Διεθνή

Κιμ Καρντάσιαν: Σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω - Η κατάθεσή της στη δίκη για τη ληστεία

Κιμ Καρντάσιαν: Σκεφτόμουν ότι θα πεθάνω - Η κατάθεσή της στη δίκη για τη ληστεία Φωτογραφία: AP Photo/ Aurelien Morissard
Φορτισμένη η Κιμ Καρντάσιαν στο δικαστήριο στο Παρίσι.

Με φωνή «ραγισμένη» κάποιες στιγμές και σκουπίζοντας δάκρυα από τα μάτια της, η Κιμ Καρντάσιαν περιέγραψε τη ληστεία που έγινε σε βάρος της στο Παρίσι, τον Οκτώβριο του 2016.

Δέκα άτομα δικάζονται σε δικαστήριο της γαλλικής πρωτεύουσας για τη ληστεία που έγινε σε ξενοδοχείο όπου έμενε η influencer και επιχειρηματίας το 2016, κατά την επίσκεψή της στο Παρίσι για την Εβδομάδα Μόδας. Η λεία τους ήταν 10 εκατομμύρια δολάρια σε κοσμήματα και μετρητά, ανάμεσά τους και ένα δαχτυλίδι αρραβώνα αξίας 4 εκατομμυρίων δολαρίων.

Η Κιμ Καρντάσιαν έφτασε στο δικαστήριο συνοδευόμενη από τη μητέρα της, Κρις Τζένερ. Στην κατάθεσή της, περιέγραψε ότι ήταν σίγουρη πως θα τη σκότωναν και κάποια στιγμή φοβήθηκε ότι οι δράστες θα τη βίαζαν, ενώ τους παρακάλεσε να μην της κάνουν κακό επειδή έχει παιδιά.

Ήταν περίπου 03:00 και ήταν μόνη της, καθώς η μητέρα της, η αδελφή της- Κόρτνεϊ- και η καλύτερη φίλη της είχαν βγει έξω. Ετοιμαζόταν να πέσει για ύπνο, όταν άκουσε θόρυβο από τα σκαλιά. Φώναξε το όνομα της αδελφής της και κανένας δεν απάντησε.

Αμέσως μετά μπήκαν δύο άτομα στο υπνοδωμάτιο, φορώντας αστυνομικές στολές. Μαζί τους είχαν τον νυχτερινό ρεσεψιονίστ, Αμπντεραχμάνε Ουατίκι, ο οποίος φορούσε χειροπέδες. «Προσπαθούσα να καταλάβω τι συμβαίνει. Ρωτούσα συνέχεια τον ρεσεψιονίστ “τι συμβαίνει;”. Ήταν πολύ ήρεμος και είπε ότι δεν ξέρει. Καταλαβαίνω τώρα πόσο σοκαρισμένος ήταν και πως ήταν θύμα, όπως κι εγώ», είπε στο δικαστήριο.

{https://x.com/SkyNews/status/1922253223802372394}

Οι ληστές της ζητούσαν επανειλημμένα το δαχτυλίδι. «Ήμουν σε σοκ, επειδή γίνονταν πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλο τον κόσμο. Δεν κατάλαβα ότι αυτό αφορούσε τα κοσμήματά μου, παρότι ζητούσαν συγκεκριμένα το δαχτυλίδι μου. Το βρήκαν δίπλα στο κρεβάτι μου», συνέχισε. Ένας άλλος από τους δράστες έψαχνε τα πράγματά της και ενθουσιάστηκε όταν βρήκε την κοσμηματοθήκη της.

Εκείνη έπιασε το τηλέφωνό της για να καλέσει τον σωματοφύλακά της, αλλά κάποιος της το άρπαξε. Τους άκουσε να μιλούν γαλλικά και είδε ένα όπλο. «Με άρπαξαν και με πήγαν σε άλλο δωμάτιο για να βρουν κι άλλα κοσμήματα», είπε. Ο ένας από τους ληστές της είχε βάλει το όπλο στην πλάτη.

«Ήταν η πρώτη στιγμή που σκέφτηκα αν έπρεπε να τρέξω. Όμως δεν υπήρχε αυτή η επιλογή, οπότε απλά έμεινα. Και ήταν η στιγμή που συνειδητοποίησα ότι απλά έπρεπε να κάνω ό,τι πουν», κατέθεσε. Οι ληστές την πέταξαν στο κρεβάτι και της έδεσαν τα χέρια με δεματικά. Εκείνη είπε στον ρεσεψιονίστ «σε παρακαλώ μετάφρασέ τους ότι έχω μωρά, πρέπει να γυρίσω σπίτι».

