Η σημερινή ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκης στη συζήτηση σχετικά με τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είχε διπλό ενδιαφέρον. Σε ένα πρώτο (και προφανές) επίπεδο το ενδιαφέρον τη ομιλίας του πρωθυπουργικού έγκειται σε αυτό καθαυτό το σκάνδαλο και τον τρόπο που το διαχειρίζεται η κυβέρνηση. Σε ένα δεύτερο επίπεδο όμως, η σημερινή ομιλία Μητσοτάκη αποτύπωσε με χαρακτηριστικό τρόπο τη στρατηγική αμηχανία της κυβέρνησης.
Οι παθογένειες και η σταθερότητα
Δύο αποσπάσματα συνοψίζουν τη γραμμή που ακολούθησε ο πρωθυπουργός. Στο πρώτο επιχειρεί να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση επέλεξε την εξεταστική επιτροπή και όχι την προανακριτική: «Η παράταξή μας προτείνει, λοιπόν, τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τη λειτουργία του Οργανισμού από την ίδρυσή του έως και σήμερα, ώστε να αντιμετωπιστούν οι βαθιά ριζωμένες παθογένειες και οι διακομματικές αστοχίες, να ανιχνευθούν πιθανές ευθύνες και να οδηγηθούμε τελικά σε μια κάθαρση, η οποία θα “χτίσει” μια επόμενη μέρα προς όφελος των αγροτών, των κτηνοτρόφων αλλά και της ίδιας τελικά της χώρας. Διότι είναι άλλος ο καταλογισμός ευθυνών και άλλο το κυνήγι μαγισσών». Η ρητορεία περί «διαχρονικών ευθυνών» υποστηρίχθηκε από επιθέσεις σε Ανδρουλάκη και Φάμελλο τόσο για τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ στον ΟΠΕΚΕΠΕ όσο και για την «εμπλοκή σε αμφιλεγόμενες χρηματοδοτήσεις» «πράσινων» στελεχών από την Κρήτη.
Ο Μητσοτάκης υπογράμμισε επίσης την ανάγκη της διατήρησης της σταθερότητας στη χώρα σε ένα διεθνές περιβάλλον ανασφάλειας και αβεβαιότητας. «Θέλω να αναδείξω για ακόμα μία φορά τον κίνδυνο η πατρίδα μας, πολιτική ζωή, κοινωνική ζωή, να επιστρέψουν σε μια διαλυτική εσωστρέφεια, όταν γύρω μας η αστάθεια εντείνεται με συγκρούσεις, με γεωπολιτικές εντάσεις, με αναταράξεις στη διεθνή οικονομία, με δασμούς οι οποίοι τώρα επιβάλλονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και που θα δημιουργήσουν πρόβλημα στο παγκόσμιο εμπόριο, με αυταρχικές φωνές που αμφισβητούν ακόμα και την ίδια τη δημοκρατία, με προκλήσεις που αναζωπυρώνονται, ανάμεσά τους και το πρόβλημα του μεταναστευτικού», ανέφερε ο πρωθυπουργός. Η επίκληση της σταθερότητας συνιστά τον πυρήνα της τρέχουσας κυβερνητικής ρητορείας και θα αποτελέσει το βασικό επιχείρημα στη Νέας Δημοκρατίας στις επόμενες εκλογές, είτε αυτές γίνουν το 2027 είτε νωρίτερα.
Οι διαχρονικές παθογένειες και η σταθερότητα αποτέλεσαν λοιπόν του πυλώνες του πρωθυπουργικού λόγου.
Ποια δικογραφία;
Το κύριο αντεπιχείρημα σε όσα υποστήριξε ο πρωθυπουργός, είναι βέβαια ότι η συζήτηση δεν έχει γενικό πολιτικό χαρακτήρα για τα κακώς κείμενα των αγροτικών επιδοτήσεων και της δημόσιας διοίκησης. Η συζήτηση για τον ΟΠΕΚΕΠΕ είναι συγκεκριμένη και συνδέεται άμεσα με τη δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας στην οποία αναφέρονται συγκεκριμένες κατηγορίες κατά των γαλάζιων υπουργών Βορίδη και Αυγενάκη. Επομένως, ακόμα και αν υιοθετήσει κανείς την επιχειρηματολογία Μητσοτάκη για την ανάγκη να χυθεί φως στις διαχρονικές παθογένειες του ΟΠΕΚΕΠΕ, μένει με την απορία γιατί αυτό δεν επιτρέπει την ανακριτική διερεύνηση του ρόλου των δύο υπουργών. Το επιχείρημα Μητσοτάκη ότι αν η εξεταστική ανακαλύψει πολιτικές ευθύνες θα πάμε σε προανακριτική, δεν είναι καθόλου πειστικό γιατί η δικογραφία ήδη αναφέρεται σε συγκεκριμένες κατηγορίες για συγκεκριμένα πρόσωπα. Η κομματική σκοπιμότητα της επιλογής της εξεταστικής αναδεικνύεται με μεγαλύτερη ενάργεια αν λάβουμε υπόψη ότι στις περιπτώσεις Καραμανλή και Τριαντόπουλου η ΝΔ ψήφισε τις προανακριτικές.
