Στον απόηχο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, οι ηγέτες των ΗΠΑ υιοθέτησαν τη θέση ότι η επιστημονική πρόοδος είναι «ουσιώδες κλειδί για την ασφάλειά τους ως έθνος, για καλύτερη υγεία, για περισσότερες θέσεις εργασίας, για υψηλότερο βιοτικό επίπεδο και για την πολιτιστική τους πρόοδο». Για τις επόμενες οκτώ δεκαετίες, κυβερνητικοί αξιωματούχοι στις ΗΠΑ, από όλες τις πλευρές, επένδυσαν στην επιστήμη. Μόλις ένα μήνα μετά τη δεύτερη διακυβέρνηση του Τραμπ, αυτή η μακροχρόνια συναίνεση δείχνει να διασπάται. Τι μέλλει γενέσθαι; Έρχεται ένα δυστοπικό μέλλον;
«Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα και δυστυχώς η επιστήμη έχει γίνει αντικείμενο πολιτικής διαμάχης και κομματικού σφετερισμού, όχι μόνο στην Αμερική και όχι μόνο προσφάτως. Εδώ και αρκετά χρόνια, κομματικοί παράγοντες από όλο το πολιτικό φάσμα απέκτησαν τη δύναμη για να καθορίζουν πόση έρευνα θα χρηματοδοτηθεί και τι είδους έρευνα που να τους εξυπηρετεί και να προωθεί την ιδεολογία τους. Οι ΗΠΑ έχουν όντως πρόβλημα, αλλά μικρότερο νομίζω από ό,τι έχει η Ευρώπη, όπου πρόσφατες περικοπές στην έρευνα (ακόμα και σε εύρωστες χώρες όπως η Ολλανδία) είναι οδυνηρές και όπου η απουσία σοβαρής ηγεσίας και οράματος μαζί με ανατριχιαστικές μιλιταριστικές προοπτικές δημιουργούν πιθανόν έναν ακόμα πιο ασφυκτικό κλοιό για την επιστημονική έρευνα στο μέλλον. Μέχρι τώρα, οι τρεις χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ που αφιερώνεται σε R&D (Research & Development) είναι το Ισραήλ, η Κορέα, και οι ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ επενδύουν σε R&D ανά κεφαλή περίπου 9 φορές περισσότερο από ό,τι η Ελλάδα και διπλάσιες φορές σε σχέση με την Ολλανδία ή τη Γερμανία», σχολιάζει ο Καθηγητής Ιατρικής, Επιδημιολογίας, Υγείας του πληθυσμού, Επιστήμης βιοϊατρικών δεδομένων του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, Ιωάννης Ιωαννίδης.
Αυτό που ο ίδιος θεωρεί εξαιρετικά επικίνδυνο είναι, όπως λέει, «να παρεμβαίνει η κομματική πολιτική και να στραγγαλίζει και να ποδηγετεί ανερυθρίαστα την επιστήμη». Και αυτό το κάνουν πλέον δυστυχώς όλοι οι κομματικοί πολιτικοί χώροι, αριστεροί, δεξιοί, και κεντρώοι, και οδηγούν σε απαξίωση της επιστήμης.
«Η εμπιστοσύνη του μέσου πολίτη στην επιστήμη κλονίζεται δικαιολογημένα. Για παράδειγμα, κατά την περίοδο της πανδημίας, ο στραγγαλισμός της επιστήμης από δήθεν δημοκρατικές, αλλά ουσιαστικά αντι-επιστημονικές και ενίοτε και διεφθαρμένες ως το κόκκαλο, εξουσίες και παραεξουσίες, συμπεριλαμβανομένων και των συστηματικών ΜΜΕ, ήταν απροκάλυπτος. Τώρα πλέον ο κίνδυνος είναι ότι κάθε φορά που θα αλλάζει το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, θα αναδιαμορφώνει και την επιστήμη προς την κατεύθυνση που εκείνο θεωρεί αποδεκτή και a la carte και θα ζητάει εκδίκηση από την επιστήμη των προηγούμενων ηγεσιών. Όταν το περιοδικό Nature έγραφε απανωτά άρθρα εναντίον του Τράμπ και υπέρ των αντιπάλων του και όταν το Scientific American μετατρεπόταν σε ακραίο όργανο εξτρεμιστικού ακτιβισμού και η (πρώην πλέον) εκδότης του έβριζε χυδαία τους ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους την ημέρα των εκλογών, δεν πρέπει να μας παραξενεύει το ότι η νέα εξουσία στις ΗΠΑ δυστυχώς, ζητάει εκδίκηση. Με τις τεράστιες αδικαιολόγητες σπατάλες κατά την πανδημία, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ στις ΗΠΑ έφτασε το 125%. Πόσο πιθανό είναι η νέα κυβέρνηση που έχει θέσει ως στόχο τις μέγιστες περικοπές, να σεβαστεί τα κομμάτια της επιστήμης που προπαγάνδιζαν υπέρ των εχθρών της; Πάντως, ελπίζω να επικρατήσει κάποια σύμπνοια τελικά και να αποφασίσουν οι κομματικοί ακτιβιστές όλων των πλευρών να αφήσουν την επιστήμη ξανά ήσυχη και αμερόληπτη. Κανέναν δεν συμφέρει η παρατεταμένη μεταφορά της κομματικής τοξικότητας μέσα στην επιστήμη», λέει χαρακτηριστικά ο διακεκριμένος Έλληνας επιστήμονας.
