Έντονη ανησυχία και σφοδρές αντιδράσεις προκαλεί το Άρθρο 146 του νομοσχεδίου του Υπουργείου Παιδείας που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, καθώς προβλέπει ότι ένας σχολικός νοσηλευτής μπορεί να αναλαμβάνει μαθητές σε περισσότερες από μία σχολικές μονάδες, υπό την προϋπόθεση ότι βρίσκονται εντός ακτίνας 500 μέτρων από τη σχολική του βάση.
Οι σχολικοί νοσηλευτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, κάνοντας λόγο για επικίνδυνη ρύθμιση που οδηγεί σε υποβάθμιση της ποιότητας φροντίδας, ιδιαίτερα για τους μαθητές με χρόνια νοσήματα και αυξημένες ιατρικές ανάγκες. Όπως ορίζει το νομοσχέδιο «σχολικός νοσηλευτής που τοποθετείται σε σχολική μονάδα γενικής εκπαίδευσης υποστηρίζει το σύνολο των μαθητών για τους οποίους έχει εκδοθεί απόφαση έγκρισης υποστήριξης, καθώς και μαθητές με έγκριση υποστήριξης που φοιτούν σε συστεγαζόμενα ή/και όμορα σχολεία εντός ακτίνας 500 μέτρων».
Οι αιρετοί του ΚΥΣΕΕΠ, Σεραφείμ Μάκης Λάππας και Βασίλης Βούγιας, εξέφρασαν έντονη αντίθεση στη ρύθμιση, χαρακτηρίζοντάς την «επικίνδυνη» και πρακτικά ανεφάρμοστη. Όπως αναφέρουν, οι Σχολικοί Νοσηλευτές δεν είναι «δρομείς μικρών ή μεγάλων αποστάσεων», ούτε έχουν «ζηλέψει τη δόξα πρωταθλητών στίβου». Η διάταξη, υπογραμμίζουν, όχι μόνο δεν επιλύει τα χρόνια προβλήματα που σχετίζονται με τη βέλτιστη παροχή υπηρεσιών υγείας στους μαθητές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αλλά αντίθετα περιπλέκει την κατάσταση. Οι αιρετοί καλούν το Υπουργείο Παιδείας να επιδείξει υπευθυνότητα και να αντιμετωπίσει το ζήτημα μέσα από ουσιαστικό διάλογο με τους αρμόδιους φορείς, ώστε να προκύψει μια λειτουργική, ρεαλιστική και παιδαγωγικά ασφαλής λύση. «Η εκπαίδευση δεν έχει ανάγκη από αποσπασματικές, απονενοημένες ρυθμίσεις, αλλά από συνέπεια, συνεννόηση και κοινή στόχευση στην προστασία των μαθητών που έχουν πραγματική ανάγκη» τονίζουν.
«Το άρθρο 146 δεν είναι απλώς λειτουργικά αδύνατο – είναι ηθικά επικίνδυνο»
Η πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Σχολικών Νοσηλευτών (ΠΑ.ΣΥ.Σ.ΝΟ), Αθηνά Πρωτόπαππα, τόνισε ότι «Δεν υπάρχει καμία θεσμική πρόβλεψη σχετικά με τον τρόπο, τα μέσα και τους όρους μετακίνησης του Σχολικού Νοσηλευτή μεταξύ σχολικών μονάδων. Δεν προσδιορίζεται ο χρόνος απουσίας από τη βασική σχολική του μονάδα, ούτε διασφαλίζεται η ασφαλιστική του κάλυψη σε περίπτωση ατυχήματος κατά τη μετάβαση. Επιπλέον, δεν υφίσταται καμία ρύθμιση για την κατανομή ή ανάληψη ευθύνης σε περίπτωση συμβάντος που λαμβάνει χώρα κατά την απουσία του από τη μονάδα τοποθέτησής του. Και το χειρότερο: Διεθνώς δεν υπάρχει καμία επιστημονική , καμία ιατρική ή νοσηλευτική τεκμηρίωση που να υποστηρίζει την ταυτόχρονη κάλυψη πολλαπλών σχολικών μονάδων από έναν Σχολικό Νοσηλευτή.
