Η Έφη Αχτσιόγλου είπε τις προάλλες μια μεγάλη αλήθεια: «Ο Στέφανος Κασσελάκης είναι μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης». Η παρουσία του κ. Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και ο τρόπος που πολιτεύεται λειτουργεί αποτρεπτικά ή έστω προβληματικά για οποιοδήποτε απευθείας διάλογο μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. Διότι ο κ. Κασσελάκης μοιάζει να μην συμφωνεί με όσα λέει. Την μια μέρα αποκλείει από τις συζητήσεις το ΠΑΣΟΚ και τον Ν. Ανδρουλάκη επειδή τον θεωρεί εκβιαζόμενο για τις υποκλοπές και την άλλη λέει πως ήταν λάθος όσα είπε για τον Ανδρουλάκη. Την μια μέρα λέει πως δεν τον ενδιαφέρει η μεγάλη κεντροαριστερά και την άλλη πως θα βάλει υποψηφιότητα αν στηθεί μια μεγάλη κάλπη.
Την ίδια ώρα μάλιστα βάζει βέτο για συμμετοχή στις συζητήσεις της Νέας Αριστεράς. Και το κάνει χρησιμοποιώντας ανιστόρητες συγκρίσεις περί αποστατών. Στον αντίποδα θεωρεί ευπρόσδεκτη στο διάλογο των προοδευτικών δυνάμεων την Ζωή Κωνσταντοπούλου, δημιουργώντας εσωτερικό ζήτημα στο κόμμα του.
Τα πράγματα, δηλαδή, θα ήταν πολύ πιο εύκολα και φυσιολογικά για απευθείας διάλογο των δυο κόμματων αν η κυρία Αχτσιόγλου είχε εκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά συνέπεια είναι ένα σοβαρό ερώτημα στο τραπέζι αν «καταπίνεται» ο κ. Κασσελάκης, αλλά και πώς «ξεπερνιέται». Με την έννοια πως είναι εκλεγμένος πρόεδρος και έναρξη συζητήσεων με αποκλεισμούς δεν κάνει πάντα καλό. Έστω και αν αυτοί, οι αποκλεισμοί, στην περίπτωσή του, μοιάζουν αυτονόητοι!
Συνεπώς η κατάσταση είναι σαν σουντόκου για δυνατούς λύτες. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που το ΠΑΣΟΚ έχει μπει σε μια φάση εσωτερικής περιδίνησης αναφορικά με το θέμα της ηγεσίας του. Η εξίσωση δυσκολεύει ακόμα περισσότερο από τη στιγμή που σήμερα που μιλάμε δεν γνωρίζει κανείς αν το προσεχές Φθινόπωρο θα στηθούν κάλπες για τον πρόεδρο του κόμματος ή αν αυτό θα γίνει σε 1,5 χρόνο από τώρα. Η λογική λέει πως η διαδικασία δεν μπορεί πλέον να πάει μακριά ούτε να σούρνεται το ζήτημα της αμφισβήτησης της ηγεσίας…
Άλλωστε ακόμα και οι εν εξελίξει διεργασίες στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ γίνονται (και) με γνώμονα το «όλον». Ήδη από το βράδυ των ευρωεκλογών ο κ. Ανδρουλάκης εξήγγειλε πως θα πάρει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς. Κοιτώντας κυρίως προς την πλευρά του Αλέξη Χαρίτση και ενός σοβαρού τμήματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Τα προαναφερθέντα δεν περιγράφουν μια ειδυλλιακή κατάσταση, αντιθέτως μαρτυρούν γιατί είναι δύσκολο να μαζευτούν όλα τα κομμάτια του παζλ της κεντροαριστεράς. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένα ακλόνητο επιχείρημα: Η ανάγκη της κοινωνίας για τη συγκρότηση ενός εναλλακτικού προοδευτικού πόλου. Και αυτή την ανάγκη δεν μπορεί να την υποτιμήσει κανένας από τους παίχτες σε όλο το φάσμα της κεντρο-αριστεράς.
Κατά συνέπεια και ανεξάρτητα από τις εμφανείς δυσκολίες είναι υποχρέωση των ηγεσιών και των προσωπικοτήτων του χώρου να βρουν τον τρόπο να συνομιλήσουν. Να βάλουν στην άκρη τις φιλοδοξίες τους και να συμφωνήσουν σε ένα προγραμματικό πλαίσιο. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν στον κοντινό ορίζοντα προγραμματισμένες εθνικές εκλογές είναι δίκοπο μαχαίρι. Προφανώς δεν θα γίνει κάτι με εκβιαστικό τρόπο, ούτε όμως μπορεί να υπάρχει μακαριότητα. Απαιτείται (σχηματικά) ένα εξαμηνιαίο πλάνο, πάνω στο οποίο θα μπουν οι βάσεις της συνεργασίας. Πρώτα τα προγραμματικά και μετά τα διαδικαστικά και βεβαίως τα πρόσωπα. Μιλάμε μάξιμουμ για μια 20αδα προσώπων από όλα τα κόμματα που πρέπει να βρούνε τους κώδικες συνεννόησης. Με ειλικρίνεια, αίσθημα ευθύνης, μακριά από ανταγωνισμούς, μωροφιλοδοξίες και μικρομεγαλισμούς. Είναι μάλλον προφανές ποιοι από το ΠΑΣΟΚ, την Νέα Αριστερά αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να διαδραματίσουν εποικοδομητικούς ρόλους και ποια είναι τα τοξικά στελέχη.
Και κάτι ακόμα που όλοι πρέπει να αντιληφθούν: Ο χρόνος έχει αρχίσει να μετράει αντίστροφα για την κυβέρνηση. Πολύ δύσκολα θα υπάρξει ανάκαμψη. Αντιθέτως και με αυτές τις αποτυχημένες επιλογές που έκανε ο πρωθυπουργός σε επίπεδο υπουργών, είναι βέβαιο πως η δυσαρέσκεια θα ενισχυθεί. Οι δημοσκοπήσεις το Φθινόπωρο θα δείχνουν την κυβέρνηση σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά, προς το 20%. Άρα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα αντιδράσει ο πρωθυπουργός. Κυρίως αν θα επιδιώξει να πιάσει στον ύπνο την αντιπολίτευση και να «προλάβει» το ενδεχόμενο μιας πλατιάς συμμαχίας…
(Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος είναι δημοσιογράφος)






























