Market Maven

Ο ανύπαρκτος προγραμματισμός των αμυντικών εξοπλισμών και ο νόμος που δεν εφαρμόζεται, η SQM Hellas, η Autohellas και η HR Aluguer de Automóveis

Ο ανύπαρκτος προγραμματισμός των αμυντικών εξοπλισμών και ο νόμος που δεν εφαρμόζεται, η SQM Hellas, η Autohellas και η HR Aluguer de Automóveis
Οι αμυντικοί εξοπλισμοί.

Μια εξαιρετικά χρήσιμη ευκαιρία αποτελεί η συζήτηση στη Βουλή για τον προγραμματισμό των αμυντικών εξοπλισμών και την αμυντική πολιτική της Ελλάδος που θα λάβει χώρα την Πέμπτη, 27 Μαρτίου, προκειμένου να καταδειχθεί το σε ποιο βαθμό η κυβέρνηση έχει ακολουθήσει το γράμμα του νόμου στα εξοπλιστικά και ειδικά το γράμμα του νόμου 4782/2021 που η ίδια ψήφισε σε σχέση με τα προγράμματα στρατιωτικού εξοπλισμού. Ο εν λόγω νόμος αντικατέστησε το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο του 2010 και καθόρισε δύο βασικά εργαλεία για τον σχεδιασμό των αμυντικών δαπανών: τον Μακροπρόθεσμο Προγραμματισμό Αμυντικών Εξοπλισμών (ΜΠΑΕ) και τον Κυλιόμενο Προγραμματισμό Συμβάσεων Στρατιωτικού Εξοπλισμού (ΚΠΣΣΕ). Ο ΜΠΑΕ θέτει ένα δωδεκαετές πλαίσιο σχεδιασμού, το οποίο επικαιροποιείται κάθε τρία χρόνια, ενώ ο ΚΠΣΣΕ αποτελεί έναν τετραετή προγραμματισμό που προσαρμόζεται ετησίως στις οικονομικές και επιχειρησιακές ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων.

Ο Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός

Ο Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός Αμυντικών Εξοπλισμών, που καταρτίζεται από το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ), βασίζεται στη Δομή Δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων. Στο πλαίσιο του ΜΠΑΕ, διαμορφώνεται ένας συνολικός σχεδιασμός που περιλαμβάνει τις ανάγκες των Γενικών Επιτελείων σε νέα οπλικά συστήματα και μέσα, καθώς και τις απαιτήσεις υποστήριξης των ήδη υφιστάμενων. Κάθε πρόγραμμα συνοδεύεται από εκτίμηση του συνολικού κόστους του και κατατάσσεται βάσει προτεραιότητας υλοποίησης. Ο σχεδιασμός του ΜΠΑΕ διακρίνεται σε δύο βασικά μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά στην προμήθεια νέων μέσων, συμπεριλαμβανομένης της αρχικής και της μετέπειτα υποστήριξής τους, ενώ το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τα προγράμματα συντήρησης και υποστήριξης, όπως προμήθειες ανταλλακτικών, υπηρεσίες και έργα υποδομής για τα υφιστάμενα μέσα. Η διαδικασία κατάρτισης και επικαιροποίησης του ΜΠΑΕ βασίζεται στα κριτήρια που ορίζει η διαμόρφωση της Δομής Δυνάμεων. Παράλληλα, λαμβάνονται υπόψη τα δημοσιονομικά δεδομένα, οι ανώτατες οροφές δαπανών που καθορίζει η κυβέρνηση, καθώς και οι προβλέψεις για τις μελλοντικές πληρωμές και παραλαβές εξοπλισμού, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομική βιωσιμότητα του προγράμματος και η ισορροπία του δημόσιου χρέους.