Σε ό,τι αφορά δε τις εκκλήσεις για ήπιο κλίμα και διατήρηση της σταθερότητας, εύλογα μπορεί να επισημανθεί ότι η πολιτική ζωή εκτροχιάζεται από τα κυβερνητικά σκάνδαλα και όχι από μια αντιπολίτευση που τρέχει πίσω από τα γεγονότα.
Σαν να μην κυβερνάει…
Όμως το ενδιαφέρον της τοποθέτησης Μητσοτάκη δεν εξαντλείται σε αυτό καθαυτό το σκάνδαλο. Αρκετά από όσα είπε σήμερα ο πρωθυπουργός, θα βρουν σύμφωνους ακόμα και πολίτες που αντιτίθενται στην κυβέρνηση. Δεν είναι λίγοι όσοι-ες θα συμφωνούσαν με την αποστροφή του ότι η διαφθορά στις αγροτικές επιδοτήσεις αποτελεί «μια χρόνια πάθηση της δημόσιας ζωής, η οποία αποδείχθηκε και διαχρονική και διακομματική. Μια αλυσίδα μιας μεταδοτικής επιδημίας, έχει έρθει ο καιρός να τη σπάσουμε». Όντως η διαφθορά με τις επιδοτήσεις είναι πολύ παλιά ιστορία, από την εποχή ακόμα των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων.
Μόνο που ο Μητσοτάκης μιλάει σαν να μην κυβερνάει ο… Μητσοτάκης. Γιατί το 2019 θα μπορούσε να πειστεί κανείς από τη δήλωση του πρωθυπουργού ότι είναι αποφασισμένος να σπάσει την μακρά αλυσίδα της διαφθοράς. Αλλά το 2025, μετά από 6 χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη, ποιος μπορεί να πιστέψει ότι όντως ο πρωθυπουργός έχει τη βούληση να σπάσει το πελατειακό σύστημα των fake επιδοτήσεων; Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι η κυβέρνηση θα τα βάλει με τη διαφθορά όταν η γιγάντωση των fake επιδοτήσεων έγινε επί Μητσοτάκη μέσα από ένα σύστημα πελατειακών εξυπηρετήσεων που οργανώθηκε και διοικήθηκε από γαλάζια στελέχη; Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι όντως ο πρωθυπουργός έχει τη βούληση για μεταρρυθμιστικές τομές όταν δεν παραπέμπει τους υπουργούς του στην Προανακριτική, φοβούμενος τις αντιδράσεις τους -ιδιαίτερα του Βορίδη;
Τα ίδια και τα ίδια
Και ποιος μπορεί να πιστέψει τον Μητσοτάκη όταν τα ίδια που είπε σήμερα τα έχει ξαναπεί για μια σειρά άλλων αποτυχιών της κυβέρνησης, με πιο πρόσφατα τα Τέμπη;. Ξανά οι διαχρονικές παθογένειες, ξανά το βαθύ κράτος, ξανά το παράδειγμα του gov.gr, ξανά η νέα αρχή και η μεταρρυθμιστική φυγή προς τα μπρος. Αυτά τα ακούς μια φορά, τα ακούς δεύτερη και αν είσαι καλοπροαίρετος τα ακούς και τρίτη. Δεν μπορείς όμως να τα ακούς συνέχεια.
Πολύ περισσότερο δεν μπορείς να παίρνεις στα σοβαρά τα μεγάλα λόγια περί πάταξης της διαφθοράς και χρηστής διαχείρισης από το κόμμα των «Φραπέδων» και των «Χασάπηδων». Η δικογραφία της ευρωπαϊκής εισαγγελίας πιστοποίησε αυτό που όλοι βλέπουμε στην καθημερινότητα. Η κυβέρνηση που ομνύει στην «Ευρώπη», την «αριστεία» και την «τεχνοκρατία», χρησιμοποιεί στην πράξη όλες τις «πατροπαράδοτες» μεθόδους του πελατειακού συστήματος και αντιμετωπίζει το κράτος ως λάφυρο με τον πιο προκλητικό τρόπο. Και γι’ αυτό ακριβώς το αφήγημα του πρωθυπουργού δεν «περνάει» πλέον. Στα έξι χρόνια διακυβέρνησης δεν μετράνε οι υποσχέσεις, αλλά οι πράξεις.
Ένας πρωθυπουργός χωρίς πολιτικό αφήγημα, μια κυβέρνηση χωρίς στρατηγικό σχέδιο και προοπτική. Μια χώρα σε αναμονή για το καινούργιο που έχει ανάγκη και που δεν έχει εμφανιστεί ακόμα.






























