Περισσότεροι από 240.000 Αμερικανοί και περίπου 45.000 Βρετανοί βιώνουν ένα μίνι εγκεφαλικό κάθε χρόνο, αλλά μόνο ένας στους 30 συνειδητοποιεί ότι το πέρασε. Αυτό συμβαίνει επειδή τα συμπτώματα, όπως μυϊκή αδυναμία, πονοκέφαλοι και διαταραχές στην όραση, μπορούν εύκολα να αγνοηθούν.
Ένα παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο, γνωστό και ως μίνι-εγκεφαλικό, οφείλεται συνήθως σε μια προσωρινή απόφραξη της ροής του αίματος προς τον εγκέφαλο, η οποία προκαλεί συμπτώματα που υποχωρούν μέσα σε μια μέρα.
Μια νέα μελέτη διαπιστώνει ότι τα άτομα που έχουν υποστεί αυτό το είδος εγκεφαλικού επεισοδίου μπορεί να νιώθουν παρατεταμένη κόπωση που διαρκεί έως και ένα έτος. Η μελέτη δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Neurology, το περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας (AAN).
Ωστόσο, οι ερευνητές προειδοποιούν πως η μελέτη δεν αποδεικνύει ότι τα μίνι-εγκεφαλικά επεισόδια προκαλούν διαρκή κόπωση, απλά δείχνει μόνο μια συσχέτιση.
«Τα άτομα με παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο μπορεί να έχουν συμπτώματα όπως πτώση του προσώπου, αδυναμία στα χέρια ή ασαφή ομιλία, τα οποία υποχωρούν μέσα σε μια μέρα», δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης Boris Modrau του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Aalborg στη Δανία. «Ωστόσο, ορισμένοι έχουν αναφέρει συνεχιζόμενες προκλήσεις, όπως μειωμένη ποιότητα ζωής, προβλήματα σκέψης, κατάθλιψη, άγχος και κόπωση. Η μελέτη μας διαπίστωσε ότι για ορισμένα άτομα, η κόπωση ήταν ένα κοινό σύμπτωμα που διήρκεσε έως και ένα χρόνο μετά το παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο».
Στη μελέτη συμμετείχαν 354 άτομα με μέση ηλικία 70 ετών που είχαν υποστεί μίνι εγκεφαλικό επεισόδιο και τα οποία παρακολουθήθηκαν για ένα χρόνο. Οι συμμετέχοντες/σες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με το επίπεδο κόπωσης τους εντός των δύο πρώτων εβδομάδων από το μίνι εγκεφαλικό επεισόδιο και ξανά σε τρεις, έξι και 12 μήνες αργότερα. Ένα από τα ερωτηματολόγια εξέτασε πέντε διαφορετικούς τύπους κόπωσης, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής κόπωσης, της σωματικής, της μειωμένης δραστηριότητας, του μειωμένου κινήτρου και της ψυχικής κόπωσης.
Οι βαθμολογίες κυμαίνονταν από 4 έως 20, με τις υψηλότερες βαθμολογίες να υποδεικνύουν περισσότερη κόπωση. Οι συμμετέχοντες είχαν μέση βαθμολογία 12,3 στην αρχή της μελέτης. Στους τρεις μήνες, η μέση βαθμολογία μειώθηκε ελαφρώς στο 11,9, στους έξι μήνες στο 11,4 και στους δώδεκα μήνες στο 11,1. Από τους συμμετέχοντες, το 61% βίωσε κόπωση (μέση βαθμολογία 12 και άνω) δύο εβδομάδες μετά το μίνι εγκεφαλικό επεισόδιο και το 54% βίωσε κόπωση σε καθεμία από τις τρεις άλλες χρονικές περιόδους δοκιμών σε 3, 6 και 12 μήνες.
Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν επίσης σε σαρώσεις εγκεφάλου. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η παρουσία θρόμβου σε μια σάρωση δεν διέφερε μεταξύ των ατόμων με μακροχρόνια κόπωση και εκείνων χωρίς αυτήν, επομένως αυτό δεν εξηγεί τον λόγο για το επίπεδο κόπωσης. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης, ότι το προηγούμενο άγχος ή κατάθλιψη ήταν διπλάσιο σε εκείνους/ες που ανέφεραν διαρκή κόπωση.
«Η μακροχρόνια κόπωση ήταν συχνή στην ομάδα συμμετεχόντων στη μελέτη μας και διαπιστώσαμε ότι εάν οι άνθρωποι βιώνουν κόπωση εντός δύο εβδομάδων μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, είναι πιθανό να συνεχίσουν να έχουν κόπωση για έως και ένα χρόνο», δήλωσε ο Modrau. «Σε μελλοντικές μελέτες, τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο θα πρέπει να παρακολουθούνται τις εβδομάδες και τους μήνες που ακολουθούν για να αξιολογηθούν για επίμονη κόπωση. Αυτό θα μπορούσε να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα ποιος μπορεί να παλεύει με την κόπωση μακροπρόθεσμα και να χρειάζεται περαιτέρω φροντίδα».
Ένας περιορισμός της μελέτης ήταν ότι ενώ οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν τα ερωτηματολόγια μόνοι τους, είναι πιθανό ορισμένες απαντήσεις να συμπληρώθηκαν με τη βοήθεια συγγενών ή φροντιστών και αυτό μπορεί να έχει επηρεάσει τις απαντήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την κόπωση.






























