Το φάντασμα του φόβου πλανιέται πάνω από την Ευρώπη. Αυτός ο φόβος που άλλοτε είναι κινητήρια δύναμη, άλλοτε παραλύει και άλλοτε οδηγεί σε παραλογισμούς.
Σε κάθε περίπτωση βοηθάει στον αποπροσανατολισμό των ευρωπαϊκών λαών, στην ταύτιση με τα συμφέροντα των κυρίαρχων οικονομικών κύκλων και ετοιμάζει τους λαούς για να αποκτήσουν κατά τον κ. Δένδια «κουλτούρα αυτοθυσίας». Όχι βέβαια για τις απειλές κατά της χώρας μας.
Ο φόβος δημιουργεί το κατάλληλο κλίμα ώστε να προωθούνται εξοπλιστικά προγράμματα και να μειώνονται οι κοινωνικές παροχές. Προκαλεί αναστολές στις κοινωνικές αναταραχές και τελικά καθορίζει τον «εχθρό» της Ευρώπης ώστε οι κυρίαρχοι οικονομικοί και κυβερνητικοί κύκλοι να ενεργούν εντός ανενόχλητοι.
Ο Τράμπ θέλει να κλείσει όπως-όπως το Ουκρανικό για να μη σπαταλάει χρήματα εκεί που δεν έχει στρατηγικό συμφέρον αφού άρπαξε με συμφωνία τον πλουτοπαραγωγικό πλούτο της χώρας και τώρα θέλει να στρίψει την ισχύ του στον Ειρηνικό απέναντι στην Κίνα και να επιβάλλει τη θέλησή του στη Λατινική Αμερική, όπου οι κάθε μορφής αριστερές κυβερνήσεις σηκώνουν κεφάλι ανεξαρτησίας, στρέφονται στους BRICS και φιλοξενούν ρωσικά και κινεζικά συμφέροντα.
Στις μέρες μας πρώτη επιδίωξη είναι η αλλαγή του καθεστώτος Μαδούρο με κάποιο άλλο απόλυτα ελεγχόμενο. Και φυσικά θα ακολουθήσει η Βραζιλία, η Κολομβία, το Μεξικό, ίσως η Χιλή και η Κούβα.
Οι Ευρωπαίοι θέλουν τη συνέχιση του πολέμου γιατί αποτελεί το μόνο συνεκτικό στοιχείο ώστε τα ευρωπαϊκά κράτη να βρίσκονται στην ίδια ομάδα συμφερόντων και οι λαοί να μην εξεγείρονται. Η «οικονομία πολέμου» είναι το εργαλείο και όχι ο σκοπός.
Καθημερινά στον Τύπο βρίσκονται επισφαλή σενάρια για δράση Ρώσων πρακτόρων, drones ακόμη και πάνω από το αεροδρόμιο του Άμστερνταμ ή του Όσλο, επιχειρήσεις κυβερνοπολέμου, κίνδυνο σαμποτάζ. Η Πολωνία ανέπτυξε 10.000 στρατιώτες για να φυλάνε τις σιδηροδρομικές γραμμές.
Από την Νορβηγία μέχρι την Ρουμανία, ο φόβος επικείμενης ρωσικής επίθεσης έχει κυριαρχήσει. Ιδιαίτερα στις Βαλτικές χώρες όπου ζει μεγάλο ποσοστό ρωσόφωνου πληθυσμού που στερείται δικαιωμάτων, ο παραλογισμός κορυφώνεται.
Η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης απέτυχε. Η οικονομική εκτός του κοινού νομίσματος επίσης. Οι προσπάθειες για «πράσινη ανάπτυξη» απέτυχαν ή ξεπεράστηκαν από την αμερικανική πολιτική.
Η Ευρώπη τώρα κινδυνεύει να απομονωθεί και να εγκαταλειφθεί ακόμη και από τις ΗΠΑ, να μείνει αποβιομηχανοποιημένη, με την αγροτική παραγωγή παραδομένη σε τρίτες χώρες μετά τις συμφωνίες του Μάαστριχτ τη δεκαετία του ’90, συμπιεσμένη από την κινεζική παραγωγή και την γεωπολιτική του Πούτιν.
Οι συντηρητικές κυβερνήσεις της Ευρώπης, ανάμεσά τους και οι σοσιαλδημοκρατικές, κατέφυγαν στη λογική του «αναπόφευκτου» πολέμου που θα έρθει σύμφωνα με τις υπηρεσίες πληροφοριών το 2029. Μόνο την ημερομηνία δεν καθόρισαν…
Εργαλεία τους είναι οι εξοπλισμοί, η επιστροφή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας και ο φόβος απέναντι στον «κοινό εχθρό»’.
