Η επέτειος εξόδου της χώρας από τα μνημόνια στις 21 Αυγούστου 2018 αποτελεί μια καλή αφορμή για μια συγκριτική αποτίμηση βασικών κοινωνικών δεικτών (όπως κίνδυνος φτώχειας και αποκλεισμού, ανισότητες, κόστος στέγασης και διαβίωσης κλπ) μεταξύ της περιόδου 2015-2019, της περιόδου δηλαδή διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ και της μετέπειτα περιόδου 2020-2025 διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία.
Αποτελεί μια καλή αφορμή ακριβώς γιατί το ορόσημο αυτό «υπενθυμίζει» τα διαφορετικά πλαίσια μέσα στα οποία κλήθηκαν να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν οι εθνικές πολιτικές στις δύο αυτές περιόδους.
Και ακριβώς επειδή οι κοινωνικοί δείκτες στο πλαίσιο μιας οικονομικής πολιτικής αποτυπώνουν την κοινωνική διάσταση της ανάπτυξης και της ευημερίας, δηλαδή το πώς οι οικονομικές αποφάσεις και πολιτικές επηρεάζουν την καθημερινή ζωή, την ισότητα και την ποιότητα ζωής των πολιτών.
Στο μεγαλύτερο μέρος της περιόδου 2015-2019 ακολουθήθηκε αναγκαστικά περιοριστική οικονομική / δημοσιονομική πολιτική λόγω εφαρμογής του 3ου μνημονίου (που καλό είναι να θυμόμαστε ότι κατέστη αναγκαίο λόγω της κατάστασης de facto χρεωκοπίας της χώρας το 2009-2010 και της αποτυχίας των κυβερνήσεων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ να επιτύχουν μια έξοδο διαφυγής στα δύο πρώτα μνημόνια). Αντίθετα στο σύνολο της περιόδου 2020-2025 η κυβέρνηση της ΝΔ είχε μπροστά της τη δυνατότητα εφαρμογής επεκτατικών οικονομικών / δημοσιονομικών πολιτικών λόγω της καθαρής εξόδου της χώρας από τα μνημόνια το 2018 επί ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς πιστοληπτική γραμμή στήριξης, με δημοσιονομικό απόθεμα ασφαλείας και λόγω μιας άνευ προηγουμένου διαθεσιμότητας ευρωπαϊκών πόρων ύψους 80 δισεκ ευρώ (Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, ΚΑΠ) εντός πλαισίου χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων λόγω πανδημίας.
Θα περίμενε ίσως κανείς ότι ακόμα και μια συντηρητική κεντροδεξιά κυβέρνηση, διαθέτοντας τέτοια οικονομικά «όπλα» στα χέρια της σε συνθήκες ανοδικού οικονομικού κύκλου, θα βελτίωνε έστω και οριακά τους περισσότερους κοινωνικούς δείκτες την περίοδο 2020-2025. Επιπλέον θα περίμενε ίσως κανείς ότι ακόμα και μια αριστερή κυβέρνηση θα είχε αποτύχει να συγκρατήσει την επιδείνωση των δεικτών αυτών σε συνθήκες μνημονίου και καθοδικού οικονομικού κύκλου.
Είναι εντυπωσιακό πως η πραγματικότητα εξελίχθηκε ακριβώς ανάποδα. Όπως θα δούμε στη συνέχεια, ένα πλήθος αναλύσεων και ερευνών αποδεικνύουν ότι την περίοδο 2015-2019 υπήρξε σαφής μετρήσιμη βελτίωση βασικών κοινωνικών δεικτών ενώ την περίοδο 2020-2025 υπήρξε σαφής επιβράδυνση-χειροτέρευση-στασιμότητα στα πεδία, συντελέστηκε δε μια ανάποδη αναδιανομή υπέρ των πλουσιότερων Ελλήνων.
Θα παραθέσω βασικά αναλύσεις του Κύκλου Οικονομικής & Κοινωνικής Ανάλυσης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών «ΕΝΑ» (σειρά Focus ENA | Oικονομία), στις οποίες αναδεικνύεται και εξηγείται η εξέλιξη μακροοικονομικών δεικτών και μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με ανάλυση του ΕΝΑ1 που εξετάζει τους δύο βασικούς κοινωνικούς δείκτες για φτώχεια και ανισότητες στην Ελλάδα την περίοδο 2014 – 2023, με βάση πρωτογενή στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η Ελλάδα σημείωνε σημαντική πρόοδο από το 2015 μέχρι το 2018-19, αλλά στη συνέχεια η τάση αυτή δεν συνεχίστηκε. Στο διάγραμμα 1 βλέπουμε ότι το 2014 η φτώχεια στην Ελλάδα ήταν αισθητά υψηλότερη από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη συνέχεια και ειδικά στην τριετία 2017-2019 σημείωσε σημαντική πτώση, σε πορεία σύγκλισης με τον μέσο όρο της Ε.Ε., αλλά την περίοδο 2020 -2023 η τάση αυτή ανακόπτεται.
Διάγραμμα 1: Ποσοστό πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού
Επίσης με βάση την ίδια ανάλυση του ΕΝΑ, στον βασικό δείκτη GINI (Διάγραμμα 2) που μετρά τις ανισότητες, υπήρξε αξιοσημείωτη πτώση στην τριετία 2016-18. Στα πρώτο έτος της πανδημίας ο δείκτης αυξήθηκε, και από εκεί και έπειτα παρουσιάζει στασιμότητα παρά την πτωτική τάση που βλέπουμε στον μέσο όρο της Ε.Ε..
