Η κυβέρνηση παρουσιάζει τον νέο προϋπολογισμό ως θρίαμβο. Πίσω όμως από τα πανηγυρικά γραφήματα και τις προσεκτικά επιλεγμένες διατυπώσεις, κρύβεται μια οικονομία που εξακολουθεί να πατά σε πήλινα πόδια Γιατί ναι, οι αριθμοί συχνά λένε την αλήθεια, το ερώτημα είναι ποια αλήθεια επιλέγεις να δείξεις.
1. Επενδύσεις
Το Υπουργείο Οικονομικών προβάλλει με υπερηφάνεια ότι οι επενδύσεις θα φτάσουν στο 17,7% του ΑΕΠ το 2026 το υψηλότερο ποσοστό από το 2009.Σωστό. Αλλά δεν είναι όλη η ιστορία.
Περισσότερο από 50% της επενδυτικής ανόδου 2021–2025 οφείλεται στο Ταμείο Ανάκαμψης (RRF). Ένα προσωρινό εργαλείο, το οποίο ολοκληρώνει τις εκταμιεύσεις του σύντομα. Μετά το 2026, η Ελλάδα θα βρεθεί στο πραγματικό τεστ. Μπορεί να διατηρήσει την ίδια δυναμική με εθνικούς πόρους ή με πολύ πιο δύσκαμπτα ευρωπαϊκά προγράμματα;
Και τότε, χωρίς την αναπνευστική συσκευή του RRF,θα αποδειχθεί αν η «επενδυτική άνοιξη» ήταν πραγματικότητα ή μια τεχνητή εικόνα προόδου.
2. ΑΕΠ
Η κυβέρνηση υπογραμμίζει ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σταθερές τιμές αυξήθηκε κατά 15,7% από το 2019 ,τριπλάσια επίδοση από την ευρωζώνη. Στα χαρτιά, εντυπωσιακό. Στην πραγματικότητα;
Η Ελλάδα παραμένει στο 70% του μέσου όρου αγοραστικής δύναμης της ΕΕ, η δεύτερη φτωχότερη χώρα της Ένωσης. Η χώρα όπου οι αριθμοί ανεβαίνουν αλλά οι τσέπες μένουν άδειες.
Τι σημαίνει αυτό;
Ότι οι μισθοί λογιστικά ανεβαίνουν, όμως η πραγματική ακρίβεια, συγκεκριμένα στα τρόφιμα και στις υπηρεσίες, τρέχει πιο γρήγορα. Το διαθέσιμο εισόδημα δεν αυξάνεται, αλλά συρρικνώνεται.
3. Χρέος
Ναι, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ πέφτει, από 154% το 2025 στο 138% το 2026.Μια εικόνα δημοσιονομικής «υγείας». Μόνο που το χρέος, ως πραγματικό μέγεθος, εξακολουθεί να παραμένει δυσθεώρητο,360 δισ. ευρώ.
Η μείωση δεν προκύπτει από αποπληρωμές ή μεταρρυθμίσεις, αλλά κυρίως από την άνοδο του ονομαστικού ΑΕΠ και ο ευνοϊκό καθεστώς χαμηλών επιτοκίων μέχρι το 2032 (που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ εξασφάλισε).
Όταν η τεχνητή περίοδος «ηρεμίας» λήξει, η χώρα θα εκτεθεί πλήρως στο κόστος δανεισμού. Και τότε θα διαπιστωθεί ποιος όντως έσωζε την οικονομία και ποιος απλώς την έβαζε να αντέχει με παυσίπονα.
4. Ανεργία
Η πτώση της ανεργίας από 17,3% στο 8,6% είναι πραγματικό επίτευγμα, αλλά όχι χωρίς αστερίσκους.
Περίπου οι μισές νέες θέσεις είναι μερικής ή ευέλικτης απασχόλησης. Θέσεις που δίνουν στατιστική «λάμψη» αλλά ελάχιστη ασφάλεια στους εργαζόμενους. Στην πραγματικότητα, έχουμε μια αγορά εργασίας που δημιουργεί θέσεις χαμηλής ποιότητας, με χαμηλούς μισθούς και μηδενικό ορίζοντα εξέλιξης.
Τα στοιχεία του ΣΕΒ το επιβεβαιώνουν:
Ελλάδα: 25€ παραγωγικότητα ανά ώρα εργασίας
ΕΕ: 46€
Η Ελλάδα παραμένει στο 54% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Και το χειρότερο;
Ενώ δημιουργήθηκαν +200.000 θέσεις συνολικά, στον τουρισμό και την εστίαση έγιναν +324.000, στη μεταποίηση χάθηκαν -260.000 θέσεις. Η χώρα αντικαθιστά παραγωγή με σερβίρισμα.
5. Ακρίβεια και στενότητα στην αγορά χρήματος
Η Ελλάδα παραμένει από τις πιο ακριβές χώρες της ΕΕ σε βασικά αγαθά. Τα επιχειρηματικά επιτόκια είναι υψηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, πλήττοντας πρώτα και κύρια τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Και η οικονομία συνεχίζει να εξαρτάται υπερβολικά από τον τουρισμό, δηλαδή από έναν κλάδο ευάλωτο σε κάθε διεθνές σοκ, από μια πανδημία έως έναν πολεμικό κλυδωνισμό.
Κι ενώ άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ,όπως η Σουηδία, μειώνουν τον ΦΠΑ στα τρόφιμα για να στηρίξουν τα νοικοκυριά, η ελληνική κυβέρνηση ζητά από τους πολίτες 12 δισ. παραπάνω μόνο από ΦΠΑ.
Την ίδια στιγμή:
Κόβει τα οικογενειακά επιδόματα κατά 47%,αυξάνει την έμμεση φορολογία, το πιο άδικο είδος φορολογίας και μεταφέρει το βάρος από τις μεγάλες περιουσίες στους μισθωτούς και τους καταναλωτές.
Όπως ειπώθηκε εύστοχα:
«Είναι δύο διαφορετικές Ευρώπες. Η μία επενδύει στον πολίτη, η άλλη τον ξεζουμίζει.»
Συμπέρασμα, μια οικονομία που φτιασιδώνεται, όχι που αλλάζει
Ο προϋπολογισμός του 2026 βασίζεται σε μια γενική λογική, να φαίνεται η εικόνα, όχι η ουσία. Η κυβέρνηση επιλέγει να παρουσιάζει αποσπασματικούς αριθμούς και όχι την πλήρη εικόνα μιας οικονομίας που παραμένει, υπερφορολογημένη, παραγωγικά αδύναμη, επενδυτικά εξαρτημένη από ευρωπαϊκούς πόρους που τελειώνουν, κοινωνικά εξουθενωμένη, και εργασιακά εύθραυστη.
Αν κάτι αποτυπώνει πραγματικά ο νέος προϋπολογισμός, είναι ότι δεν λείπουν οι αριθμοί. Λείπει το όραμα. Λείπει η πολιτική βούληση να στηριχθεί η κοινωνία, η παραγωγή και ο εργαζόμενος.
Αν η χώρα θέλει να μπει στην πρώτη γραμμή της Ευρώπης, δεν γίνεται να το κάνει με ψηφιακές πλατφόρμες, επιδόματα μπαλώματα και φθηνούς πανηγυρισμούς.
Χρειάζεται πραγματική παραγωγική ανασυγκρότηση, πραγματική κοινωνική προστασία και μια οικονομία που θα χτίζεται από τα κάτω όχι από τα powerpoints του ΥΠΟΙΚ.
(Η Ιωάννα Λιούτα είναι Πολιτική και Οικονομική Αναλύτρια)































