Την αισιοδοξία του ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα συμβάλει ουσιαστικά και εποικοδομητικά στη συνέχιση του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας - Κύπρου εξέφρασε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, μιλώντας σήμερα στο συνέδριο Renewable & Storage που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
Όπως ανέφερε, η εμπλοκή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο έργο έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα, με την Επιτροπή να συμμετέχει πλέον «σε ανώτατο επίπεδο», καθώς στις σχετικές συσκέψεις παρίσταται και ο Επίτροπος Ενέργειας. «Οι άνθρωποι με τους οποίους συζητούμε κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους προκειμένου το έργο να συνεχιστεί», υπογράμμισε.
Ο κ. Μανουσάκης επισήμανε ότι η Ελλάδα έχει εκφράσει με σαφή και έμπρακτο τρόπο τη βούλησή της να προχωρήσει η ηλεκτρική διασύνδεση, χαρακτηρίζοντάς την έργο μεγάλης στρατηγικής σημασίας. «Για να συμβεί αυτό, είναι απαραίτητο να εκμηδενιστεί το όποιο ρίσκο αισθάνεται ο ΑΔΜΗΕ σε σχέση με τη στάση της Κύπρου απέναντι στο έργο. Χρειάζεται πνεύμα ενότητας και νομίζω ότι σε αυτήν την κατεύθυνση οδεύουμε», τόνισε.
Αναφερόμενος στην τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών Ελλάδας και Κύπρου, με τη συμμετοχή του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του ΑΔΜΗΕ, σημείωσε ότι έγιναν δύο σημαντικά βήματα προόδου. Το πρώτο αφορά τη δέσμευση ότι η έγκριση της σύμβασης παραχώρησης μεταξύ του ΑΔΜΗΕ και της θυγατρικής που αναπτύσσει το έργο θα ολοκληρωθεί άμεσα από τους δύο ρυθμιστές, εξέλιξη κρίσιμη για την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων και για τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο μετοχικό σχήμα. Το δεύτερο, όπως είπε, είναι η υπόσχεση της ΡΑΕΚ να λάβει αντίστοιχη απόφαση με τη ΡΑΕ σχετικά με το έσοδο του ΑΔΜΗΕ, γεγονός που μειώνει - αν και δεν εξαλείφει - το ρυθμιστικό ρίσκο.
Ο επικεφαλής του ΑΔΜΗΕ πρόσθεσε ότι το επόμενο καθοριστικό βήμα είναι η έκδοση της απόφασης για τις ταρίφες, ώστε να μπορέσουν να εκταμιευθούν τα πρώτα 25 εκατ. ευρώ που προβλέπονται από τη διακρατική συμφωνία.
Αναφερόμενος στις εξελίξεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο κ. Μανουσάκης αποκάλυψε ότι εκκρεμούν αιτήσεις για νέα έργα συνολικής ισχύος 50 γιγαβάτ - εκ των οποίων 43,5 γιγαβάτ αφορούν φωτοβολταϊκά και 6,5 γιγαβάτ αιολικά. «Πρέπει να έχουμε μια ρεαλιστική προσέγγιση ως προς τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας και τις εξαγωγές, για να δούμε τι τελικά είναι εφικτό να ενταχθεί στο σύστημα από επιχειρηματική άποψη», ανέφερε, επισημαίνοντας ότι ήδη έργα 33 γιγαβάτ βρίσκονται σε λειτουργία ή έχουν όρους σύνδεσης, όταν ο στόχος του ΕΣΕΚ είναι 27 γιγαβάτ. Καταλήγοντας, τόνισε ότι η ταχύτερη ανάπτυξη της αποθήκευσης θα βοηθήσει σημαντικά, ωστόσο το τελικό όριο θα καθοριστεί από το αν υπάρχει επαρκής ζήτηση για την απορρόφηση της παραγόμενης ενέργειας.



























