Τη μεγάλη καθυστέρηση στην καταδικαστική απόφαση των μαρτύρων για την υπόθεση Novartis σχολίασε μεταξύ άλλων ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Σε μία λιτή δήλωσή του, ο Ευάγγελος Βενιζέλος σχολίασε πως «η καταδίκη των κουκουλοφόρων μαρτύρων (επισήμως πλέον ψευδομαρτύρων) της σκευωρίας Novartis είναι ένα βήμα που έγινε δυστυχώς με μεγάλη καθυστέρηση. Το θεσμικά ελλειμματικό και δυσάρεστο είναι ότι οι ενορχηστρωτές και τα πρώτα βιολιά της σκευωρίας έχουν διαφύγει του δικαστικού ελέγχου».
Σημειώνεται πως οι πρώην προστατευόμενοι μάρτυρες στην υπόθεση της Novartis, Φιλίστορας Δεστεμπασίδης και Μαρία Μαραγγέλη οι οποίοι ως «Μάξιμος Σαράφης» και «Αικατερίνη Κελέση» είχαν ισχυριστεί ότι πολιτικά πρόσωπα χρηματίστηκαν από την φαρμακοβιομηχανία, κρίθηκαν ένοχοι για ψευδείς καταθέσεις και ψευδή καταμήνυση.
Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας επέβαλε ποινή φυλάκισης 25 μηνών στον Φιλίστωρα Δεστεμπασίδη και ποινή 33 μηνών με τριετή αναστολή στη Μαρία Μαραγγέλη με τριετή αναστολή.
Η πρόεδρος του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου ανακοίνωσε ότι οι δύο κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι για όλες τις πράξεις ψευδούς κατάθεσης και για πράξεις ψευδούς καταμήνυσης σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων. Παράλληλα τους κήρυξε αθώους λόγω αμφιβολιών για κάποιες από τις πράξεις που τους έχουν αποδοθεί.
Για ποια πρόσωπα πρότεινε ενοχή η εισαγγελέας
Η εισαγγελική λειτουργός πρότεινε την ενοχή της Μαρίας Μαραγγέλη για ψευδή κατάθεση σε βάρος των Αντώνη Σαμαρά, Ανδρέα Λοβέρδου, Μάριου Σαλμά, Αδωνι Γεωργιάδη, Δημήτρη Αβραμόπουλου, Γιάννη Στουρνάρα και της συζύγου του, Λίνα Νικολοπούλου, αλλά και του Νίκου Μανιαδάκη.
Επίσης, εισηγήθηκε την ενοχή του Φ. Δεστεμπασίδη για μέρος των καταθέσεών του εις βάρος των Άδωνι Γεωργιάδη, Δημήτρη Αβραμόπουλου, Γιάννη Στουρνάρα και της συζύγου του, Λίνας Νικολοπούλου.
Η διαφορετική ποινική μεταχείριση που επιφύλαξε η εισαγγελέας στους δύο κατηγορουμένους έγκειται στο γεγονός ότι η μεν Μαρία Μαραγγέλη όσα κατέθεσε τα παρουσίασε ως πραγματικά περιστατικά, ενώ ο Φ. Δεστεμπασίδης απέδωσε την πλειονότητα των καταγγελιών του στα λεγόμενα του Κ. Φρουζή, μεταφέροντας ουσιαστικά πληροφορίες και όχι γεγονότα. Όπως χαρακτηριστικά είπε η κ. Πελεκάνου, «όποιος κηρύσσεται ένοχος για ψευδή κατάθεση πρέπει συνειδητά να καταθέτει ψευδή περιστατικά, κρίσεις και απόψεις δεν περιλαμβάνονται σε αυτή την περίπτωση».
Κλείνοντας την αγόρευσή της ανέφερε: «Οι κατηγορούμενοι πίστευαν ότι μπορούν να πουν ό,τι θέλουν γιατί ήταν σε καθεστώς προστασίας μαρτύρων και δεν μπορούσε να τους ακουμπήσει κανείς. Παρ’ όλα αυτά επέλεξαν από την αρχή να πουν ότι μεταφέρουν όσα ξέρουν από τον Φρουζή. Προσθέτοντας βέβαια δικές τους κορόνες. Ο Φρουζής όμως τα αρνείται, αλλά δεν τους έχει καταμηνύσει… Δεν θέλει πράγματι δικαστικούς αγώνες, όπως είπε; Ή φοβάται ότι μια προκαταρκτική εξέταση θα σκάψει παραπάνω; Το δικαστήριο αυτό δεν δικάζει εγκλήματα διαφθοράς, είναι ένα απλό Μονομελές. Το ζήτημα δεν είναι η δυσφήμηση των προσώπων, αλλά διακυβεύτηκε η ορθή απονομή της Δικαιοσύνης».






























