GBS, αν και το ποσοστό κυμαινόταν από 1,6% στο Μπαγκλαντές έως 8% στη Νότια Αφρική. Όταν συνυπολόγισαν και τα παιδιά που γεννήθηκαν, διαπίστωσαν ότι το GBS προκαλούσε 1 στους 37 θανάτους βρεφών ηλικίας κάτω των 90 ημερών.
Μια πρόσφατη διεθνής εργασία διαπίστωσε ότι τα παιδιά που ανάρρωσαν από GBS έχουν 70% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κάποιας μορφής νευροαναπτυξιακής βλάβης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, εκτιμάται ότι 40.000 μωρά που επιζούν αναπτύσσουν από μέτριες έως σοβαρές βλάβες. Ένα εμβόλιο θα μπορούσε να αποτρέψει μεγάλο μέρος αυτού, λέει ο ΠΟΥ.
Το εμβόλιο της Pfizer που μόλις εισήλθε σε μελέτη φάσης ΙΙΙ είναι ένα συζευγμένο εμβόλιο πολυσακχαρίτη, όπως της Baker, σχεδιασμένο για να προστατεύει από τους 6 ορότυπους του GBS που ευθύνονται για το 98% των περιπτώσεων. Το Ίδρυμα Gates υποστηρίζει τη μελέτη με αντάλλαγμα τη δέσμευση της Pfizer να διαθέσει μια οικονομικά προσιτή έκδοση του εμβολίου στις φτωχές χώρες.
Η MinervaX, η οποία αναπτύσσει το εμβόλιο-ανταγωνιστή, αποφάσισε να στοιχηματίσει σε ένα σκεύασμα που βασίζεται στις επιφανειακές πρωτεΐνες της βακτηριακής κάψουλας και δεσμεύτηκε ότι θα το προσφέρει σε μια τιμή αποδεκτή από τον ΠΟΥ.
Και τα δύο εμβόλια έχουν αποδειχθεί ασφαλή και ικανά να προκαλέσουν ισχυρή ανοσολογική απόκριση σε εγκυμονούσες σε δοκιμές φάσης Ι και ΙΙ, αλλά σε μια δοκιμή φάσης ΙΙΙ θα πρέπει να συμπεριληφθούν περίπου 100.000 εγκυμονούσες, θα πρέπει να περιμένουμε μια δεκαετία και να ξοδευτούν περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια, εκτιμά η Pfizer. Όμως δεν υπάρχει χρόνος και οι ερευνητές πιέζουν.
Τον περασμένο μήνα, οι ρυθμιστικές αρχές έδωσαν τελικά στην Pfizer το πράσινο φως για τη δοκιμή της, στην οποία θα συμμετάσχουν περίπου 6.000 υγιείς εγκυμονούσες μεταξύ 24ης και 36ης εβδομάδας κύησης, πρώτα στις ΗΠΑ και στη συνέχεια στη Νότια Αφρική και σε άλλες χώρες. Η ολοκλήρωση της δοκιμής αναμένεται το 2029. Η MinervaX θα ξεκινήσει δοκιμές το 2026.
Εάν ένα εμβόλιο τελικά εγκριθεί, η εφαρμογή του σε διάφορες χώρες θα σκοντάψει στη διστακτικότητα και στην έλλειψη ενημέρωσης, κυρίως σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου η ανάγκη είναι μεγαλύτερη, αλλά και στις ΗΠΑ.
Οι εργαζόμενοι στην κοινοτική υγεία θα πρέπει επίσης να είναι δεκτικοί στο εμβόλιο, ενώ οι προγεννητικές επισκέψεις στον γιατρό κρίνονται κρίσιμες. Πολλές γυναίκες στην υποσαχάρια Αφρική δικαιούνται μόνο 4 επισκέψεις στον γιατρό, ενώ ο ΠΟΥ συνιστά 8, και γενικά εμβολιάζονται πολύ αργά για να αποτρέψουν θνησιγένειες και πρόωρες γεννήσεις. Οι οικογένειές τους θα πρέπει επίσης να συμφωνήσουν για τον εμβολιασμό.
Όπως και να’ ναι όμως, η Baker είναι ενθουσιασμένη που ενέπνευσε μια νεότερη γενιά επιστημόνων –πολλές από αυτές γυναίκες– να συνεχίσουν το έργο της. Κάποιες μέρες φοβάται ότι το όνειρό της δεν θα πραγματοποιηθεί. Άλλες πάλι, είναι πιο αισιόδοξη.
«Έχει σημειωθεί απίστευτη πρόοδος. Αλλά χρειάστηκε τόσος χρόνος…», λέει.
*Με στοιχεία από το Science




