Ο Κυλιόμενος Προγραμματισμός

Ο Κυλιόμενος Προγραμματισμός Συμβάσεων Στρατιωτικού Εξοπλισμού (ΚΠΣΣΕ) καταρτίζεται από το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικού Σχεδιασμού και Υποστήριξης (ΓΔΟΣΥ) και τη Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ). Ο σχεδιασμός αυτός επικαιροποιείται κάθε χρόνο ή και νωρίτερα, εφόσον προκύψουν έκτακτες ανάγκες, ώστε να προσαρμόζεται στις δημοσιονομικές συνθήκες και στον κρατικό προϋπολογισμό. Η κατάρτιση και αναθεώρηση του ΚΠΣΣΕ ακολουθεί τα κριτήρια που ορίζει η Δομή Δυνάμεων. Ωστόσο, η τελική έγκριση γίνεται από τον εκάστοτε υπουργό Εθνικής Άμυνας, μετά από γνωμοδότηση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής. Ο προγραμματισμός αυτός δεν μπορεί να υπερβαίνει τα χρηματοδοτικά όρια που έχουν τεθεί στον κρατικό προϋπολογισμό, διασφαλίζοντας τη δημοσιονομική σταθερότητα. Στον ΚΠΣΣΕ εντάσσονται, κατά σειρά προτεραιότητας, οι στρατιωτικές συμβάσεις προμήθειας, υπηρεσιών και έργων υποδομής που είναι απαραίτητες για την υποστήριξη του εξοπλισμού. Οι σχετικές χρηματοδοτήσεις καλύπτονται από ειδικούς λογαριασμούς εξόδων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, είτε πλήρως είτε εν μέρει, ανάλογα με τον προγραμματισμό του προϋπολογισμού. Ο Κυλιόμενος Προγραμματισμός περιλαμβάνει τρία βασικά μέρη. Στο πρώτο εντάσσονται οι συμβάσεις στρατιωτικού εξοπλισμού μεγάλης οικονομικής αξίας, με κόστος τουλάχιστον 30 εκατ. χωρίς τον ΦΠΑ. Στο δεύτερο μέρος περιλαμβάνονται οι υπόλοιπες συμβάσεις στρατιωτικού εξοπλισμού, ενώ το τρίτο μέρος αφορά τα έργα υποδομής που είναι αναγκαία για τη λειτουργία και υποστήριξη των στρατιωτικών συστημάτων. Αν ένα πρόγραμμα κρίνεται κατεπείγον για λόγους εθνικής ασφάλειας, μπορεί να προχωρήσει με απόφαση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, με την προϋπόθεση ότι ενημερώνεται η αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή. Αν το κόστος του προγράμματος ξεπερνά τα 10 εκατ. ευρώ, τότε η Κοινοβουλευτική Επιτροπή πρέπει να δώσει τη σύμφωνη γνώμη της.

Τέσσερα χρόνια αδιαφάνειας

Τέσσερα χρόνια μετά την ψήφιση του νόμου 4782/2021, ούτε ο ΜΠΑΕ ούτε ο ΚΠΣΣΕ έχουν εγκριθεί. Παρά την απουσία αυτού του θεσμικού πλαισίου, η Κυβέρνηση και το υπουργείο Εθνικής Άμυνας έχουν ήδη προχωρήσει σε εξοπλιστικές συμβάσεις ύψους περίπου 16 δισ. ευρώ, εγείροντας σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη διαφάνεια και τη χρηστή διαχείριση των αμυντικών πόρων. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των εξοπλιστικών προμηθειών πραγματοποιήθηκε μέσω απευθείας αναθέσεων. Παρόλο που αυτές είναι αναπόφευκτες σε περιπτώσεις επείγουσας εθνικής ανάγκης, ο περιορισμός του ανταγωνισμού αυξάνει τον κίνδυνο υπερκοστολογήσεων και μειώνει τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης ευνοϊκότερων όρων. Επιπλέον, αν και οι διακρατικές συμφωνίες (Government to Government - G2G) θεωρούνται ασφαλέστερος μηχανισμός, στις περισσότερες περιπτώσεις οι προμήθειες έγιναν μέσω αντιπροσώπων, αμφισβητώντας την πραγματική τους «διακρατική φύση». Εξίσου προβληματική είναι και η κατανομή των εξοπλιστικών κονδυλίων. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, από το 2019 έως το 2022, περίπου 12,5 δισ. ευρώ κατευθύνθηκαν σε προμήθειες από χώρες όπως η Γαλλία, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, ενώ η εγχώρια αμυντική βιομηχανία έλαβε μόλις 69 εκατ. ευρώ. Αυτή η αδικαιολόγητη ανισομέρεια δείχνει ότι η ελληνική βιομηχανία δεν αξιοποιήθηκε επαρκώς, κάτι που απειλεί τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξή της. Η συζήτηση στη Βουλή αναμένεται να αναδείξει τις παραλείψεις και τις πιθανές παρακάμψεις του θεσμικού πλαισίου, επαναφέροντας στο προσκήνιο το ζήτημα της διαφάνειας στη διαχείριση των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Η απουσία εγκεκριμένων ΜΠΑΕ και ΚΠΣΣΕ, σε συνδυασμό με τη γενικευμένη χρήση απευθείας αναθέσεων, δημιουργεί μια αίσθηση αδιαφάνειας που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί.

