Η εκλογή Τραμπ έφερε τρικυμία στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Για πρώτη φορά από το 1947 μια ελληνική κυβέρνηση δεν είχε ανοιχτό δίαυλο εξουσίας με τον Λευκό Οίκο. Το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση Μητσοτάκη καλλιέργησε μονομερώς τις σχέσεις της με τους Δημοκρατικούς, χωρίς να κάνει καμία κίνηση προς τους Ρεπουμπλικάνους Τραμπ. Το Μαξίμου εκτιμούσε ότι η ταύτισή του με τη γραμμή Μπάιντεν (που φάνηκε τόσο στο μεγάλο μέτωπο της Ουκρανίας όσο και σε μικρότερης εμβέλειας ζητήματα όπως ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών) θα αναβάθμιζε τη γεωπολιτική θέση της χώρας και θα εξυπηρετούσε τις πολιτικές σκοπιμότητές του πρωθυπουργού.
Η ταύτιση με τον Μπάιντεν γύρισε μπούμερανγκ όταν εξελέγη ο Τραμπ. Το σύστημα Τραμπ σήκωσε τείχος απέναντι στο Μαξίμου, με πιο χαρακτηριστική έκφραση της στάσης του την άρνηση του Αμερικανού Αντιπροέδρου Τζέιν Ντι Βανς να συναντήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου τον περασμένο Φλεβάρη.
Η «σιγή ασυρμάτου» δημιούργησε έντονη ανησυχία στην ελίτ της Αθήνα η οποία έχει ιστορικά ταυτίσει τις τύχες της με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε αφορά τον περιορισμό των εντάσεων με την Τουρκία.
Ανοίγματα Μητσοτάκη
Απέναντι σε μια κατάσταση που θα ήταν έτσι κι αλλιώς δύσκολη για οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση αλλά ειδικά για μια κυβέρνηση της Δεξιάς ήταν μη διαχειρίσιμη, το Μαξίμου αποφάσισε να κινηθεί για να ανοίξει διαύλους με το σύστημα Τραμπ. Καταρχάς, άρχισε να «στρογγυλεύει» τις θέσεις του για την Ουκρανία, προσαρμοζόμενο στη νέα γραμμή της Ουάσιγκτον. Παράλληλα, η Ελλάδα πλειοδότησε στην αύξηση των πολεμικών δαπανών της ΕΕ, η οποία θα τροφοδοτήσει την αμερικανική στρατιωτική βιομηχανία.
Κομβική στιγμή των ανοιγμάτων Μητσοτάκη στον Τραμπ αποτέλεσε η συνάντησή του με τον Νετανιάχου στις 30 Μαρτίου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έγινε ο πρώτος ηγέτης της ΕΕ που συναντήθηκε με τον Νετανιάχου μετά την έκδοση εντάλματος σε βάρος από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ICC). Η συνάντηση παρείχε συμβολική αναγνώριση στον Νετανιάχου σε μια στιγμή που αυτός είναι απομονωμένος στο διεθνές πεδίο, με την εξαίρεση των ΗΠΑ του Τραμπ. Επιπρόσθετα, η επίσκεψη Μητσοτάκη έστειλε το μήνυμα ότι η Ελλάδα de facto δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του ICC, ταυτιζόμενη με την πολιτική Τραμπ. Ο Αμερικανός Πρόεδρος πέραν ότι δεν δείχνει το παραμικρό ενδιαφέρον για τους θεσμούς της διεθνούς νομιμότητας, έχει επιβάλει κυρώσεις στο ICC.
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Μητσοτάκη, διπλωματικοί αναλυτές θεωρούσαν βέβαιο ότι ο πρωθυπουργός θα ζητούσε από τον Νετανιάχου μεσολάβηση για να ανοίξουν ξανά οι γραμμές με την Ουάσιγκτον.
Συνεχίζοντας την πολιτική των ανοιγμάτων στον Τραμπ, ο Μητσοτάκης κράτησε μια πολύ μετριοπαθή γραμμή για τους δασμούς που επέβαλε ο Αμερικανός Πρόεδρος. Στο τελευταίο κυριακάτικο σημείωμά του έγραψε ότι πρέπει να αποφευχθεί ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-ΕΕ, δηλαδή να κάνει πίσω η Ευρώπη.