Το Dnews ρώτησε τον καθηγητή αν ανάμεσα σε άλλα, απειλείται η αμερικανική κυριαρχία σε πολλούς ερευνητικούς τομείς όπως π.χ. στη βιοϊατρική έρευνα: «Οι άλλες χώρες, ακόμα και στην Ευρώπη, βρίσκονται σε τόσο μαύρα χάλια που νομίζω πως η αμερικανική κυριαρχία δεν απειλείται ακόμα. Αλλά η επιστήμη είναι μια παγκόσμια υπόθεση και κάθε πλήγμα, όπου και να συμβαίνει αυτό, στοιχίζει στην ανθρωπότητα γενικότερα. Άρα, δεν απειλείται ειδικά η αμερικανική επιστήμη, απειλείται γενικά η επιστήμη!».
Πώς αντιδρούν τα πανεπιστήμια;
Για τον καθηγητή Ιωαννίδη, αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο ‘αγκάθι’ είναι η προτεινόμενη περικοπή του έμμεσου (λειτουργικού) κόστους της χρηματοδότησης από τα ΝΙΗ (National Health Institutes). Στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, στο οποίο εργάζεται αυτό μεταφράζεται σε απώλεια σχεδόν 200 εκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο. Τα πανεπιστήμια αντιδρούν με προσφυγή στη δικαιοσύνη, με λομπίστες και με πολιτικές αντιπαραθέσεις.
«Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να οδηγηθούμε σε μια εντατική κομματική διαμάχη, όπου η επιστήμη μέσα στα πανεπιστήμια να χρωματιστεί και να χαρακτηριστεί ως τσιράκι μιας συγκεκριμένης κομματικής παράταξης. Φυσικά ποτέ δεν θα επικροτήσω τη μείωση ή την καταστολή της επιστημονικής έρευνας, αλλά θεωρώ ότι υπάρχει σαφώς περιθώριο για γόνιμες συζητήσεις σχετικά με το πώς να περιορίσουμε τη γραφειοκρατία και την σπατάλη σε έμμεσο κόστος, ώστε να δοθούν περισσότερα χρήματα για πραγματική έρευνα, για υλοποίηση καινοτόμων ιδεών και για νέους ερευνητές. Κάποιες υποδομές χρειάζονται σημαντικό έμμεσο κόστος για να υποστηριχτούν από εξειδικευμένο βοηθητικό προσωπικό και να λειτουργήσουν με συγκεκριμένο τρόπο, αλλά μάλλον δεν χρειαζόμαστε να έχουμε 4 διοικητικούς υπαλλήλους για κάθε μέλος ΔΕΠ και να πληρώνουμε κτίρια όπου η πληρότητα των γραφείων τους είναι κάτω από 10% - ακόμα και τόσα χρόνια μετά την πανδημία, πολλοί καθηγητές είναι ακόμα στα σπίτια τους και σπανίως μάς κάνουν την τιμή να μας επισκεφτούν στο πανεπιστήμιο», σχολιάζει ο καθηγητής.
