Το πρόβλημα των α λα καρτ επικλήσεων για καθεστώτα και ελευθερίες στη Δύση γίνεται όλο και μεγαλύτερο, καθώς κριτήριο είναι τα γεωπολιτικά συμφέροντα. Παράδειγμα; Δεν θα αναφέρουμε τον Νετιανάχου, αλλά τον Ερντογάν. Για τη σχέση του με τη δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου αναδημοσιεύουμε από το Κ-Report των Κώστα Καλλίτση και Παύλου Τσίμα, που κυκλοφορεί κάθε μέρα σε συνδρομητική μορφή και με πλούσια ύλη. Αξίζει δε να αναφέρουμε πως κάθε Τετάρτη το Κ-Report αποστέλλει στους συνδρομητές του «Γράμμα από την Τουρκία», το οποίο επιμελούνται και συγγράφουν ο Ευάγγελος Αρεταίος και η Μαρία Ζαχαράκη. Γράφουν λοιπόν οι συνάδελφοι:
Η νέα φάση της επίθεσης κατά του Εκρέμ Ιμάμογλου σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής: η πολιτική εξουδετέρωση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης δεν επιχειρείται πλέον μέσα από εκλογικές ή διοικητικές μεθοδεύσεις, αλλά με την πιο βαριά κατηγορία του Ποινικού Κώδικα — «πολιτική και στρατιωτική κατασκοπεία».
Η κλιμάκωση των επιθέσεων του καθεστώτος εις βάρος του Ιμάμογλου είναι ενορχηστρωμένη: ο φιλοκαθεστωτικός τύπος δημοσίευσε λεπτομέρειες περί «δικτύου MI6 και CIA», «κρυπτογραφημένων συνομιλιών», «οικονομικών συναλλαγών» και υποτιθέμενων δεσμών του συμβούλου του Ιμάμογλου, Νετζατί Οζκάν, με Βρετανούς πράκτορες. Η αστυνομία και η εισαγγελία έκαναν λόγο για «ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία», ενώ ταυτόχρονα η κυβέρνηση επέβαλε επιτροπεία στο τηλεοπτικό δίκτυο TELE1, με το επιχείρημα ότι βασικός δημοσιογράφος ήταν στο «δίκτυο» κατασκοπείας — μια παράλληλη επίθεση στο πεδίο της ενημέρωσης.
Ωστόσο, το κυβερνητικό αφήγημα δείχνει να φθείρεται εκ των έσω. Ο Αμπντουλκαντίρ Σελβί στη Hürriyet δήλωσε ανοιχτά ότι «τα αποδεικτικά στοιχεία δεν φτάνουν το όριο της κατασκοπείας», ενώ ο Αχμέτ Χακάν, διευθυντής της εφημερίδας, υπερασπίστηκε το δικαίωμά του να εκφράζει αμφιβολία για το κατηγορητήριο. Αυτές οι φωνές, που ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της φιλοπροεδρικής δημοσιογραφίας, δείχνουν ότι η υπόθεση δεν είναι πια απλώς μέσο τρομοκράτησης της αντιπολίτευσης, αλλά προκαλεί ρήγματα αξιοπιστίας μέσα στο ίδιο το σύστημα.
Οζέλ: Την ίδια μέρα της «αποκάλυψης» του δικτύου κατασκοπείας, η δικαιοσύνη αποφάσισε να λήξει την υπόθεση που εκκρεμούσε εις βάρος του CHP και του συνεδρίου του κόμματος που είχε εκλέξει τον Οζγκιούρ Οζέλ στην ηγεσία του.
Τούρκοι αναλυτές λένε σκωπτικά ότι «το καθεστώς δεν τα κατάφερε να καθαιρέσει τον Οζέλ και να επιβάλει κρατικό επίτροπο στο κόμμα και κατηγορεί τώρα τον Ιμάμογλου για κατασκοπεία».
Η Νουράι Μπαμπατζάν, στην αντιπολιτευόμενη Nefes, αποκάλυψε ότι στελέχη του AKP και ο αντιπρόεδρος, Τζεβντέτ Γιλμάζ, είχαν προειδοποιήσει τον Ερντογάν για το «ρίσκο αγοράς»: μια θεαματική επιβολή επιτρόπου στο CHP θα προκαλούσε οικονομική αναταραχή και υποτίμηση της λίρας. Έτσι, η κυβέρνηση προτίμησε μια τακτική «μετρημένης έντασης»: κατηγορίες υψηλής βαρύτητας, αλλά χωρίς θεσμική έκρηξη.
Παράλληλα, η δικαιοσύνη συνεχίζει να λειτουργεί επιλεκτικά: επιτροπεία στα μέσα, επανακαταμέτρηση σε δήμους όπως στο Μπαϊραμπασά της Κωνσταντινούπολης, όπου το αποτέλεσμα ανατράπηκε υπέρ του AKP.
Το αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα «στοχευμένης ακινητοποίησης», όπως είπαν χαρακτηριστικά Τούρκοι αναλυτές στο KReport: ο Ιμάμογλου δεν αποκλείεται επίσημα από το πολιτικό παιχνίδι, αλλά παγιδεύεται σ’ ένα καθεστώς μόνιμης υποψίας και δικαστικής ομηρίας. Οι διώξεις λειτουργούν περισσότερο ως πολιτικός ρυθμιστής παρά ως αναζήτηση δικαστικής αλήθειας.





























