Το 2025 εξελίχθηκε σε χρονιά καμπής –και ταυτόχρονα κρίσης– για την παγκόσμια αγορά αιολικής ενέργειας, φέρνοντας στην επιφάνεια τις αδυναμίες ενός κλάδου που έως πρόσφατα παρουσιαζόταν ως βασικός πυλώνας της ενεργειακής μετάβασης.
Μια αλληλουχία πολιτικών ανατροπών με διεθνή αντίκτυπο, επιχειρηματικών αναδιπλώσεων και απροσδόκητα χαμηλής παραγωγής σε κομβικές αγορές δημιούργησε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας, οδηγώντας σε «πάγωμα» επενδύσεων και σε αισθητή απώλεια εμπιστοσύνης. Καθοριστική υπήρξε η αιφνίδια μεταστροφή της ενεργειακής πολιτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε σε πλήρη αναστροφή της στήριξης προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε συνδυασμό με τη φανερή κόπωση της ευρωπαϊκής αγοράς, η εξέλιξη αυτή κατέστησε το 2025 μία από τις δυσκολότερες χρονιές που έχει καταγράψει ποτέ η αιολική βιομηχανία.
Στην Ευρώπη, και ιδίως στη Γερμανία και τη Δανία, η περιορισμένη ανταπόκριση στις δημοπρασίες για νέα αιολικά έργα ενίσχυσε την εικόνα στασιμότητας. Τα προβλήματα, ωστόσο, αποδείχθηκαν ευρύτερα και όχι αποκλειστικά αμερικανικά ή ευρωπαϊκά. Μαζικές απολύσεις, ακυρώσεις ή αναβολές επενδυτικών σχεδίων και παρατεταμένες περίοδοι χαμηλής παραγωγής σε αγορές στρατηγικής σημασίας συνέθεσαν το σκηνικό μιας χρονιάς που ο κλάδος θα ήθελε να ξεχάσει. Παρά ταύτα, αναλυτές αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο σταδιακής ανάκαμψης από το 2026, είτε μέσω βελτιωμένων κινήτρων στις δημοπρασίες είτε μέσω προσαρμογών στις εφοδιαστικές αλυσίδες και της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας.
Ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας για την εικόνα της αιολικής ενέργειας το 2025 ήταν η χαμηλότερη του αναμενόμενου απόδοση των υφιστάμενων πάρκων, που έπληξε τη φήμη του κλάδου ως αξιόπιστης πηγής ηλεκτροπαραγωγής. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η αύξηση της παραγωγής ήταν η μικρότερη των τελευταίων δύο δεκαετιών, κυρίως λόγω της υποχώρησης στην Ευρώπη και στη Νότια Αμερική. Σύμφωνα με στοιχεία της δεξαμενής σκέψης Ember, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά τους πρώτους δέκα μήνες του 2025 έφθασε τις 2.158 τεραβατώρες. Αν και πρόκειται για ιστορικό υψηλό, η αύξηση περιορίστηκε στο 7% σε σχέση με το 2024, πολύ χαμηλότερα από τον μέσο ετήσιο ρυθμό 14% της περιόδου 2015-2024.
Στην Ευρώπη, τέσσερις συνεχόμενοι μήνες πτώσης της παραγωγής αποδείχθηκαν καθοριστικοί, ενώ ακόμη και η Ασία, που αντιπροσωπεύει περίπου το 45% της παγκόσμιας αιολικής παραγωγής, κατέγραψε παροδικές μειώσεις το φθινόπωρο. Την ίδια στιγμή, στις ΗΠΑ η ακύρωση επιδοτήσεων, η επίσπευση της κατάργησης φοροαπαλλαγών και οι αυστηρότεροι κανονισμοί επιβράδυναν νέα έργα. Στην Ευρώπη, απογοητευτικές δημοπρασίες αποθάρρυναν κορυφαίους παίκτες, όπως η Orsted και η Vestas, ενώ στην Ιαπωνία η αύξηση του κόστους οδήγησε τη Mitsubishi να αποσυρθεί από υπεράκτια σχέδια που είχαν ορίζοντα το 2030, επιβεβαιώνοντας ότι οι πιέσεις στον κλάδο έχουν πλέον παγκόσμια διάσταση.





