Ο Σχολικός Νοσηλευτής πρέπει να είναι παρών, όλη την ημέρα, στο πλευρό των παιδιών με αυξημένες ανάγκες. Όχι διαθέσιμος, αλλά παρών. Ας είμαστε ειλικρινείς. Ο στόχος της ρύθμισης δεν είναι η ευελιξία. Είναι η μείωση των εγκρίσεων Σχολικών Νοσηλευτών. Αν μπορεί ένας να καλύψει τρία σχολεία, γιατί να προσληφθούν άλλοι δύο; Αλλά στην Ελλάδα, έχουμε μια πρωτοτυπία: Νομοθετούμε με βάση την απόσταση, όχι την ανάγκη. Όμως οι ανάγκες των παιδιών δεν μετριούνται σε μέτρα. Μετριούνται σε παλμούς, επίπεδα σακχάρου, κρίσεις, ανάσες και η Πολιτεία οφείλει πρώτα να προστατεύσει τα παιδιά της. Ή μήπως τελικά δεν πρόκειται απλώς για “ευελιξία”, αλλά για μια έμμεση – και απολύτως συνειδητή – μετατόπιση ευθύνης; Γιατί όταν ο Σχολικός Νοσηλευτής δεν βρίσκεται σταθερά στη μονάδα του, ποιος θα καλύψει το κενό; Μήπως, στην πράξη, επιχειρείται σιωπηλά και μεθοδικά να μετατραπούν οι Εκπαιδευτικοί σε “Σχολικούς Νοσηλευτές ανάγκης”; Μήπως τελικά ζητείται να αναλάβουν ρόλους που δεν τους ανήκουν, δεν τους αναλογούν και δεν μπορούν να φέρουν εις πέρας με ασφάλεια;»
Επιχειρείται σιωπηλά να μετατραπούν οι εκπαιδευτικοί σε Σχολικούς Νοσηλευτές ανάγκης;
«Όταν ο Σχολικός Νοσηλευτής καλείται να καλύπτει πολλαπλές σχολικές μονάδες και συνεπώς δεν είναι παρών σε σταθερή βάση, είναι απολύτως εύλογο να αναρωτηθούμε: Σε περίπτωση έκτακτου συμβάντος, ποιος θα αναλάβει την ευθύνη; Οι εκπαιδευτικοί, ήδη επιφορτισμένοι με τεράστιο παιδαγωγικό και διοικητικό φορτίο, δεν έχουν ούτε την ιατρική εκπαίδευση, ούτε την θεσμική αρμοδιότητα να διαχειριστούν κρίσιμα περιστατικά υγείας. Οποιαδήποτε επιλογή πολιτικής που οδηγεί σε αποδυνάμωση της παρουσίας των σχολικών νοσηλευτών εντός των σχολείων, ανοίγει τον δρόμο για μετακύλιση της ευθύνης σε μη αρμόδιους. Κι αυτό, πέρα από παιδαγωγικά και ηθικά ζητήματα, συνιστά και ένα σοβαρό θεσμικό ρίσκο, το οποίο δεν μπορεί να αγνοηθεί από την Πολιτεία.