Διάγραμμα 2: Δείκτης οικονομικής ανισότητας Gini, 2014-2023
Σε ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα, σύμφωνα με ανάλυση του ΕΝΑ2 που βασίζεται σε στοιχεία της Eurostat, το κόστος στέγασης στην Ελλάδα το 2010 (στο οποίο περιλαμβάνεται το σύνολο των λογαριασμών που συνδέονται με την κατοικία όπως ηλεκτρισμός, ύδρευση, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, φόροι και τέλη μαζί φυσικά με το ενοίκιο ή τη δόση στεγαστικού δανείου) αντιστοιχούσε σε 29% του διαθέσιμου εισοδήματος ενώ την ίδια στιγμή ήταν 21,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διαφορά ήταν ήδη σημαντική, ωστόσο, μέχρι το 2014 έφτασε το κόστος αυτό εκτοξεύτηκε στο 42,5% σχεδόν διπλάσιο από το 22,4% της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 2015 το κόστος στέγασης παρουσίασε αργή πτώση φτάνοντας στο 40,9% το 2018 η οποία στη συνέχεια επιταχύνθηκε πέφτοντας στο 34,2% το 2021 (τα χρόνια δηλαδή εγκλεισμού λόγω της πανδημίας). Το εντυπωσιακό είναι ότι από το 2022 και έπειτα, το κόστος στέγασης καταγράφει σημαντική αυξητική τάση για να φτάσει στο 35,5% το 2024. Σύμφωνα με την ανάλυση του Ινστιτούτου ΕΝΑ, η κατάσταση αυτή είναι δραματική για τα φτωχά νοικοκυριά καθώς αυτά ξοδεύουν σήμερα σχεδόν τα 2/3 του διαθέσιμου εισοδήματός τους για την κάλυψη των αναγκών στέγασης.
Την ίδια στιγμή, πάλι με βάση ανάλυση του Ινστιτούτου ΕΝΑ3 , τα στοιχεία του ΑΕΠ της τελευταίας πενταετίας δείχνουν μια σημαντική αύξηση του μεριδίου των κερδών (επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων) σε βάρος του μεριδίου της μισθωτής εργασίας και του κράτους. Η αναδιανομή πραγματοποιήθηκε τόσο στη διάρκεια της πανδημίας (2020-21) όσο και στη διάρκεια του πληθωρισμού (2022-23). Συγκρίνοντας τα στοιχεία του Γ τριμήνου 2023 με το Α τρίμηνο 2019, οι μισθοί έχουν χάσει τρεις μονάδες ΑΕΠ, το κράτος έχει χάσει δύο μονάδες ΑΕΠ και τα κέρδη έχουν κερδίσει πέντε μονάδες ΑΕΠ.
Δεν είναι φυσικά μόνο το ΕΝΑ που αναδεικνύει το ζήτημα της «ανάποδης» αναδιανομής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, για παράδειγμα, πρόσφατη ανάλυση της Eurobank4 η οποία μελετά την επίπτωση στο εισόδημα από την μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού σε σχέση με την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. «Η παραπάνω ανάλυση μας οδηγεί στην ακόλουθο –φαινομενικά παράδοξο– συμπέρασμα: Παρά την ισοδυναμία των δύο προσεγγίσεων (κατάργηση εισφοράς αλληλεγγύης έναντι πλήρους τιμαριθμοποίησης) από άποψη δημοσίων εσόδων, όλοι σχεδόν οι μισθωτοί –πέραν αυτών στο υψηλότερο δεκατημόριο– θα προτιμούσαν την δεύτερη εναλλακτική αν μπορούσαν να επιλέξουν». Δηλαδή εάν είχε γίνει τιμαριθμική προσαρμογή στη φορολογική κλίμακα από το 2023, με εξαίρεση το πλουσιότερο 10%, οι υπόλοιποι φορολογούμενοι της «μεσαίας» τάξης θα είχαν πληρώσει χαμηλότερο φόρο: Ο μέσος μισθωτός θα είχε πληρώσει 41% λιγότερο φόρο εισοδήματος…
Σύμφωνα με τα στοιχεία της UBS5στην Ελλάδα ο πλούτος των δισεκατομμυριούχων αυξάνεται, και παράλληλα είμαστε στην πρώτη τριάδα (μαζί με την Ολλανδία και τη Αυστρία) στην αύξηση της ανισότητας πλούτου για το 2024 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Η παράθεση των παραπάνω αναλύσεων είναι ενδεικτική και όχι εξαντλητική. Το συμπέρασμα είναι σαφές. Παρά τις δυνατότητες που ανοίχτηκαν, οι επιλογές της κυβέρνησης της ΝΔ υπήρξαν μεροληπτικές υπέρ των πλουσιότερων Ελλήνων χειροτερεύοντας την καθημερινότητα των περισσότερων ελληνικών νοικοκυριών. Οι πολιτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκαν σε αντίθετη κατεύθυνση στοχεύοντας στην βάση της κοινωνικής πυραμίδας που αντιμετώπιζε βασικά προβλήματα επιβίωσης το 2014-2015. Και κατάφερε να προσφέρει σημαντική στήριξη εντός ασφυκτικού δημοσιονομικού πλαισίου.
Κορκολής Παναγιώτης
Γενικός Διευθυντής Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ
Πρώην Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ Υπ. Οικονομίας
1.https://enainstitute.org/publication/ftocheia-anisotita-2014-2023-focus-ena-oikonomia
2.https://enainstitute.org/publication/protia-tis-elladas-sto-kostos-stegasis-focus-ena-
oikonomia
3 https://enainstitute.org/publication/dianomi-egchoriou-eisodimatos-misthoi
4.https://www.eurobank.gr/-/media/eurobank/omilos/oikonomikes-analuseis/oikonomiki-epitheorisi/2025/economy-and-markets-06-08-25.pdf
5.https://www.ubs.com/global/en/wealthmanagement/insights/global-wealth-report.html






























