Όπως αναφέρει η Τράπεζα σκοπός της μελέτης είναι να συνεισφέρει σε αυτό το δημόσιο διάλογο και τον προβληματισμό αναφορικά με τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας να οδηγηθεί σε μια έξοδο από το σημερινό υφεσιακό καθεστώς μέσω μιας ανάπτυξης βασισμένης στις παραγωγικές, δηλαδή στις μη-οικιστικές, επενδύσεις.
Σύμφωνα με την μελέτη της Πειραιώς, «παρά την αύξηση των επενδύσεων τα επόμενα 5 χρόνια, αναμένουμε η διαδικασία αποεπένδυσης να συνεχιστεί, καθώς οι αποσβέσεις θα εξακολουθούν να υπερτερούν των νέων επενδύσεων οδηγώντας την αξία του συσσωρευμένου αποθέματος κεφαλαίου στα 760 δισ. ευρώ το 2020.
Το μέγεθος αυτό κατέγραψε ιστορικό υψηλό στα 871 δισ. ευρώ το 2010, ενώ το 2015 περιορίστηκε στα 815 δισ. ευρώ.
Αυτό συνέβει διότι το διάστημα 2009-2015 υπήρξε μια περίοδος καθαρής αποεπένδυσης, δηλαδή μείωσης του αποθέματος παραγωγικού κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία, καθώς πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις αξίας 209 δισ. ευρώ, αλλά και αποσβέσεις 252 δισ. ευρώ.
«Κοιτώντας πιο μακριά τη δεκαετία 2021-2030, η καθαρή αύξηση κεφαλαίου κατά 185 δισ. ευρώ, θα είναι το αποτέλεσμα επενδύσεων 528 δισ. ευρώ και αποσβέσεων 343 δισ. ευρώ.
Δύσκολη είναι και η προσπάθεια αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, το οποίο σε μεγάλο βαθμό αφορούσε στην οικοδομή.
Σύμφωνα με την Τράπεζα Πειραιώς, εάν επιδιώκουμε να πετύχουμε μια αύξηση των μη-οικιστικών επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα κατά 10%, δηλαδή κατά 1,2 δισ. ευρώ, κοντά στο μέσο όρο της περιόδου 1997-2008, απαιτείται:
- Αύξηση της καθαρής ροής χρηματοδότησης κατά € 7,7 δισεκ.
- Αύξηση της υπερβάλλουσας ζήτησης (κατανάλωση & εξαγωγές) κατά € 8,1 δισεκ.
- Μείωση του πραγματικού επιτοκίου κατά 1,8%.
- Αύξηση του ΠΔΕ κατά € 2,0 δισεκ.
- Μείωση του δείκτη μεταβλητότητας του επιχειρηματικού κλίματος κατά 4,3 μονάδες.