Το τίμημα; Το τίμημα είναι βαρύ – και δεν θα το πληρώσουν εκείνοι που νομοθετούν από γραφεία. Το τίμημα θα το πληρώσουν: Οι μαθητές που θα μείνουν χωρίς άμεση υποστήριξη τη στιγμή της κρίσης. Οι γονείς, που καλούνται να εμπιστευθούν ένα σύστημα το οποίο δηλώνει ότι προστατεύει τα παιδιά τους, αλλά αφήνει την κρίσιμη στιγμή στην τύχη και στη διαθεσιμότητα πιθανόν κάποιου «αλλού», αναζητώντας ευθύνες εκ των υστέρων, όταν θα είναι πια αργά. Οι εκπαιδευτικοί, που θα βρεθούν με την ευθύνη ενός επεισοδίου στα χέρια τους, χωρίς να την έχουν επιλέξει. Η πρόληψη οφείλει να προηγείται του κινδύνου, όχι να έπεται του συμβάντος. Η φροντίδα υγείας δεν μπορεί να προσφέρεται περιστασιακά, ούτε να υπολογίζεται με βάση τη γεωγραφική ακτίνα. Η ευθύνη για την υγειονομική ασφάλεια των μαθητών είναι συλλογική — αλλά πρωτίστως θεσμική.»
Σχολική νοσηλεύτρια στο Dnews: «Aντί να έχουμε σε κάθε σχολείο έναν νοσηλευτή μας ζητάνε να έχουμε μισό»
Ενδιαφέρουσα είναι και η τοπόθέτηση της σχολικής νοσηλεύτριας Ιωάννας Φεβράνογλου που μίλησε αποκλειστικά στο Dnews, εκφράζοντας σοβαρές ανησυχίες για το νομοσχέδιο και την επίμαχη διάταξη. «Προσλαμβανόμαστε όταν υπάρξει ανάγκη και απολυόμαστε στο τέλος της σχολικής χρονιάς. Αναλαμβάνουμε παιδιά με πολύ συγκεκριμένες νοσηλευτικές ανάγκες, όπως διαβήτη, επιληψία, αλλεργίες, κολοστομία και άλλα χρόνια νοσήματα.» σημειώνει.
Για να εγκριθεί η παρουσία σχολικού νοσηλευτή, απαιτείται ιατρική γνωμάτευση από δημόσιο νοσοκομείο που να αποδεικνύει την ανάγκη νοσηλευτικής φροντίδας εντός του σχολικού περιβάλλοντος. Όπως εξηγεί, η υποστήριξη πρέπει να είναι συνεχής: «Δεν γίνεται να είμαι ταυτόχρονα σε δύο ή τρία σχολεία όταν το παιδί που παρακολουθώ χρειάζεται διαρκή παρουσία. Ένα αλλεργικό παιδί μπορεί να εκτεθεί σε αλλεργιογόνο εν αγνοία του – τότε, κάποιος πρέπει να αξιολογήσει την κατάσταση άμεσα και να του χορηγήσει σωτήρια ένεση. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει ένας εκπαιδευτικός. Δεν είναι εκπαιδευμένος».
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στα παιδιά με διαβήτη, τα οποία χρειάζονται τακτική παρακολούθηση: «Οι τιμές της γλυκόζης ανεβοκατεβαίνουν πολλές φορές μέσα στη μέρα. Δεν μπορείς να τις μετρήσεις το πρωί και να φύγεις, πιστεύοντας πως όλα θα πάνε καλά. Η υποστήριξη αυτών των παιδιών είναι συνεχής και απρόβλεπτη».
Το ίδιο ισχύει και για παιδιά με επιληψία: «Αν συμβεί επεισόδιο, πρέπει να καταγράψουμε τη διάρκειά του για να δώσουμε σωστά το φάρμακο. Δεν είναι απλά τα πράγματα. Δεν γνωρίζεις πότε και τι θα συμβεί. Κάθε στιγμή μετράει».
Η ίδια περιγράφει πως πέρα από τα παιδιά με εγκεκριμένη ανάγκη υποστήριξης, υπάρχουν και τα «υγιή» παιδιά, που τραυματίζονται καθημερινά: «Ένα παιδί μπορεί να χτυπήσει στο καλοριφέρ, να λιποθυμήσει στην παράσταση ή στο διάλειμμα. Αυτά είναι τα πιο συχνά περιστατικά. Κι αυτά τα αναλαμβάνω, ενώ παρακολουθώ και το παιδί με διαβήτη ή με επιληψία. Η παρουσία μας στο σχολείο είναι προληπτική. Επειδή είμαστε εκεί, προλαβαίνουμε τα σοβαρά περιστατικά πριν συμβούν».
