Τα αντικαταθλιπτικά είναι από τα πιο συνταγογραφούμενα και εύκολα προσβάσιμα φάρμακα στις ΗΠΑ και πολλοί άνθρωποι τα λαμβάνουν επί χρόνια. Αν και τα σύγχρονα αντικαταθλιπτικά υπάρχουν εδώ και δεκαετίες - ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε το Prozac για τη θεραπεία της κατάθλιψης το 1987 - υπάρχουν πολύ λίγες πληροφορίες σχετικά με τη μακροχρόνια χρήση. Ο FDA ενέκρινε φάρμακα με βάση δοκιμές που διήρκεσαν, το πολύ, μερικούς μήνες. Οι τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές αντικαταθλιπτικών είχαν διάρκεια μόνο δύο χρόνια. Οι τρέχουσες κλινικές οδηγίες δεν καθορίζουν το βέλτιστο χρονικό διάστημα λήψης αντικαταλθιπτικών φαρμάκων, επισημαίνουν οι New York Times.
Οι NYT απεύθυναν σε ψυχιάτρους το εξής ερώτημα: Για πόσο καιρό πρέπει κάποιος να παίρνει αντικαταθλιπτικά;
Οι ψυχίατροι απαντούν ότι είναι μια απόφαση που πρέπει να ληφθεί έπειτα από συζήτηση με τον γιατρό σας. Η απάντηση εξαρτάται από τα συμπτώματα, τη διάγνωση, την ανταπόκριση στο φάρμακο, τις παρενέργειες και άλλους παράγοντες - όλα αυτά πρέπει να συζητηθούν με έναν επαγγελματία υγείας.
Ωστόσο, συχνά αυτές οι συζητήσεις δεν γίνονται, δήλωσε η Awais Aftab, ψυχίατρος στο Κλίβελαντ.
Ετσι, οι γιατροί συνεχίζουν να συνταγογραφούν αντικαταθλιπτικά σε άτομα με χαμηλό κίνδυνο υποτροπής, πρόσθεσε. «Αυτό είναι ένα προβληματικό κομμάτι και πρέπει να αντιμετωπιστεί», υπογράμμισε.
Τα αντικαταθλιπτικά είναι γνωστό ότι έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες που συχνά εξασθενούν καθώς το σώμα προσαρμόζεται σε αυτά. Ωστόσο, ορισμένες παρενέργειες, όπως η αύξηση βάρους και η σεξουαλική δυσλειτουργία, μπορεί να παραμείνουν.
Τι προτείνουν οι ειδικοί
Για τη μείζονα κατάθλιψη, οι κλινικές οδηγίες προτείνουν τη λήψη φαρμάκων μέχρι οι ασθενείς να νιώσουν «ουσιαστικά ξανά στον εαυτό τους», δήλωσε ο Δρ. Τζόναθαν Ε. Άλπερτ, πρόεδρος του τμήματος ψυχιατρικής στο Montefiore Einstein στη Νέα Υόρκη.
Στη συνέχεια, είναι σημαντικό να συνεχιστεί η θεραπεία τους για τουλάχιστον τέσσερις έως εννέα μήνες για να «εδραιωθεί» η ανάρρωσή τους, πρόσθεσε. Η έρευνα δείχνει ότι η διακοπή των φαρμάκων νωρίτερα από αυτό το διάστημα μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες υποτροπής.
Οι ασθενείς μπορούν να συνεχίσουν να λαμβάνουν τα φάρμακα για τουλάχιστον ένα ή δύο χρόνια - διαδικασία γνωστή ως θεραπεία συντήρησης.
Αυτές οι συστάσεις βασίζονται, εν μέρει, σε μελέτες που διαπιστώνουν υψηλότερα ποσοστά υποτροπής μεταξύ εκείνων που σταματούν να λαμβάνουν το φάρμακο.
Όταν εξετάζει τη μακροχρόνια χρήση, ο Δρ. Άλπερτ λαμβάνει υπόψη διάφορους παράγοντες.
Πρώτον, πόσο καιρό είναι άρρωστος ο ασθενής; Αυτό το άτομο είχε πολλαπλά καταθλιπτικά επεισόδια; Άτομα που είχαν κατάθλιψη η οποία διήρκεσε δύο ή περισσότερα χρόνια ή τουλάχιστον δύο καταθλιπτικά επεισόδια είναι πολύ πιο πιθανό να το περάσουν ξανά, δείχνει η έρευνα.
Δεύτερον, λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα της ασθένειας. Εισήχθη ο ασθενής στο νοσοκομείο; Είχε αυτό το άτομο πρόβλημα λειτουργικότητας στην καθημερινή του ζωή ή χρειαζόταν να δοκιμάσει πολλά φάρμακα πριν καταλήξει σε ένα, που είχε αποτέλεσμα; Μια ασθένεια που είναι σοβαρή και δύσκολη στη θεραπεία θα υποδήλωνε την ανάγκη για μακροχρόνια χρήση, τονίζει.