Για τους εξοπλισμούς σπαταλούνται τα χρήματα που αλλιώς θα πήγαιναν στην παραγωγική ανάπτυξη και τις κοινωνικές δαπάνες ενώ γενικεύεται η θητεία, η οποία είχε καταργηθεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες μετά την δεκαετία του ’90 εκτός από τις σκανδιναβικές και την χώρα μας.
Η στρατιωτική θητεία στην Ευρώπη θεωρείτο από τον Ένγκελς, τον 19ο αιώνα, προοδευτικό αντίβαρο απέναντι στους μισθοφορικούς στρατούς και εκθειαζόταν ο Μπίσμαρκ για τις δυο μεταρρυθμίσεις, την υποχρεωτική Παιδεία και την υποχρεωτική καθολική στράτευση. Μέχρι που αυτός ο στρατός χρησιμοποιήθηκε για να φτάσει έξω από το Παρίσι το 1871 και να κυκλώσει, σε συνεργασία με τον ηττημένο γαλλικό στρατό του Ναπολέοντα Γ΄, την επαναστατημένη πόλη. Τώρα έρχεται από τις ίδιες ευρωπαϊκές χώρες για να εδραιώσει τον καθολικό φόβο και να προετοιμάσει τον πόλεμο.
Στη δική μας χώρα, απέναντι στην τουρκική απειλή, είναι διαφορετική περίπτωση και δικαιολογείται η υποχρεωτική στράτευση αρκεί να μη χρησιμοποιηθεί σε άλλες εμπλοκές που επιτάσσουν οι δήθεν «συμμαχικές» υποχρεώσεις.
Ο Πούτιν αφού απέτυχε αρχικά με 120.000 στρατιώτες να ρίξει το καθεστώς Ζελένσκυ, μπόρεσε να οργανώσει το στρατό του, να αποκρούσει το 2023 την ουκρανική αντεπίθεση και τώρα με μελετημένο πόλεμο «τριβής» απωθεί σταδιακά τον αποδυναμωμένο ουκρανικό στρατό προς τον Δνείπερο. Ξεπέρασε για την ώρα τις δυτικές κυρώσεις, σύσφιγξε τις σχέσεις με την Κίνα και υποσχέθηκε οπλικά συστήματα, τις προηγούμενες μέρες, στη διάσκεψη των χωρών της Κεντρικής Ασίας στο Μπισκέκ του Κυργυστάν.
Το συμφέρον του Πούτιν είναι η συνέχιση του πολέμου μέχρι να πέσει το καθεστώς και πιθανόν να επιτευχθεί ο αποκλεισμός της Ουκρανίας από την θάλασσα.
Ο Τραμπ αποδυναμώνει την ουκρανική ηγεσία με την αποκάλυψη σκανδάλων για να την αναγκάσει να συνθηκολογήσει.
Οι Ευρωπαίοι θεωρούν τον Ζελένσκυ την τελευταία τους ελπίδα για ένα μακροχρόνιο πόλεμο ή μια ασταθή «ειρήνη» που θα τους δώσει την ευκαιρία να ενισχύσουν την Ουκρανία και να περισφίξουν τη Ρωσία.
Οι Ουκρανοί έχουν περί τις 15.000 απώλειες στο πεδίο της μάχης κάθε μήνα και άλλες 15.000 λιποταξίες ενώ οι αναπληρώσεις τους είναι 17.000. Η τάση είναι προφανώς αρνητική.
Οι Ρώσοι ενισχύονται με 30.000 στρατιώτες κάθε μήνα ενώ οι απώλειές τους είναι μικρότερες και για την ώρα δεν έχουν κάνει υποχρεωτική επιστράτευση.
Οι Ρώσοι έχουν στο μέτωπο 750.000 στρατιώτες, οι Ουκρανοί 350.000 και οι Ευρωπαίοι έχουν για άμεση χρήση μόλις ένα Σώμα Στρατού με 30.000 στρατιώτες και μέχρι 400.000 σε δεύτερη φάση, χωρίς τους Αμερικανούς και τους Τούρκους.
Το 1962 η κρίση της Κούβας προέκυψε από την τοποθέτηση σοβιετικών πυραύλων 90 μίλια από την Φλόριντα. Τώρα τίθεται αντίστοιχο θέμα κοντά στα ρωσικά σύνορα. Οι κρίσεις των υπερδυνάμεων προκαλούνται συνήθως από τα πυραυλικά συστήματα.
Στο μεταξύ μια άλλη προσπάθεια «έγχρωμης» επανάστασης γίνεται στη Γεωργία όπου η κυβέρνηση προσπαθεί να ελέγξει τα οικονομικά των ευρωπαϊκών ΜΚΟ. Ένα άλλο μέτωπο είναι πιθανό. Η χώρα είναι διχασμένη ανάμεσα στις ευρωπαϊκές υποσχέσεις και στα συμφέροντα με τον μεγάλο γείτονα, με το οποίο οι εμπορικές σχέσεις ποτέ δεν σταμάτησαν.