«Συνεννοούμαι με τους γονείς των παιδιών που φροντίζω για να μη χάνουν τις εκδρομές. Τα υπόλοιπα παιδιά όμως που φροντίζω μένουν στο σπίτι εκείνη τη μέρα αφού συνοδεύω ένα από τα υπόλοιπα παιδιά σε εκδρομή. Οι γονείς δεν τα στέλνουν στο σχολείο όταν απουσιάζω για συνοδεία, γιατί δεν νιώθουν ασφάλεια. Κανένας δάσκαλος δεν ξέρει πρώτες βοήθειες. Είναι άδικο. Κανένα παιδί δεν πρέπει να αποκλείεται από μια δραστηριότητα επειδή δεν υπάρχει νοσηλευτής». Μάλιστα μοιράστηκε μαζί μας και ένα ενδεικτικό περιστατικό που έχει ζήσει και αποτυπώνει το πόσο σημασία έχει να είναι πάντα παρούσα στο σχολείο.
«Σε μια σχολική γιορτή, ένα παιδί λιποθύμησε, έπεσε και έσκισε το πρόσωπό του άσχημα από τα μαλλιά μέχρι τη μύτη. Αιμορραγούσε ακατάσχετα. Οι δασκάλες λιποθύμησαν από το σοκ. Μια από τις λιπόθυμες είχε και καρδιολογικό πρόβλημα. Αν έλειπα, ποιο περιστατικό θα έπρεπε να εγκαταλείψω; Το παιδί με την αιμορραγία ή το παιδί με υπογλυκαιμία; Ποιος θα έπαιρνε την ευθύνη; Είναι μείζον θέμα – δεν είναι θεωρητικό. Είναι η πραγματικότητα των σχολείων».
«Όσο περισσότερο τρέχει ο νοσηλευτής, τόσο αυξάνεται η κόπωση και τα λάθη. Μελέτες δείχνουν ισχυρή σύνδεση ανάμεσα σε burnout και ασφάλεια. Ό,τι «γλιτώνουμε» σε μισθούς, θα το πληρώσουμε σε διακομιδές, νοσηλείες, αγωγές. Ποιος θα είναι ο υπεύθυνος θελω να ξέρω. Πώς θα σου φαινόταν αν το παιδί σου έπεφτε, μάτωνε ή πάθαινε υπογλυκαιμία και ο νοσηλευτής έπρεπε να διασχίσει δύο δρόμους για να φτάσει; Πώς θα σου φαινόταν δάσκαλε να μετρήσεις γλυκόζη, να κάνεις ινσουλίνη ή ενδομυϊκή αδρεναλίνη μόνος σου γιατί εγώ θα φροντίζω παιδιά σε άλλο σχολείο; Και αν γίνει η στραβή, ποιος θα είναι υπεύθυνος;»
Κλείνοντας, επισημαίνει στο Dnews την ανάγκη καθολικής παρουσίας σχολικών νοσηλευτών:
«Το νομοσχέδιο έχει ασάφειες. Δεν μπορούμε να μιλάμε για μισούς νοσηλευτές, όταν χρειαζόμαστε έναν σε κάθε σχολείο, ανεξαρτήτως αν υπάρχει ήδη μαθητής με έγκριση ή όχι. Ατυχήματα συμβαίνουν κάθε μέρα. Αντί να ενισχύουν τον ρόλο μας, τον αποδυναμώνουν. Δεν πρέπει να περάσει αυτή η διάταξη».
{https://www.facebook.com/melenia.clowndoctor/posts/pfbid09ZXGL51Pf63oug3fdFVHPKoJvhSkDFuKhv7w11RSfYVCitJe852MFF67fLErb9Vcl}