Ο ένας ληστής γύρισε και της είπε ότι θα είναι «ΟΚ». Κάποιος από αυτούς την τράβηξε προς το μέρος του. Η Κιμ Καρντάσιαν φορούσε μόνο τη ρόμπα της που άνοιξε και αποκαλύφθηκε το σώμα της. «Ήμουν σίγουρη ότι εκείνη τη στιγμή θα με βίαζε. Είπα μία προσευχή για να προετοιμαστώ», εξομολογήθηκε. Τελικά της έδεσαν τα πόδια και τη σημάδεψαν με το όπλο.

«Ήμουν βέβαιη ότι θα με πυροβολήσουν. Οπότε προσευχήθηκα για την οικογένειά μου, τη μητέρα μου, την αδελφή μου και την καλύτερη φίλη μου», είπε στο δικαστήριο. Φοβόταν ότι η αδελφή της, Κόρτνεϊ, θα επέστρεφε, θα την έβλεπε δολοφονημένη στο κρεβάτι και δεν θα ξεχνούσε ποτέ αυτή την εικόνα.

«Πίστευα ότι θα πεθάνω», δήλωσε, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του δικαστή. Οι ληστές την έβαλαν στο μπάνιο και έφυγαν. «Περίμενα λίγα λεπτά. Δεν ήμουν σίγουρη αν θα επιστρέψουν. Έπειτα από λίγο δεν άκουγα τίποτα», είπε και συμπλήρωσε ότι τότε άρχισε την προσπάθειά της να απελευθερωθεί. Είχε δεμένα πόδια και χέρια, ενώ της είχαν κλείσει το στόμα με ταινία. Τελικά κατάφερε να κόψει τα δεματικά από τα χέρια της, τρίβοντάς τα πάνω στη βρύση και έτρεξε να βρει τη στιλίστριά της, Σιμόν Χαρούς.

Οι δυο τους βγήκαν στο μπαλκόνι και κρύφτηκαν, ενώ η Κιμ Καρντάσιαν τηλεφώνησε στη μητέρα της για να της πει τι είχε συμβεί. «Περιμέναμε να έρθει η ασφάλεια, ενώ προσπαθούσαμε να σκεφτούμε τι θα κάναμε αν επέστρεφαν», είπε. Τελικά έφτασαν γρήγορα η Κόρτνεϊ Καρντάσιαν και η ασφάλειά της, ενώ ακολούθησε η αστυνομία.

Μετά τη ληστεία άλλαξαν τα πάντα, εξομολογήθηκε. Είπε πως απέκτησε μία φοβία να βγει έξω, γιατί οι άνθρωποι θα ήξεραν ότι το σπίτι της είναι άδειο. «Δεν μπορώ καν να κοιμηθώ τη νύχτα αν δεν υπάρχουν πολλοί φύλακες», πρόσθεσε.

kim_kardiashian1_ed869.jpg

Φωτογραφία: AP Photo/Aurelien Morissard

«Η Καρντάσιαν τους έλεγε "Πάρτε τα όλα, πρέπει να ζήσω"»

Νωρίτερα κατέθεσε η στιλίστρια και φίλη της Κιμ Καρντάσιαν. Η Σιμόν Χαρούς είπε στο δικαστήριο πως πίστευε ότι βίαζαν την Καρντάσιαν και πως θα τις σκοτώσουν και τις δύο, όταν ξύπνησε μέσα στη νύχτα από τις έντρομες κραυγές της.

Η 45χρονη στιλίστρια κρύφτηκε στο μπάνιο της όταν άκουσε τις φωνές. «Ήταν τρόμος. Την άκουσα να λέει “έχω μωρά, πρέπει να ζήσω”. Αυτό έλεγε συνέχεια. “Πάρτε τα όλα, πρέπει να ζήσω”», συμπλήρωσε και περιέγραψε δακρυσμένη ότι φοβόταν ότι δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά τα παιδιά της.

«Πίστευα ότι μετά θα έρθουν σε εμένα και φοβόμουν πάρα πολύ για το τι συνέβαινε στη φίλη μου στο πάνω πάτωμα. Δεν είχα ιδέα τι γινόταν και φοβόμουν ότι τη βίαζαν. Σκεφτόμουν το χειρότερο», κατέθεσε.

Η Καρντάσιαν κατέβηκε χοροπηδώντας, με τα πόδια της ακόμα δεμένα, τις σκάλες του διώροφου καταλύματός τους, για να τη βρει όταν έφυγαν οι ληστές. «Όυρλιαζε και έλεγε “πρέπει να φύγουμε, χρειαζόμαστε βοήθεια. Τι θα κάνουμε αν επιστρέψουν; Μπορεί να χρειαστεί να πηδήξουμε από το παράθυρο ή να κρυφτούμε στον πρώτο όροφο”», είπε στο δικαστήριο η στιλίστρια.

Πηγη: BBC, Guardian