Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις να ξεκινούν όχι από την Αθήνα ή κάποιο άλλο μεγάλο αστικό κέντρο αλλά από την ύπαιθρο; Ασυνήθιστο, ναι. Αλλά όχι απίθανο. Κυρίως όχι απίθανο στις σημερινές συνθήκες.
Το δημοσιογραφικό κλισέ λέει ότι ο αγροτικός κόσμος «βράζει». Όμως, αυτό που δεν καταγράφεται είναι ότι σιγοβράζει καιρό τώρα. Και, ως γνωστόν, ένα υγρό μπορεί να θερμαίνεται για πολύ καιρό χωρίς να αλλάζει τίποτα στη σύσταση, στα χαρακτηριστικά και στις ιδιότητές του, μέχρι τη στιγμή που θα φτάσει το σημείο βρασμού. Τότε, αλλάζουν όλα.
Το annus horribilis 2023 - που όμως δεν ήταν απλά ένα «κακό όνειρο»
Το 2023 η πραγματική αξία της αγροτικής παραγωγής κατακρημνίστηκε. Μόνο μέσα σε έναν χρόνο έπεσε κατά 16,1%, με τη μείωση μάλιστα να μην είναι συμμετρική, αλλά να πλήττει κυρίως- όπως σημειώνεται σε σχετική μελέτη του Διανέοσις - τρία είδη καλλιεργειών: το ελαιόλαδο, τα φρούτα και τις «βιομηχανικές καλλιέργειες» (ελαιούχοι σπόροι, ζαχαρότευτλα, βαμβάκι κ.λπ.), που σημείωσαν πολλαπλάσιες μειώσεις. Προφανώς, σημαντικό ρόλο στην απότομη αυτή πτώση έπαιξαν οι φυσικές καταστροφές Elias και Daniel, ωστόσο, όπως επισημαίνεται και στην ανωτέρω μελέτη, η επίπτωσή τους δεν εξαντλείται στα αποτελέσματα του 2023, γι’ αυτό και αναμένεται να αποτυπωθεί και σε αυτούς τους τρεις και στους υπόλοιπους κλάδους στα αποτελέσματα της καλλιεργητικής περιόδου 2024-2025.
Κυρίως, μπορεί το 2023 να καταγράφηκε ρεκόρ μείωσης, ωστόσο η πτωτική τάση της συνολικής αγροτικής παραγωγής είναι σταθερή τα τελευταία 30 χρόνια (-0,3% τον χρόνο κατά μέσο όρο ή -0,9% αν συνυπολογιστεί και το 2023). Και, αν συνυπολογιστούν οι εκτιμήσεις των επιστημόνων για περαιτέρω πίεση στα οικοσυστήματα και ενδεχόμενες νέες φυσικές καταστροφές λόγω της κλιματικής κρίσης, τότε σε καμία περίπτωση δεν μπορεί κανείς να πει ότι το 2023 ήταν απλά ένας εφιάλτης και πέρασε.
Πηγή: Διανέοσις - https://www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2024/09/Agriculture.pdf
Ταυτόχρονα, το κόστος της παραγωγής εκτοξεύεται. Οι πληθωριστικές πιέσεις σε συνδυασμό και με άλλους διεθνείς και εγχώριους παράγοντες έχουν οδηγήσει σε πολύ σημαντική αύξηση στο σύνολο των εισροών του αγροτικού τομέα. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις από το 2019 ως το 2023 -με τα επόμενα έτη να συνεχίζεται η πίεση- καταγράφηκαν στα λιπάσματα και βελτιωτικά εδάφους (+72.3% από το 2019 ως το 2023), στις κτηνιατρικές υπηρεσίες (+55,1%), στις ζωοτροφές (+39,3%), στη συντήρηση κτηρίων (+32,9%), καθώς και στην ενέργεια (+29,0%).
