Ως «καθοριστική στιγμή» για τον Όμιλο Πειραιώς χαρακτήρισε ο διευθύνων σύμβουλος Χρήστος Μεγάλου την εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής, κατά την τοποθέτησή του στη Γενική Συνέλευση που καλείται να εγκρίνει τη συγχώνευση της Piraeus Financial Holdings με την Τράπεζα Πειραιώς. Ο κ. Μεγάλου υπογράμμισε ότι η συγκεκριμένη συμφωνία ενισχύει τη στρατηγική διαφοροποίησης των εσόδων και σηματοδοτεί το επόμενο στάδιο ανάπτυξης του Ομίλου.
Αναφερόμενος στην πορεία των οικονομικών αποτελεσμάτων, σημείωσε ότι στο εννεάμηνο του 2025 η τράπεζα πέτυχε απόδοση ιδίων κεφαλαίων 15%, ενώ τον Ιούνιο καταβλήθηκε μέρισμα 0,30 ευρώ ανά μετοχή. Τα έσοδα, όπως είπε, παρέμειναν ανθεκτικά, ενώ το χαρτοφυλάκιο δανείων αυξήθηκε κατά 15% σε ετήσια βάση, φθάνοντας τα 37 δισ. ευρώ και υπερβαίνοντας τον ετήσιο στόχο νωρίτερα του αναμενόμενου.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στα στεγαστικά δάνεια, τα οποία κατέγραψαν θετική καθαρή πιστωτική επέκταση για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια. Από τις αρχές Οκτωβρίου η καθαρή επέκταση ανήλθε σε 80 εκατ. ευρώ, ενώ η νέα παραγωγή για το σύνολο της χρονιάς αναμένεται να προσεγγίσει τα 700 εκατ. ευρώ. Ο ίδιος γνωστοποίησε ότι το πρώτο τρίμηνο του 2026 η Πειραιώς θα παρουσιάσει στη διεθνή επενδυτική κοινότητα τη μεσοπρόθεσμη στρατηγική του διευρυμένου Ομίλου, με επίκεντρο την εστιασμένη ανάπτυξη και την ενίσχυση της δημιουργίας αξίας για μετόχους, πελάτες και εργαζομένους.
Την ευρύτερη οικονομική εικόνα σχολίασε ο πρόεδρος της τράπεζας, Γιώργος Χαντζηνικολάου, τονίζοντας ότι η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να δοκιμάζεται από γεωπολιτικές εντάσεις, ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις –ιδίως στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης– καθώς και δημοσιονομικές και νομισματικές ανισορροπίες. Όπως είπε, οι αβεβαιότητες αυτές επιβαρύνουν την αναπτυξιακή δυναμική διεθνώς.
Για την Ευρώπη σημείωσε ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με προκλήσεις που απορρέουν από τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, επιβάλλοντας μεγάλες επενδύσεις σε άμυνα και τεχνολογία, με στόχο την ενίσχυση της παραγωγικότητας και τη μείωση του ενεργειακού κόστους, σε ένα περιβάλλον περιορισμένου δημοσιονομικού χώρου.
Όσον αφορά την Ελλάδα, ο κ. Χαντζηνικολάου επισήμανε ότι η χώρα συνεχίζει να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα, να μειώνει το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και να προχωρά σε μεταρρυθμίσεις που, μαζί με τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, ενισχύουν την αναπτυξιακή της προοπτική. Σε αυτό το θετικό περιβάλλον, πρόσθεσε, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα διατηρεί ισχυρή κεφαλαιακή θέση και ρευστότητα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για περαιτέρω πιστωτική ανάπτυξη και βιώσιμη κερδοφορία.




