Η συνέντευξη
Τελικά η Ουάσιγκτον επιβράβευσε τα ανοίγματα Μητσοτάκη. Ο πρωθυπουργός έδωσε συνέντευξη στο site Breitbart το οποίο θεωρείται η «Πράβντα» του τραμπισμού και έχει γίνει σημείο αναφοράς των fake news. Σε ερώτηση για το μήνυμα που θέλει να στείλει στον Τραμπ, ο Μητσοτάκης έδωσε μια πολύ σαφή απάντηση με μεγάλη γεωπολιτική σημασία: «Υπάρχει ένα ευρωπαϊκό μήνυμα και ένα ελληνικό μήνυμα. Στο ευρωπαϊκό μέτωπο, υπάρχει η δυνατότητα εξεύρεσης μιας «win-win» λύσης σε ό,τι αφορά το εμπόριο, μιας λύσης που θα είναι αμοιβαία επωφελής. Αυτή ήταν η σταθερή μου πεποίθηση από την αρχή, πριν ανακοινωθούν οι δασμοί».
Προσέθεσε ότι «υπάρχει ακόμα περιθώριο για διαπραγματεύσεις πριν εξετάσουμε οποιαδήποτε σημαντικά ανταποδοτικά μέτρα, πέρα από αυτά που ανακοινώθηκαν σήμερα (σ.σ. σχετικά με προγενέστερους αμερικανικούς δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο), τα οποία, ούτως ή άλλως, ήταν η αναμενόμενη αντίδραση της ΕΕ. Πιστεύω ότι, στο τέλος της ημέρας, η Ευρώπη και η ευρωπαϊκή αγορά είναι πολύ σημαντικές για τις ΗΠΑ και οι ΗΠΑ είναι σημαντικές για την Ευρώπη και πρέπει να βρούμε μία λύση».
Ο πρωθυπουργός επισήμανε επίσης: «Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, έχουμε μια στρατηγική εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ. Και όταν κοιτάζω τον IMEEC (Οικονομικός Διάδρομος Ινδίας - Μέσης Ανατολής - Ευρώπης), η Ελλάδα, η γενέτειρα της δημοκρατίας, μπορεί να αποτελέσει τη γέφυρα μεταξύ της μεγαλύτερης δημοκρατίας του κόσμου και της ισχυρότερης δημοκρατίας. Για γεωπολιτικούς, οικονομικούς λόγους, η Ελλάδα είναι σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ. Έχω συνεργαστεί με τον Πρόεδρο Τραμπ στο παρελθόν και μπορώ να συνεργαστώ και πάλι πολύ καλά μαζί του για την αντιμετώπιση των περιφερειακών προκλήσεων».
Και μόνο ότι ο πρωθυπουργός έδωσε συνέντευξη στο Breitbart έχει βαρύνοντα πολιτικό συμβολισμό. Αλλά το περιεχόμενο των απαντήσεων του σηματοδοτεί τη στρατηγική επιλογή που έχει κάνει. Σε μια εποχή ραγδαίων ανακατατάξεων που προκαλούν κλυδωνισμούς στη συνοχή της Ευρώπης, η Αθήνα θέτει σε προτεραιότητα τη σχέση της με την Ουάσιγκτον και όχι με το Βερολίνο ή το Παρίσι. Αυτή η επιλογή σηματοδοτεί μια ελληνική εξωτερική πολιτική αρκετά κοντά σε αυτή που ακολουθεί η Μελόνι, η οποία συντονίζεται με τη γραμμή Τραμπ. Η Ελλάδα δηλαδή τοποθετείται στο «φιλοτραμπικό στρατόπεδο» των κρατών μελών της ΕΕ.
Να σημειωθεί ότι η νέα πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Αθήνα Κίμπερλι Γκιλφόιλ ανήρτησε κατευθείαν στο Χ τη συνέντευξη Μητσοτάκη.
Η δήλωση Τραμπ
Λίγη ώρα αργότερα, ο Τραμπ επιβράβευσε την κίνηση Μητσοτάκη. Σε μια (καθόλου τυχαία) ερώτηση για τη δήλωση του πρωθυπουργού, ο Αμερικανός Πρόεδρος έκανε το εξής σχόλιο με το γνωστό ύφος του: «Συμφωνών, Τον γνωρίζω. Είναι καλός άνθρωπος. Εκτιμώ τα σχόλια του. Ναι, μια συμφωνία με οποιονδήποτε από αυτούς. Θα υπάρξουνε δίκαιες συμφωνίες με όλους». Πρέπει να προσέξουμε ότι ο Τραμπ κάνει λόγο για εμπορικές συμφωνίες με τα κράτη μέλη και όχι με την ΕΕ ως όλον.
Το βασικό βέβαια είναι ότι ο Τραμπ ανταποκρίθηκε θετικά στο άνοιγμα του Μητσοτάκη. Πλέον δεν είναι απίθανο να δούμε τον πρωθυπουργό στον Λευκό Οίκο.




