Πηγή: Διανέοσις - https://www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2024/09/Agriculture.pdf
Επιστροφή στην ύπαιθρο: το συντομότερο ανέκδοτο
Όπως είναι προφανές, η συνθήκη αυτή έχει επίπτωση και στις προοπτικές της απασχόλησης και της δραστηριοποίησης στον πρωτογενή τομέα. Ενώ τονίζεται συχνά το έλλειμμα επενδύσεων, και κυρίως στην κατεύθυνση εισαγωγής καινοτομίας, στον πρωτογενή τομέα, την ίδια στιγμή οι προοπτικές για τους νέους και τις νέες που εισέρχονται στον κλάδο φαίνονται κάθε άλλο παρά θετικές. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αριθμός των διαχειριστών αγροτικών εκμεταλλεύσεων πέφτει διαχρονικά -σημάδι συγκέντρωσης ή/και εγκατάλειψης της αγροτικής γης- ενώ ταυτόχρονα το ποσοστό των νεότερων σε ηλικία βαίνει διαρκώς μειούμενο. Σύμφωνα με την ίδια ανωτέρω έρευνα του Διανέοσις, βάσει των στοιχείων της Eurostat, οι διαχειριστές αγροτικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα από το 2010 μέχρι το 2020 μειώθηκαν συνολικά από 723,1 σε 530,7 χιλιάδες άτομα (-26,6%). Ταυτόχρονα, μειώθηκε το ποσοστό των νεότερων ηλικιών στο σύνολο των διαχειριστών αγροτικών εκμεταλλεύσεων στη χώρα: το 2010 το 45,1% ήταν ηλικίας έως 54 ετών, εκ των οποίων το 12,9% έως 39 ετών, ενώ το 2020 τα ποσοστά αυτά ήταν 35,2% και 7,2% αντίστοιχα, μειωμένα δηλαδή κατά 9,9 και 5,7 ποσοστιαίες μονάδες.
Πηγή: Διανέοσις - https://www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2024/09/Agriculture.pdf
Και ακόμα κι αν φύγει κανείς από τα οικονομικά μεγέθη της γεωργίας και δει λίγο το ευρύτερο πλαίσιο, τη ζωή στην ύπαιθρο που αναπόφευκτα συνδέεται με τη γεωργική δραστηριότητα, η εικόνα μόνο χειρότερη γίνεται. Από το 2010 μέχρι σήμερα, στο όνομα του «εξορθολογισμού» των δημόσιων δαπανών, έχει γίνει μαζική συγχώνευση και κλείσιμο κάθε είδους δημόσιας υποδομής στην ελληνική ύπαιθρο: από τις συνενώσεις των Δήμων -που άφησαν πίσω τους αποδυναμωμένες τοπικές κοινότητες, ειδικά εκεί όπου ο μικρός αριθμός εκλογέων αφήνει ολόκληρα χωριά κάτω από τα ραντάρ των δημοτικών αρχών- και τη συνακόλουθη μείωση όλων των δημοτικών υπηρεσιών (καθαριότητα, κοινωνική φροντίδα, πολιτισμός, αθλητισμός κ.λπ.), μέχρι το κλείσιμο σχολείων, κέντρων υγείας, αστυνομικών τμημάτων, το κλείσιμο της Αγροτικής Τράπεζας και, κατ’ επέκταση, των υποκαταστημάτων της σε όλη την Ελλάδα και, τελευταία, το κλείσιμο των Ταχυδρομείων.
Ταυτόχρονα, οι υποδομές παραμένουν υποτυπώδεις. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη σύγχρονη τεχνολογία (π.χ. γρήγορο ίντερνετ - αυτό άλλωστε είναι δυσεύρετο ακόμα και σε γειτονιές της Αθήνας), αλλά και στο οδικό δίκτυο, το δίκτυο ηλεκτροδότησης κ.ο.κ. Πολύ χειρότερα, αν κάνει κάποιος μια βόλτα στη Θεσσαλία, θα διαπιστώσει ότι μετά τον Daniel δεν έχει καν αποκατασταθεί πλήρως το επαρχιακό οδικό δίκτυο - τουλάχιστον όχι με βάση τις σύγχρονες προδιαγραφές ασφάλειας. Να μην συζητήσουμε, φυσικά, για δημόσια συγκοινωνία: ο σιδηρόδρομος, ακόμα και στο περιορισμένο δίκτυο που υπήρχε, πλέον βρίσκεται σε παρακμή, ενώ υπάρχουν πολλά χωριά στα οποία δεν φτάνει ούτε το ΚΤΕΛ ή, αν φτάνει, αυτό συμβαίνει κάποιες λίγες μέρες τη βδομάδα.
Όποιος έχει έστω στοιχειώδη εικόνα από την ελληνική ύπαιθρο -και κυρίως τα ορεινά χωριά ή όσα βρίσκονται μακριά από τα αστικά κέντρα και το κεντρικό οδικό τους δίκτυο- δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί, κάθε φορά που κάποιος…ιθύνων νους αναφέρεται στην επιστροφή των νέων σε αυτή ως διέξοδο: έχει πάει ποτέ του έστω σε ένα χωριό;
Καταστροφές, αποζημιώσεις και…ΟΠΕΚΕΠΕ
Η τελευταία διετία ήταν για πολλές αγροτικές περιοχές, και κυρίως τη Θεσσαλία, η χαριστική βολή. Παράλληλα προς τις άμεσες καταστροφές που επέφερε ο Daniel, το χαμηλό ύψος και κυρίως οι μεγάλες καθυστερήσεις στην καταβολή των αποζημιώσεων, είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί σε πολλές περιπτώσεις και η επόμενη καλλιεργητική περίοδος. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις αγροτών που, εκτός της σοδειάς που έχασαν, δεν μπόρεσαν να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους ούτε την επόμενη περίοδο, καθώς δεν είχαν εισπράξει έσοδα και δεν ήταν σε θέση να καταβάλουν τα κόστη που απαιτεί η παραγωγή. Και ταυτόχρονα, αναγκάστηκαν και οι ίδιοι να αναζητήσουν αλλού δουλειά, προκειμένου να επιβιώσουν στο μεταξύ.
