Προσέξτε τώρα την σύγκριση, ή καλύτερα το φωτεινό παράδειγμα προς μίμηση. Το 2024, το Ελσίνκι κατάφερε κάτι που για τις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μοιάζει ακόμη απλησίαστο: κανένας άνθρωπος δεν έχασε τη ζωή του στην άσφαλτο.
Μηδενικοί θάνατοι σε μια πόλη σχεδόν 700.000 κατοίκων, με εκατοντάδες χιλιάδες μετακινήσεις καθημερινά, δεν αποτελούν σύμπτωση ούτε συγκυρία, είναι αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας στρατηγικής που βλέπει την οδική ασφάλεια όχι ως ευθύνη των οδηγών, αλλά ως υποχρέωση της ίδιας της πόλης απέναντι στους πολίτες της. Το φινλανδικό «Vision Zero» έχει ως βασική αρχή ότι καμία ανθρώπινη ζωή δεν πρέπει να θεωρείται αποδεκτή απώλεια στο όνομα της κυκλοφορίας.
Εννοείται πως η επιτυχία δεν ήρθε από τη μια μέρα στην άλλη, φυσικά και όχι. Επί δεκαετίες, οι Φινλανδοί μείωσαν σταδιακά τα όρια ταχύτητας, ανασχεδίασαν διασταυρώσεις και λεωφόρους, και επέβαλαν αυστηρούς ελέγχους μέσω κάμερας. Σήμερα, πάνω από το 60% των δρόμων του Ελσίνκι έχει ανώτατο όριο τα 30 χλμ/ώρα, ενώ ακόμη και οι βασικοί άξονες, έχουν περιοριστεί στα 40 ή 50 χλμ/ώρα, με οπτικά εμπόδια που επιβάλλουν αυτομάτως πιο ήπια οδήγηση.
Παράλληλα, η πόλη περιόρισε τη χρήση ηλεκτρικών πατινιών τις νυχτερινές ώρες, αναβάθμισε τη σηματοδότηση για πεζούς και ποδηλάτες και εισήγαγε ένα έξυπνο δίκτυο φωτισμού που ενισχύει την ορατότητα στις διαβάσεις. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, το 2024, καταγράφηκαν 277 τραυματισμοί αλλά ούτε ένας θάνατος παρακαλώ – αριθμός που, ακόμη και πριν από δέκα χρόνια, φάνταζε αδιανόητος.
Απέναντι λοιπόν σε αυτή την πραγματικότητα, η Αθήνα δείχνει εγκλωβισμένη σε μια κουλτούρα που αντιμετωπίζει το τροχαίο δυστύχημα ως μοιραίο γεγονός. Οι διαβάσεις πεζών είναι συχνά αόρατες, οι ποδηλατόδρομοι ελάχιστοι, τα φανάρια παλαιά και χωρίς συγχρονισμό, και οι περιοχές με ήπια κυκλοφορία εξαιρετικά περιορισμένες.
Ακόμη και τα προγράμματα αστυνόμευσης της ταχύτητας παραμένουν αποσπασματικά, ενώ η τιμωρία των παραβάσεων, συχνά καταλήγει σε γραφειοκρατική τυπικότητα. Αντίθετα, στο Ελσίνκι τα πρόστιμα είναι κλιμακωτά βάσει εισοδήματος. Ο εύπορος οδηγός που θα παραβιάσει το όριο, μπορεί να πληρώσει χιλιάδες ευρώ, γιατί το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: ο δρόμος ανήκει σε όλους και η ανθρώπινη ζωή δεν κοστολογείται διαφορετικά.
Η Αθήνα θα μπορούσε να πάρει μαθήματα όχι μόνο από τη φινλανδική τεχνογνωσία, αλλά από τη φιλοσοφία που εν γένει τη συνοδεύει. Στις γειτονιές για παράδειγμα, από τον Βύρωνα μέχρι το Παγκράτι και από το Περιστέρι μέχρι το Χαλάνδρι, ο καθορισμός ζωνών με όριο 30 χλμ/ώρα, θα μπορούσε να μειώσει δραστικά τις συγκρούσεις και τα δυσάρεστα επακόλουθά τους.
Ο ανασχεδιασμός των κόμβων, με στρογγυλεμένες γωνίες και χαμηλές νησίδες, θα περιόριζε τις απότομες αλλαγές κατεύθυνσης και θα βελτίωνε δραστικά την ορατότητα. Τα έξυπνα φανάρια που προσαρμόζονται στη ροή της κίνησης, ο φωτισμός LED στις διαβάσεις και οι κάμερες που δεν «ξεχνάνε» ποτέ, θα μπορούσαν να αλλάξουν την αίσθηση ασυδοσίας που επικρατεί σήμερα στους δρόμους της πρωτεύουσας.
Οπότε, δεν χρειάζεται να ανακαλυφθεί κάτι καινούργιο, απλώς χρειάζεται συνέπεια, πολιτική βούληση και κοινωνική πίεση. Αν το Ελσίνκι απέδειξε κάτι, είναι ότι το «μηδέν» δεν είναι ουτοπία. Είναι ένας εφικτός (παρότι δύσκολος) στόχος, που απαιτεί εμπιστοσύνη στους θεσμούς, διαρκή ενημέρωση των πολιτών και αποδοχή πως η ασφάλεια δεν είναι υπόθεση μόνο της τροχαίας, αλλά κάθε πολίτη που βγαίνει από το σπίτι του το πρωί, και θέλει να επιστρέψει σώος και αβλαβής το βράδυ.
Η Αθήνα, με τον χαοτικό της χαρακτήρα και την αντοχή της στις αντιφάσεις, θα χρειαστεί σίγουρα χρόνο προκειμένου να φτάσει εκεί. Αλλά η αρχή μπορεί να γίνει από τα απλά: χαμηλότερες ταχύτητες, καλύτερη εκπαίδευση οδηγών, συστηματική συντήρηση του οδικού δικτύου και, πάνω απ’ όλα, την αποδοχή πως κανένας θάνατος στον δρόμο δεν είναι «απλώς ένα στατιστικό».
Συμπερασματικά, το Ελσίνκι μας δείχνει με τον πιο πειστικό τρόπο ότι, μια πόλη μπορεί να γίνει ασφαλής, όταν αποφασίσει συλλογικά να το πιστέψει. Από τον πρώτο έως τον τελευταίο. Δεν μπορεί να εξαιρεθεί κανείς από μια τέτοια μείζονος σημασία ενέργεια. Το ερώτημα είναι αν η Αθήνα θέλει πράγματι να το προσπαθήσει. Αμήν και πότε...




