Να θυμηθούμε ότι η Γεωργία μαζί με την Ουκρανία είχαν προταθεί στο Βουκουρέστι το 2008 για ένταξη στο ΝΑΤΟ και είχαν αντιταχθεί η Μέρκελ και ο Σαρκοζύ.
Οι τουλάχιστον 70.000 νεκροί στη Γάζα, η συνεχιζόμενη ισραηλινή βία στο Λίβανο και στη Δυτική Όχθη, ο αποκλεισμός του εναέριου χώρου της Βενεζουέλας μας θυμίζουν ότι το διεθνές δίκαιο έχει ξεχαστεί.
Η μείωση της ανθρωπιστικής βοήθειας στις φτωχές χώρες ακόμη και από την αμφιλεγόμενη USAID δείχνει τις προτεραιότητες των ισχυρών.
Η αυθαιρεσία και η καταπίεση σε κάθε φωνή που υποστηρίζει την Παλαιστίνη στα αμερικανικά πανεπιστήμια ή στην Ευρώπη δείχνουν τον βαθμό ανελευθερίας.
Τα ωράρια εργασίας που αυξάνονται ακόμη και στις 13 ώρες, οι μισθοί που παραμένουν στάσιμοι ή αυξάνονται οριακά, οι συμμαχίες κυβερνήσεων με συμβιβασμένες ηγεσίες εργαζομένων όπως η ΓΣΕΕ, δείχνουν ποιος είναι ο κερδισμένος για την ώρα.
Το μέλλον είναι φανερό ότι θα είναι η βαρβαρότητα ή ο σοσιαλισμός.
Οι πολεμικές προπαρασκευές, σαν έσχατη λύση εξόδου από την έλλειψη ανάπτυξης και τα χαμηλά κέρδη, δείχνουν ότι η κρίση δεν θα περιοριστεί στον οικονομικό τομέα και στη φτωχοποίηση ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων. Η υπερσυσσώρευση κεφαλαίων που αναζητούν διέξοδο, η μείωση του ποσοστού κέρδους και η αναζήτηση νέων πόρων και πηγών ενέργειας, οδηγούν σε πολεμικές συγκρούσεις.
Η κρίση αγγίζει τα μη ευνοημένα μεσαία στρώματα, τα οποία αποπροσανατολισμένα στηρίζουν λύσεις που πολιτικά ευνοούν τα«’κόμματα του πολέμου» και της αντιπαράθεσης της Δύσης με την Ρωσία και την Κίνα.
Η γενικότερη αστάθεια ευνοεί την κλιμάκωση της κρίσης και προοιωνίζει την μελλοντική σκληρότητα των συγκρούσεων.
Οι δεξιές κυβερνήσεις ετοιμάζονται να συνεργαστούν με την ακροδεξιά ή να βάλουν στο χέρι τμήματα της σοσιαλδημοκρατίας προκειμένου να εξυπηρετήσουν καλύτερα τα συμφέροντα των ισχυρών.
Οι τωρινές αντιδράσεις των αγροτών και η στάση της κυβέρνησης στη χώρα μας, δείχνουν τα αδιέξοδα στην ευρωπαϊκή πολιτική της Ε.Ε. και την άρνηση της κυβέρνησης να ακολουθήσει ανεξάρτητη πολιτική. Η «οικονομία του πολέμου» σημαίνει εγκατάλειψη της πολιτικής αγροτικής παραγωγής. Η διατροφή των πολιτών έρχεται σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τις εξωτερικές περιπέτειες.
Η νεοφιλελεύθερη άποψη που καλλιεργείται ότι η «ευημερία» και η συνεκμετάλλευση του Αιγαίου στα ενεργειακά θα καλύψουν τις διαφορές με την Τουρκία, κρύβουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Ότι θα υπάρξουν αναφλέξεις, επικίνδυνες για την περιοχή. Εκτός αν εννοούν «ευημερία» μόνο για τα αμερικανικά συμφέροντα που θα σταθούν πάνω από τις δυο χώρες.
Όσοι ονειρεύονται ότι θα ωφεληθούμε από την εμπλοκή μας ας θυμηθούν την τύχη του ελληνικού σώματος στρατού με 21.000 άνδρες στην Ουκρανία το 1919.
Η στοιχειώδης λαϊκή αμυντική στάση απαιτεί οργάνωση, σοβαρή ιδεολογική συγκρότηση και βούληση για πάλη. Δυστυχώς και οι τρείς παράγοντες δεν περισσεύουν.
Για τα ελληνικά δεδομένα, η λύση είναι μακριά από κρίσεις που προκαλούνται από τα αδηφάγα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων.
Έχουμε τους δικούς μας γειτονικούς κινδύνους και απειλές και τα συμφέροντα του λαού μας.
(Ο Νίκος Τόσκας είναι υποστράτηγος ε.α. και πρώην υπουργός)





