Στη δε κτηνοτροφία, ό,τι δεν έπνιξε ο Daniel το αφανίζει τώρα η πανώλη και ευλογιά, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ανθρώπων που έχασαν το κοπάδι τους δυο φορές μέσα σε αυτά τα δύο χρόνια. Είτε οικονομικά είτε συναισθηματικά το δει κανείς, τέτοια καταστροφή είναι αβάσταχτη. Το γιατί η ελληνική κυβέρνηση επέμεινε να αρνείται τον εμβολιασμό των αιγοπροβάτων έναντι της ευλογιάς και επέλεξε τις μαζικές θανατώσεις των κοπαδιών, παρά τα αντίθετα αιτήματα των κτηνοτρόφων και τις αντίθετες συστάσεις της Κομισιόν, πρέπει να αναζητηθεί στην προτεραιότητα που αποδίδει στις εξαγωγές κυρίως φέτας (που πραγματοποιούνται ως επί το πλείστον από μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες), παρά το γεγονός μάλιστα ότι οι επιπτώσεις του μη εμβολιασμού ενδέχεται να είναι πολύ μεγαλύτερες, όπως αναδεικνύεται στο εξαιρετικό ρεπορτάζ του Solomon.
Καιρό τώρα -όσο παρακολουθούμε το σίριαλ του ΟΠΕΚΕΠΕ, τα ανύπαρκτα κοπάδια, τις επιδοτήσεις στους φίλους του «Φραπέ] και του «Χασάπη» και κάθε είδους «δικών τους παιδιών» και όσους προσέρχονται χωρίς ντροπή στην επιτροπή της Βουλής εξηγώντας πόσο…τυχεροί είναι που κέρδισαν ξανά και ξανά λαχεία και τζόκερ ή πώς η μάνα τους, «όπως κάθε ελληνίδα μάνα», τους έδωσε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ- το μυαλό μου γυρνά συνέχεια στους ανθρώπους που ξέρω, κυρίως τους νεότερους, που έκαναν την επιλογή να ασχοληθούν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη μελισσοκομία, κυρίως στην περιοχή μου, τη Θεσσαλία και όχι μόνο. Τους θυμάμαι να μιλούν για τα σχέδια που είχαν όταν αποφάσισαν να μείνουν ή να γυρίσουν -πολλοί ακόμα και μετά από πολύ προχωρημένου επιπέδου σπουδές- στη γη, για το πώς σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις τους στις καλλιέργειές τους, πόση όρεξη είχαν να δοκιμάσουν νέα πράγματα, να εισάγουν νέες τεχνολογίες. Και τελευταία τους θυμάμαι όμως και να ομολογούν -με ένα αίσθημα ήττας, για την οποία δεν φταίνε- ότι «εγώ τελικά ως εδώ μπόρεσα» ή να παραδέχονται ότι πια δεν είναι σίγουροι αν θα καταφέρουν να μείνουν στα χωράφια.
Σκέφτομαι πόσο διαφορετική θα μπορούσε να είναι η επαρχία (ναι, εμείς που είμαστε από εκεί, δικαιούμαστε να τη λέμε έτσι, χωρίς το εξευγενισμένο του όρου «περιφέρεια»), αν μπορούσαν παιδιά σαν αυτά που γνώρισα να μείνουν εκεί και να κάνουν πραγματικότητα εκείνα που ονειρεύτηκαν. Κι αναρωτιέμαι πόσο θυμωμένοι, πόσο βλάκες θα πρέπει να νιώθουν, περιμένοντας ακόμα τις αποζημιώσεις από το 2023, όταν βλέπουν πως εκατομμύρια πήγαιναν σε τσέπες ανθρώπων που δεν τα δικαιούνταν ή όταν σκέφτονται πως τελικά εκείνοι θα πληρώσουν τελικά το τίμημα αυτού του σκανδάλου.
Μπορεί κάτι να συμβεί, αλήθεια, εδώ;
Οι αγροτικές κινητοποιήσεις φαίνεται να έχουν αρκετά μεγάλη δυναμική. Κάτι που δεν αποτελεί έκπληξη, με βάση όσα είπαμε.