Ποιοι κερδίζουν και ποιοι χάνουν

Η μη έγκριση του Μακροπρόθεσμου Προγραμματισμού Αμυντικών Εξοπλισμών και του Κυλιόμενου Προγραμματισμού Συμβάσεων Στρατιωτικού Εξοπλισμού έχει δημιουργήσει ένα ασαφές και ανεξέλεγκτο πλαίσιο για τις αμυντικές προμήθειες, στο οποίο κυριαρχούν οι απευθείας αναθέσεις, η έλλειψη ανταγωνισμού και η αδιαφάνεια. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος 4782/2021 θεσπίστηκε ακριβώς για να ρυθμίσει και να οργανώσει τον σχεδιασμό των εξοπλισμών, η μη εφαρμογή του έχει οδηγήσει σε ένα καθεστώς όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς σαφές στρατηγικό σχέδιο και χωρίς τον απαραίτητο κοινοβουλευτικό έλεγχο. Από την κατάσταση αυτή επωφελούνται εταιρείες που λαμβάνουν συμβόλαια χωρίς διαγωνιστικές διαδικασίες, γεγονός που επιτρέπει την υπερκοστολόγηση και τη μείωση του ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα, ξένες κυβερνήσεις και προμηθευτές καταφέρνουν να εξασφαλίσουν κλειστές συμφωνίες, παρακάμπτοντας τις διαδικασίες που θα εξασφάλιζαν διαφάνεια και καλύτερους οικονομικούς όρους για το ελληνικό κράτος. Ένας ακόμη κερδισμένος αυτής της κατάστασης είναι οι μεσάζοντες και οι αντιπρόσωποι όπλων, οι οποίοι, μέσω της απουσίας ενός θεσμοθετημένου προγραμματισμού, βρίσκουν περιθώρια για υψηλές προμήθειες και υπόγειες διαπραγματεύσεις. Παράλληλα, πολιτικά πρόσωπα και κυβερνητικοί αξιωματούχοι αποκτούν αυξημένο έλεγχο στις εξοπλιστικές αποφάσεις, χωρίς να δεσμεύονται από ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχέδιο, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για τη διαφάνεια και τη χρηστή διαχείριση των αμυντικών κονδυλίων. Τέλος, κερδισμένοι είναι και όσοι δεν επιθυμούν την ανάπτυξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, καθώς η έλλειψη σχεδιασμού επιτρέπει τη μεταφορά της συντριπτικής πλειονότητας των εξοπλιστικών δαπανών σε ξένες εταιρείες, αφήνοντας την εγχώρια παραγωγή στο περιθώριο. Αντίθετα, οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της κατάστασης είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες στερούνται ενός διαφανούς και οργανωμένου πλαισίου προγραμματισμού, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει σαφής ιεράρχηση των αναγκών τους. Η ελληνική οικονομία πλήττεται επίσης, καθώς δισεκατομμύρια ευρώ διοχετεύονται στο εξωτερικό αντί να επενδύονται στην ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Παράλληλα, οι φορολογούμενοι πολίτες καλούνται να επωμιστούν το κόστος προμηθειών, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις είναι υπερκοστολογημένες και δεν ακολουθούν μια διαφανή διαδικασία επιλογής.

