Η UniCredit προχώρησε σε νέα κίνηση ενίσχυσης της παρουσίας της στην ελληνική αγορά, ανεβάζοντας τη συμμετοχή της στην Alpha Bank στο 26%, από περίπου 21% προηγουμένως. Η αύξηση του ποσοστού εντάσσεται στο πλαίσιο της διαδικασίας που έχει ξεκινήσει η ιταλική τράπεζα ώστε να φτάσει, μετά τις σχετικές εγκρίσεις των εποπτικών αρχών, έως και το 29,99% του μετοχικού κεφαλαίου της Alpha. Μέχρι τότε, η θέση της άνω του 9,99% συνεχίζει να διατηρείται μέσω χρηματοοικονομικών παραγώγων, τα οποία θα μετατραπούν σε μετοχές μόλις δοθεί το «πράσινο φως» από τις αρμόδιες αρχές.
Η UniCredit υπογραμμίζει ότι η αύξηση της συμμετοχής δεν αποτελεί απλώς επενδυτική κίνηση, αλλά στρατηγική επιλογή, που αναδεικνύει τη σημασία της συνεργασίας της με την Alpha Bank και την εμπιστοσύνη της στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Η συνεργασία των δύο ομίλων, που ξεκίνησε πριν από λιγότερο από δύο χρόνια, έχει εξελιχθεί σε σημαντικό πυλώνα ανάπτυξης, με συνέργειες σε τομείς όπως το asset & wealth management, το transaction banking, το trade finance, τα διεθνή κοινοπρακτικά δάνεια, τις συμβουλευτικές υπηρεσίες και το bancassurance. Ήδη, όπως σημειώνουν οι δύο πλευρές, τα αποτελέσματα είναι ορατά, με ενίσχυση της κερδοφορίας και βελτίωση της εμπειρίας χιλιάδων πελατών σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Ο διευθύνων σύμβουλος της UniCredit, Andrea Orcel, δήλωσε:
«Η επένδυσή μας στην Alpha έχει αποδώσει πολύ πέρα από τις προσδοκίες και συνεχίζει να αποτελεί κομβικό πεδίο ανάπτυξης για τον Όμιλό μας. Η ισχυρή και αμοιβαία επωφελής συνεργασία έχει ωφελήσει εξίσου τους πελάτες, τους μετόχους και τους ανθρώπους μας, και τα καλύτερα βρίσκονται μπροστά μας.
Η συνεργασία αυτή αποτελεί ξεκάθαρη απόδειξη του τι μπορεί να προσφέρει η «ομοσπονδιακή» προσέγγιση της UniCredit σε άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα που κατέχουν ηγετική θέση στις χώρες τους στην Ευρώπη. Η σχέση μας με την Alpha και η ποιότητα των ανθρώπων της παραμένουν ο ακρογωνιαίος λίθος της μέχρι σήμερα και της μελλοντικής μας επιτυχίας.
Είμαστε ευγνώμονες προς την Ελληνική Κυβέρνηση, την Τράπεζα της Ελλάδος και τους λοιπούς ελληνικούς θεσμούς για τη θερμή υποδοχή, την ενθάρρυνση της επένδυσής μας και τη διαρκή, άμεση, ανοιχτή και εποικοδομητική συνεργασία τους μαζί μας».
Από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, τόνισε:
«Είμαστε ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από την απόφαση της UniCredit να αυξήσει περαιτέρω τη συμμετοχή της στην Alpha Bank, εξέλιξη που συνιστά έμπρακτη επιβεβαίωση των απτών αποτελεσμάτων της στρατηγικής μας συνεργασίας, και ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης στις προοπτικές της Τράπεζάς μας.
Εργαζόμαστε συστηματικά μαζί με τον στρατηγικό μας εταίρο με στόχο τη δημιουργία αξίας για τους πελάτες και τους μετόχους μας, αξιοποιώντας την εκτεταμένη διεθνή παρουσία της UniCredit και ανοίγοντας νέους ορίζοντες για διασυνοριακή συνεργασία και ανάπτυξη. Η σχέση μας αναδεικνύει, επίσης, πώς η στενότερη συνεργασία ανάμεσα στις κορυφαίες ευρωπαϊκές τράπεζες μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός πιο ανθεκτικού και ανταγωνιστικού ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα.
Μαζί με την UniCredit, παραμένουμε προσηλωμένοι στην ενίσχυση της ανάπτυξης και του μετασχηματισμού της ελληνικής και κυπριακής οικονομίας, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην εμβάθυνση της ευρωπαϊκής τραπεζικής ολοκλήρωσης προς όφελος των μετόχων και των πελατών μας».
Η αύξηση της συμμετοχής στο 26% θεωρείται το επόμενο βήμα σε μια στρατηγική πορεία που, με την ολοκλήρωση των εποπτικών εγκρίσεων, θα επιτρέψει στην UniCredit να ενοποιεί σχεδόν το ένα τρίτο των καθαρών κερδών της Alpha Bank στα δικά της αποτελέσματα. Την ίδια στιγμή, η Alpha Bank ετοιμάζεται να ξεκινήσει πρόγραμμα επαναγοράς μετοχών ύψους €211 εκατ. για τη χρήση 2024, ενώ έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα μοιράσει προμέρισμα, κίνηση που υπογραμμίζει τη σταθερή κεφαλαιακή της θέση και την προσήλωσή της στη δημιουργία αξίας για τους μετόχους.
Η σχέση Alpha Bank – UniCredit εξελίσσεται έτσι σε παράδειγμα συνεργασίας για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο, συνδυάζοντας τη δύναμη της τοπικής παρουσίας με το διεθνές δίκτυο και την τεχνογνωσία, σε μια περίοδο που η Ευρώπη επιδιώκει μεγαλύτερη σύγκλιση και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της.





