Ωστόσο επισημαίνει ότι κάποιοι τομείς και προγράμματα πλήττονται άμεσα, όπως για παράδειγμα τα προγράμματα της Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των Ηνωμένων Πολιτειών (USAID)-αν και ο Τραμπ διερευνά τη δράση της σε διάφορες περιοχές έχοντας υποψίες για διαφθορά- και τα προγράμματα συμπερίληψης, ισότητας και ένταξης (Diversity, Equity, Inclusion - DEI): «Κι εδώ ελπίζω να βρεθεί μια λύση που να αποφύγει τα τοξικά άκρα. Η USAID υποστηρίζει μερικές πολύ αξιόλογες δράσεις, αλλά ταυτόχρονα λειτουργεί και ως βραχίονας πολιτικής και ιδεολογικής προπαγάνδας. Όσο για τα DEI, τα τελευταία χρόνια, όλοι οι καθηγητές ήμασταν υποχρεωμένοι να ακούμε σεμινάρια που χλευάζανε τον Αριστοτέλη για τον μισογυνισμό του σαν να ήταν κακούργος, στις αξιολογήσεις επιστημονικού έργου έπρεπε να γράψουμε παραγράφους επί παραγράφων για το τι κάναμε για να ενισχύσουμε τη συμπερίληψη, ενώ υπήρχε μόνο μια ερώτηση για το επιστημονικό έργο «Δημοσιεύσατε κάτι φέτος; Ναι/Όχι», και δεκάλεπτες διαλέξεις στα επιστημονικά συνέδρια ξεκινούσαν με τρίλεπτη απολογία στους ινδιάνους που τους κλέψαμε τη γη και υποσχόμαστε να τους την επιστρέψουμε. Τώρα περάσαμε στο αντίθετο άκρο, τα προγράμματα DEI να καταργούνται μονοκοντυλιά και να πρέπει να αφαιρεθούν από τα επιστημονικά κείμενα ανεπιθύμητες πλέον λέξεις που σχετίζονται με αυτές τις έννοιες ή να εξαφανίζονται εργασίες και αρχεία που θεωρούνται ‘μολυσμένα’ ιδεολογικά. Και τα δύο άκρα είναι παράλογα και ελπίζω να συμφωνήσουμε τελικά να διασώσουμε την επιστημονική ελευθερία και την ελευθερία της έκφρασης για όλους. Θυμάμαι πριν αρκετά χρόνια, οι φοιτητές στο πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνιας είχαν κατεβάσει το πορτρέτο του Σαίξπηρ από το Τμήμα Αγγλικών και το είχαν αντικαταστήσει με το πορτρέτο μιας συμπαθούς αφροαμερικανίδας λεσβίας φεμινίστριας. Τελικά βρήκαν μια μέση λύση: τοποθέτησαν μια σύνθεση από περίπου 100 πορτρέτα πολλών και διαφορετικών συγγραφέων, ανάμεσά τους και των δυο αντιμαχόμενων», περιγράφει ο κ. Ιωαννίδης.
«Η Ελλάδα έχει καταστραφεί…»
Την ίδια ώρα, και στην Ελλάδα, ακούμε και διαβάζουμε για «πάγωμα» ή για περικοπή των ομοσπονδιακών δαπανών, για απολύσεις, για διάλυση διεθνών φορέων, κλπ. που επηρεάζουν την έρευνα διεθνώς. Ωστόσο, φαίνεται πως όλα αυτά που συμβαίνουν στον χώρο της επιστήμης στις ΗΠΑ περνούν στα «ψιλά» στην ελληνική κοινωνία, η οποία ή δεν τα γνωρίζει ή και αν τα γνωρίζει, πιθανότατα αδιαφορεί γιατί προφανώς δεν αγγίζουν άμεσα την καθημερινότητά της. Είναι όμως έτσι;
«Η Ελλάδα και η ελληνική κοινωνία έχει καταστραφεί, έχουν πάει στον άλλο κόσμο και ακόμα δεν έχουν γυρίσει. Σε μετάφραση σε σημερινές τιμές, το ΑΕΠ ήταν πάνω από 350 εκατομμύρια δολάρια το 2008 και σήμερα μετά από τόσες δήθεν θριαμβευτικές επιτυχίες δεν είναι ούτε 250. Με δυσκολία ανταγωνιζόμαστε τη Βουλγαρία στον πάτο της ΕΕ. Η ατιμία, η διαφθορά, το συστηματικό ψέμα, η αλαζονεία, η θρασυδειλία, η διαπλοκή και η καρτελοποίηση κυριαρχούν και αυτοεγκωμιάζονται για τις επιτυχίες τους και το ηθικό τους ανάστημα. Και μου λέτε τώρα αν μας αγγίζουν τα παρα-επιστημονικά καμώματα των ΗΠΑ; Η Ελλάδα έχει πολλούς λόγους για να σβήσει από το χάρτη. Απλώς τώρα προστίθενται και μερικοί ακόμα. Ας ελπίσουμε ότι θα αντέξει ακόμα», αναφέρει ο καθηγητής Ιωαννίδης.
