Λείπουν όμως δύο στοιχεία για να μπορέσει να συμβεί, αλήθεια, κάτι εδώ.
Το πρώτο είναι η υπόλοιπη κοινωνία. Για ακόμα μια φορά ως κοινωνία -ή, έστω, η πλειοψηφία, για να μην κάνω άδικες γενικεύσεις- παρακολουθούμε στην καλύτερη περίπτωση με απλή συμπάθεια στη χειρότερη με απάθεια τις κινητοποιήσεις των αγροτών αυτές τις μέρες. Δεν θα έπρεπε όμως να είναι έτσι. Κι όχι μόνο από αλληλεγγύη.
Δυστυχώς, δεν έχει γίνει ακόμα κατανοητό πόσο σημαντικά πράγματα διακυβεύονται για όλες και όλους μας. Όχι μόνο γιατί η αγροτική οικονομία παραμένει, παρά τη σταθερή υποχώρησή της, μια σημαντική παράμετρος της συνολικής οικονομίας. Όχι μόνο γιατί για ολόκληρες περιοχές το αγροτικό εισόδημα αποτελεί κινητήριο δύναμης όλης της τοπικής οικονομίας, με αποτέλεσμα να πλήττονται όλοι σχεδόν οι κλάδοι όταν αυτό εξανεμίζεται. Αλλά ταυτόχρονα ή κυρίως γιατί, ειδικά στην εποχή μας, τόσο λόγω των γεωπολιτικών αναταράξεων όσο και λόγω της κλιματικής κρίσης, η διατροφική ασφάλεια αποτελεί μια πολύ σημαντική παράμετρο της ανθεκτικότητας και της συλλογικής ασφάλειας μιας κοινωνίας - και δεν μιλώ καν για διατροφική αυτάρκεια ή κυριαρχία, που θα σήμαινε τοπικές ποικιλίες, απεξάρτηση από τις μεγάλες πολυεθνικές που παράγουν σπόρους, αγροεφόδια κ.λπ.
Και ας μην πάμε τόσο μακριά, ώστε να αναρωτηθούμε για το πόσο δεδομένη είναι η αγροτική παραγωγή μας, αν αύριο διαταραχθούν περαιτέρω οι εφοδιαστικές αλυσίδες και το διεθνές εμπόριο (π.χ. σε λιπάσματα, ζωοτροφές, φάρμακα και άλλα αγροεφόδια) ή για το τι θα συμβεί την επόμενη φορά που, λόγω της κλιματικής κρίσης και της εγκληματικής απουσίας οποιασδήποτε σοβαρής πολιτικής υδάτων, κάποια από τις σημαντικές αγροτικές περιοχές της χώρας αντιμετωπίσει μια εκτεταμένη ξηρασία, μια πλημμύρα ή κάποια άλλη μεγάλης κλίμακας φυσική καταστροφή.
Ας το σκεφτούμε απλά στην καθημερινότητά μας. Ακόμα και στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη οικονομία, πάνω από το 80% της τελικής κατανάλωσης των νοικοκυριών, δηλαδή όλων ημών ως καταναλωτών, σε αγροτικά προϊόντα προέρχεται από την εγχώρια παραγωγή, ενώ αντίστοιχα 90% ή και πολύ περισσότερο των αγροτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων, ποτών και καπνού και στη διαμονή και εστίαση προέρχονται, επίσης, από την εγχώρια παραγωγή. Όσο η ποσότητα ή η ποιότητα της εγχώριας παραγωγής πέφτει (είτε γιατί όλο και περισσότεροι αγρότες θα αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα χωράφια τους και να αναζητήσουν άλλες διεξόδους επιβίωσης είτε γιατί οι φυσικές καταστροφές, όπως και η αύξηση του κόστους παραγωγής, δεν επιδρούν μόνο στο πόσα παράγουμε, αλλά και στο τι ποιότητας προϊόντα παράγουμε), τόσο μεγαλύτερη επίπτωση θα έχει αυτό και στο πιάτο και στο πορτοφόλι μας. Είτε άμεσα, στα προϊόντα που θα βρίσκουμε στα ράφια των σουπερμάρκετ και στους πάγκους της λαϊκής, είτε έμμεσα στα δευτερογενή, επεξεργασμένα προϊόντα που επίσης φτάνουν σε εμάς ως τελικούς καταναλωτές: από τον χυμό ντομάτας που αγοράζουμε για μια απλή μακαρονάδα και τα τσιγάρα που καπνίζουμε, μέχρι το φαγητό στην ταβέρνα.
Πηγή: Διανέοσις - https://www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2024/09/Agriculture.pdf
(Η Δανάη Κολτσίδα είναι νομικός και πολιτική επιστήμονας)






