Η Autohellas

Δεν ενθουσιάσθηκαν οι αναλυτές από τα οικονομικά αποτελέσματα της Autohellas για το 2024, ενώ και το guidance της εισηγμένης για το 2025 είναι φειδωλό. Ένα από τα θετικά σημεία που ξεχωρίζουν είναι η αύξηση των εσόδων από τις διεθνείς δραστηριότητες της Autohellas στον τομέα των μισθώσεων και της εμπορίας αυτοκινήτων. Συγκεκριμένα, τα έσοδα από τη διεθνή δραστηριότητα ανήλθαν στα 184,2 εκατ. ευρώ το 2024, έναντι 174 εκατ. ευρώ το 2023, αντιπροσωπεύοντας το 18,69% του συνολικού τζίρου της εταιρείας, έναντι 17,38% το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, η κερδοφορία από τη διεθνή δραστηριότητα παρουσίασε πτώση, με τα κέρδη να διαμορφώνονται στα 10,8 εκατ. ευρώ το 2024, από 16,7 εκατ. ευρώ το 2023. Ο κύριος άξονας της διεθνούς δραστηριότητας της Autohellas παραμένει η θυγατρική της στην Πορτογαλία, HR Aluguer de Automóveis SA, η οποία το 2024 κατέγραψε αύξηση του στόλου της, ενισχυμένη από την αύξηση της επιβατικής κίνησης κατά 4%. Παρά την επέκταση, η υψηλή διαθεσιμότητα οχημάτων πίεσε τις τιμές και την αποδοτικότητα του στόλου, δημιουργώντας προκλήσεις στη διατήρηση των περιθωρίων κέρδους. Για το 2025, ο στόχος της θυγατρικής στην Πορτογαλία είναι η διατήρηση του μεριδίου αγοράς, συνδυασμένη με τη βελτιστοποίηση της αξιοποίησης του διαθέσιμου στόλου. Υπενθυμίζεται ότι η Autohellas ολοκλήρωσε την εξαγορά του 89,56% της HR Aluguer de Automóveis SA την 1η Οκτωβρίου 2022. Η εταιρεία αποτελεί από το 1998 το franchisee της Hertz International στην Πορτογαλία και δραστηριοποιείται κυρίως στη βραχυχρόνια ενοικίαση αυτοκινήτων (RAC) και τη μεταπώλησή τους, χρησιμοποιώντας τα σήματα Hertz και Thrifty. Με την ολοκλήρωση της εξαγοράς, η HR Automóveis Πορτογαλίας αναδείχθηκε ως η μεγαλύτερη θυγατρική της Autohellas εκτός Ελλάδας. Το τίμημα της εξαγοράς ανήλθε στα 31,5 εκατ. ευρώ, ενώ το 2023 οριστικοποιήθηκε η κατανομή του τιμήματος χωρίς αλλαγές στην εύλογη αξία των περιουσιακών στοιχείων. Βάσει της συμφωνίας εξαγοράς, είχε προβλεφθεί συμπληρωματική καταβολή ποσού 7,5 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2022-2024, υπό προϋποθέσεις κερδοφορίας. Δεδομένης της επίτευξης των σχετικών οικονομικών στόχων, το επιπλέον τίμημα καταβλήθηκε πλήρως κατά τη διάρκεια του 2023 και του 2024.

