Οι συνεδριάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αλλά και της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), την προηγούμενη εβδομαδα δεν άφησαν καμία αμφιβολία ότι ο ανοδικός κύκλος των επιτοκίων έχει κλείσει και για τις δύο.
Μετά από 11 αυξήσεις συνολικού ύψους 525 μονάδων βάσης που έφεραν το βασικό της επιτόκιο στο εύρος μεταξύ του 5,25% και του 5,5%, η Fed το διατήρησε αμετάβλητο για τρίτη συνεχόμενη συνεδρίαση. Αντίστοιχα, η ΕΚΤ διατήρησε αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκιά της για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση, με το επιτόκιο καταθέσεων να παραμένει στο 4%, μετά από 10 αυξήσεις που ανήλθαν συνολικά σε 450 μ.β. Στη συνεδρίαση της Fed μάλιστα έγινε συζήτηση για μειώσεις επιτοκίων, με τα στελέχη της να προβλέπουν – στο πλαίσιο των τριμηνιαίων προβλέψεων τους για την οικονομία – τρεις τέτοιες κινήσεις, της τάξης των 25 μ.β. η κάθε μία, μέσα στο 2024. Η στροφή στη νομισματική πολιτική της φάνηκε να δικαιώνει τις εκτιμήσεις των αγορών χρήματος, αν και αυτές περιμένουν ακόμη περισσότερες μειώσεις το επόμενο έτος.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΚΤ απέφυγε τόσο με την ανακοίνωση που εξέδωσε μετά τη συνεδρίαση όσο και με τις δηλώσεις της προέδρου της, Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, οποιαδήποτε αναφορά για τον χρόνο μείωσης των επιτοκίων, ενώ οι αγορές προέβλεπαν ως πολύ πιθανό να γίνει τον Μάρτιο η πρώτη κίνηση στην κατεύθυνση αυτή και συνολικά να υπάρξουν έξι μειώσεις μέσα στο 2024.
Οι αγορές έκαναν τις προβλέψεις αυτές με βάση ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έχει μειωθεί περισσότερο απ’ ότι στις ΗΠΑ – στο 2,4% έναντι 3,1%, αντίστοιχα, τον Νοέμβριο – και η οικονομία της συρρικνώθηκε οριακά στο γ’ τρίμηνο (0,1% σε τριμηνιαία βάση, ενώ σε ετήσια βάση ήταν στάσιμη).
Η Λαγκάρντ παραδέχθηκε ότι ο πληθωρισμός μειώθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο και ότι οι προοπτικές, με βάση τις νέες προβλέψεις του προσωπικού της ΕΚΤ, είναι ευνοϊκότερες σε σχέση με αυτές του Σεπτεμβρίου, με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να αναμένεται να αυξηθεί 2,7% σε μέσα επίπεδα το 2024 και 2,1% το 2025.
Από τις δηλώσεις της Λαγκάρντ προκύπτει ότι δεν πρέπει να αναμένεται μείωση των επιτοκίων στις δύο πρώτες συνεδριάσεις του 2024 (Ιανουαρίου και Μαρτίου), ενώ από εκεί και πέρα τα πάντα θα εξαρτηθούν από το αν η ΕΚΤ θα έχει τα στοιχεία που θέλει για να βεβαιωθεί για τη μείωση του πληθωρισμού, σε συνδυασμό και με την πορεία της οικονομίας, για την οποία η ΕΚΤ προβλέπει και το 2024 περισσότερο μία στασιμότητα (αύξηση 0,8% του ΑΕΠ από 0,6% εφέτος).
Οι αγορές μετέθεσαν για τον Απρίλιο την πρόβλεψή τους για την πρώτη μείωση των επιτοκίων μετά τις δηλώσεις Λαγκάρντ, αλλά εμμένουν σε συνολικά έξι μειώσεις, της τάξης των 25 μ.β. η κάθε μία, το επόμενο έτος. Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα έπρεπε να μειώνει τα επιτόκια σε κάθε συνεδρίαση από τον Απρίλιο και μετά, κάτι που κάποιοι αναλυτές θεωρούν υπερβολικό. Οι αγορές αναμένουν τώρα ότι η Fed μπορεί να μειώσει πρώτη τα επιτόκια από τον Μάρτιο, όπως είχε προηγηθεί και της ΕΚΤ στις αυξήσεις των επιτοκίων.