Τέλος, εξετάζει την αποτελεσματικότητα: Λειτουργεί το φάρμακο; Μερικοί άνθρωποι βελτιώνονται, αλλά εξακολουθούν να έχουν υπολειμματικά συμπτώματα. Η συνέχιση της φαρμακευτικής αγωγής συχνά έχει νόημα, είπε ο Δρ. Άλπερτ, για να αποτραπεί «ο κίνδυνος έξαρσης».
Τα αντικαταθλιπτικά χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία μιας ευρείας ποικιλίας άλλων παθήσεων, όπως το άγχος, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η διαταραχή μετατραυματικού στρες και ο χρόνιος πόνος. Για αυτά τα προβλήματα, η μακροχρόνια θεραπεία είναι συχνά απαραίτητη, αναφέρουν οι ειδικοί.
Είναι πιο δύσκολο να διακοπούν τα αντικαταθλιπτικά έπειτα από παρατεταμένη χρήση;
Απαιτούνται περισσότερα δεδομένα, ωστόσο ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι η μακροχρόνια χρήση μπορεί να προκαλέσει έντονα συμπτώματα στέρησης.
Γενικά, εκτιμάται ότι περίπου ένας στους έξι ανθρώπους που διακόπτουν τα αντικαταθλιπτικά εμφανίζει ανεπιθύμητα συμπτώματα. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν ζάλη, κόπωση και εγκεφαλικές διαταραχές. Για έναν στους 35 ασθενείς, τα συμπτώματα μπορεί να είναι ιδιαίτερα σοβαρά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι τόσο προβληματικά που η προσπάθεια διακοπής αποδεικνύεται πολύ δύσκολη.
Η σταδιακή μείωση της δόσης μπορεί να βοηθήσει, αναφέρουν οι γιατροί.
Υπάρχει κίνδυνος από τη μακροχρόνια λήψη των φαρμάκων;
Είναι δύσκολο να πούμε με βεβαιότητα, τονίζουν οι ειδικοί. Ορισμένες μελέτες υποδηλώνουν ότι τα αντικαταθλιπτικά γενικά είναι ασφαλή. Ωστόσο, δεν έχουν χρηματοδοτηθεί τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες από τις φαρμακοβιομηχανίες για να εξεταστεί η χρήση τους για δεκαετίες.
Δεδομένου ότι μεγάλος αριθμός ανθρώπων λαμβάνει αντικαταθλιπτικά (περίπου το 11% των ενηλίκων στις ΗΠΑ), εάν υπήρχαν πρόσθετα προβλήματα που συνδέονται με τη χρήση τους «θα ήταν αρκετά δύσκολο να τα παραβλέψουμε», δήλωσε ο Δρ Πολ Νέσταντ, ιατρικός διευθυντής του Κέντρου Πρόληψης Αυτοκτονιών στη Σχολή Δημόσιας Υγείας Johns Hopkins Bloomberg.
Τα φάρμακα έχουν κινδύνους, οι οποίοι ποικίλλουν ανάλογα με το φάρμακο. Ορισμένα αντικαταθλιπτικά έχουν συσχετιστεί με αυξήσεις στην αρτηριακή πίεση, τον καρδιακό ρυθμό και τη χοληστερόλη. Μπορούν επίσης να μειώσουν τα επίπεδα νατρίου και να αυξήσουν τον κίνδυνο θρόμβων αίματος.
Μια δανέζικη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Μάιο διαπίστωσε ότι τα άτομα που λάμβαναν αντικαταθλιπτικά για ένα έως πέντε χρόνια είχαν υψηλότερο κίνδυνο αιφνίδιου θανάτου από καρδιακή πάθηση από εκείνα που δεν είχαν ιστορικό λήψης φαρμάκων. Ωστόσο, δεν είναι σαφές εάν οι θάνατοι οφείλονταν στο φάρμακο ή στην ίδια την ψυχιατρική ασθένεια.
«Θα ήθελα πολύ να έχω περισσότερες μελέτες για να ποσοτικοποιήσω καλύτερα αυτά τα προβλήματα», πρόσθεσε ο Δρ Νέσταντ.
Οι ψυχίατροι τονίζουν ότι τυχόν μειονεκτήματα πρέπει να εξισορροπούνται με τους πραγματικούς κινδύνους από τη μη λήψη φαρμακευτικής αγωγής.
«Εξακολουθώ να πιστεύω ότι, σε άτομα που έχουν πραγματική κατάθλιψη, τα οφέλη υπερτερούν του κινδύνου», δήλωσε ο Δρ Νέσταντ.
Με πληροφορίες από New York Times





























