Αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο εγκρίνονται και ταξινομούνται αυτοκίνητα και ελαφρά φορτηγά φέρνει νέα κοινή υπουργική απόφαση των υπουργείων Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Οι αλλαγές αφορούν κυρίως στα οχήματα των κατηγοριών Μ1 και Ν1, δηλαδή στα επιβατικά και τα ελαφρά επαγγελματικά, και στόχος τους είναι να μειωθεί αισθητά ο χρόνος που απαιτείται, ώστε τα οχήματα να μπορούν να κυκλοφορούν ταχύτερα στην ελληνική αγορά.
Μέχρι σήμερα, η διαδικασία έκδοσης του Δελτίου Κοινοποίησης Έγκρισης Τύπου, που είναι απαραίτητο για την ταξινόμηση ενός οχήματος, συχνά χαρακτηριζόταν από καθυστερήσεις, γραφειοκρατία και έλλειψη σαφών προθεσμιών. Με τη νέα απόφαση καθιερώνεται μία αποκλειστική και ενιαία διαδικασία για τα συγκεκριμένα οχήματα.
Κεντρικό ρόλο αναλαμβάνουν οι διαπιστευμένες Τεχνικές Υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούν ως ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ των ενδιαφερόμενων και της αρμόδιας Διεύθυνσης Τεχνολογίας Οχημάτων. Οι υπηρεσίες αυτές παραλαμβάνουν τον φάκελο με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ελέγχουν την πληρότητα και την ορθότητά του και τον υποβάλλουν ηλεκτρονικά στο υπουργείο. Έτσι, ο αρχικός έλεγχος γίνεται εκτός δημόσιας διοίκησης, γεγονός που επιταχύνει σημαντικά τη διαδικασία.
Παράλληλα, για πρώτη φορά τίθενται σαφή χρονικά όρια για τα επιμέρους στάδια. Η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου υποχρεούται να καταχωρίζει τα στοιχεία και να επεξεργάζεται την αίτηση άμεσα, ενώ η υπογραφή του Δελτίου Έγκρισης Τύπου πρέπει να γίνεται μέσα σε δύο εργάσιμες ημέρες από την ολοκλήρωση της καταχώρισης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι, εφόσον ο φάκελος είναι σωστός, η έγκριση μπορεί να εκδοθεί σε ελάχιστο χρόνο σε σχέση με το παρελθόν.
Για να διασφαλιστεί όμως ότι η ταχύτητα δεν θα γίνει εις βάρος της λογοδοσίας και της ασφάλειας, θεσπίζεται σύστημα δειγματοληπτικών ελέγχων. Ένα ποσοστό των εκδοθέντων εγκρίσεων θα ελέγχεται εκ των υστέρων και, αν εντοπιστούν λάθη, προβλέπονται κυρώσεις για τις Τεχνικές Υπηρεσίες, ανάλογα με τη σοβαρότητα του σφάλματος. Σε βαριές περιπτώσεις, μπορεί να φτάσει ακόμη και στην προσωρινή ή οριστική αφαίρεση της άδειάς τους.