H Theon International

Κατά 56,6 εκατ. ευρώ πλουσιότερος έγινε ο Κρίστιαν Χατζημηνάς, ο βασικός μέτοχος της εισηγμένης στο Euronext εταιρείας Theon International Plc, μετά το placement που έκανε η εταιρεία του Venetus Limited, πουλώντας 3,2 εκατομμύρια μετοχές της Theon, που αντιστοιχούν σε περίπου 4,5% του μετοχικού κεφαλαίου της, μέσω επιταχυνόμενης διαδικασίας βιβλίου προσφορών (accelerated bookbuilding procedure), με τιμή 17,7 ευρώ ανά μετοχή. Μετά την ολοκλήρωση της τοποθέτησης, η Venetus διακρατεί περίπου 65,8% του μετοχικού κεφαλαίου της Theon International. Η συναλλαγή θα διακανονιστεί με την παράδοση των μετοχών έναντι πληρωμής του τιμήματος στις 14 Μαρτίου 2025. Σύμφωνα με τη δέσμευση περιορισμού διάθεσης μετοχών (lock-up undertaking) που συνδέεται με την τοποθέτηση, η Venetus και η CHRE Investments Ltd, οι δύο εταιρείες του Κρίστιαν Χατζημηνά θα υπόκεινται σε περίοδο περιορισμού 90 ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν θα μπορούν να προχωρήσουν σε περαιτέρω πωλήσεις μετοχών της εταιρείας, με ορισμένες συνήθεις εξαιρέσεις. Ο στόχος της Venetus είναι να αυξήσει τη διασπορά των μετοχών της Εταιρείας (free float) και να βελτιώσει τη ρευστότητα των μετοχών της Theon, διατηρώντας παράλληλα τη συνολική συμμετοχή της Venetus και της CHRE (η τελευταία κατέχει σήμερα 9,5% του μετοχικού κεφαλαίου της Theon International) σε επίπεδο άνω του 75% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας. Η Theon International προβλέπει πως τα έσοδά της αναμένεται να διαμορφωθούν μεταξύ 410 και 430 εκατ. ευρώ το 2025 και πως θα διανείμει μέρισμα που θα κυμανθεί μεταξύ 30% και 40% των καθαρών κερδών.

Η SQM Hellas ΑΕ

Η Sociedad Química y Minera de Chile (SQM) είναι μια κορυφαία χιλιανή εταιρεία με παγκόσμια εμβέλεια, εξειδικευμένη στην παραγωγή και προμήθεια ιωδίου, λιθίου, νιτρικού καλίου και άλλων βιομηχανικών χημικών προϊόντων. Κατέχει ηγετική θέση στην αγορά, αποτελώντας τον μεγαλύτερο παραγωγό λιθίου παγκοσμίως. Με περισσότερους από 9.000 εργαζομένους και εμπορικά γραφεία σε όλο τον κόσμο, η SQM εξάγει τα προϊόντα της σε περισσότερες από 110 χώρες και αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες χιλιανές εταιρείες τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Από χθες η SQM απέκτησε και ελληνική θυγατρική. Πρόκειται για την SQM Hellas ΑΕ που θα επικεντρωθεί στην αγορά, πώληση, αντιπροσώπευση και το εμπόριο γενικά χημικών προϊόντων και λιπασμάτων, καθώς και των αντίστοιχων πρώτων υλών, καθώς και στην παροχή επιχειρηματικών συμβουλών και διαχείρισης ακινήτων. Σύμφωνα με το καταστατικό της SQM Hellas ΑΕ, βασικός μέτοχος της εταιρείας είναι η ολλανδική Soquimich European Holdings BV, θυγατρική της SQM.

Αποποίηση Ευθύνης

Το περιεχόμενο και οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στη στήλη Market Maven προσφέρονται προς τους επισκέπτες/τριες/χρήστες/τριες της αποκλειστικά και μόνο για ενημερωτικούς σκοπούς, δεν δύνανται σε καμιά περίπτωση να εκληφθούν ως προτροπή, προσφορά, άποψη ή σύσταση της στήλης για αγορά ή πώληση οποιουδήποτε χρεογράφου και δεν συνθέτουν νομική, φορολογική, λογιστική, ή επενδυτική συμβουλή ή υπηρεσία σχετικά με την αποδοτικότητα ή καταλληλότητα οποιουδήποτε χρεογράφου ή επένδυσης. Κατά συνέπεια, δεν υφίσταται ουδεμία ευθύνη για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.