Οι ευρωεκλογές του 2024 δεν αποτύπωσαν μόνο, αλλά παγίωσαν την εικόνα μίας αντιπολίτευσης που όχι μόνο δεν μπορεί, αλλά δεν προτίθεται να συγκρουστεί με την κυβέρνηση Μητσοτάκη και την επίθεση της σε κοινωνικά αγαθά, κρατικό πλούτο και ιδιωτικό εισόδημα/περιουσία των πολλών υπέρ πολύ λίγων -εγχώριων και μη- αλλά και τους θεσμούς με πρώτη την Δικαιοσύνη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βρήκε (ή δεν είχε) τις δυνάμεις να ανασυσταθεί μετά το μνημόνιο το 2018 και διαλύθηκε. Το ΠΑΣΟΚ δεν συνήλθε ποτέ από το εσωτερικό πραξικόπημα εναντίον της κυβέρνησης Παπανδρέου του 44% και έκτοτε έρπει σε ποσοστά κάτω του 15%, σε κάθε συνθήκη, πρόεδρο, ή σύνθημα όπως το ατυχές «το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε» για να φουσκώσει την αυτόνομη πορεία του Νίκου Ανδρουλάκη που δεν απέδωσε λόγω της αδυναμίας του να ηγηθεί του χώρου όταν είχε την ευκαιρία επιλέγοντας την σύνθεση αντί της σύγκρουσης με τους συγγενείς πολιτικούς σχηματισμούς. Την ίδια ώρα, η αποχή γιγαντώνεται, όπως και ο αντισυστημισμός - όχι ο υγιής, αλλά ο ακροδεξιός που επιζητεί κατάλυση των θεσμών της Δημοκρατίας και υποχώρηση του ανθρωπισμού.
Απέναντι στην επταετία Μητσοτάκη, το πρώτο που περιμένει να ακούσει ένας πολίτης που κάποτε ψήφισε ΠΑΣΟΚ ή ΣΥΡΙΖΑ (ίσως και λαϊκή δεξιά), και τώρα ή απέχει ή προσέρχεται στην κάλπη ξέπνοος είναι το πώς θα ανατραπούν τα πεπραγμένα Μητσοτάκη, ξεκινώντας από τα εύκολα: ποιους νόμους θα καταργησούν αν εκ θαύματος υπήρχε πολιτική αλλαγή. Άγνωστο.
Το δεύτερο, θα αφορούσε μια ανάλυση στο μοντέλο διακυβέρνησης Μητσοτάκη και συγκεκριμένα το νόμο για το Επιτελικό Κράτος, δηλαδή την υποκατάσταση του Υπουργικού Συμβουλίου από μία στρατιά μετακλητών του Μαξίμου που πλέον έχει τις αρμοδιότητες που κάποτε έπαιρναν οι υπουργοί και υφυπουργοί με ΦΕΚ. Την μετατροπή του Πρωθυπουργού σε εκλεγμένο μονάρχη.
Το Επιτελικό Κράτος, ως στρατιά, εκτελεί ό,τι λένε τα excel του Μαξίμου (Προεδρία της Κυβέρνησης με τα ορφανά του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ), δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης που κατά τα άλλα δηλώνει ανενημέρωτος για κάθε στραβή. Κάτι που καταρίπτεται από το γεγονός πως σε κάθε σκάνδαλο εμφανίζεται ένας «παρά τω Πρωθυπουργώ» που τρέχουν να διασώσουν με αντικοινοβουλευτικές μεθοδεύσεις -Μαξίμου και Δικαιοσύνη- για να μην ανοίξει το στόμα του, ή αναγκαστεί να ψευδορκίσει.
Πού είναι η κριτική της προοδευτικής και δημοκρατικής αντιπολίτευσης σε αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης και η συνακόλουθη απόδοση ευθυνών στον επικεφαλής; Δεν θα πιθανολογήσουμε για τα αίτια του κενού αντιπολίτευσης, αλλά έτσι ούτε εναλλακτική γίνεσαι, ούτε πείθεις, ούτε εκλέγεσαι. Μητσοτάκης υπάρχει, είναι ικανότατος σε όσα κάνει, και έχει δικούς του για βελτιώσεις και τροπολογίες στο νομοθετικό του έργο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης οδεύει για την τρίτη θητεία, με τον ίδιο να δηλώνει με κάθε ευκαιρία, τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό, πως επιδιώκει μία τρίτη θητεία προκειμένου να στεριώσουν οι αντικοινωνικές πολιτικές του «ανεπιστρεπτί». Η αντιπολίτευση τι δεσμεύεται πως θα αποκαθηλώσει; Μάλλον τίποτα. Πώς θα τον νικήσει στις εκλογές πιθανόν ακόμα και εντός του 2026; Μάλλον με βουντού - δεν διαφαίνεται κάτι άλλο.
Πού είναι ο διάλογος της προόδου με τις σύγχρονες τάσεις κριτικής για τον σαρκοφάγο και πλανητοφάγο καπιταλισμό των δισεκατομμυριούχων που στην Ιταλία έφερε την Μελόνι, στην Γαλλία φέρνει την Λε Πεν, στην Γερμανία έχει εκτοξεύσει το AfD, ενώ στις ΗΠΑ μιλάνε για Μουσολινισμό με τον στρατό να βγαίνει στις πόλεις; Πού είναι οι προτάσεις για ενίσχυση της Δημοκρατίας απέναντι στον καθεστωτισμό; Πού είναι η αντίδραση τους στην επίθεση που δέχεται ο πρωτογενής τομέας, που αφημένος στην ευλογιά για ένα χρόνο και τις πλημμύρες της Θεσσαλίας για τρία χρόνια, δεν θα δίνει σε λίγο ούτε φέτα για το οικογενειακό τραπέζι; Κι ακόμα δεν πιάσαμε το διπλωματικό επεισόδιο με την Κύπρο πάνω σε ανοιχτή έρευνα της Ευρωπαίας Εισαγγελέα για το καλώδιο, ή το γιατί ένα κράτος παραμένει «στρατηγικός σύμμαχος της Ελλάδας» όταν απαγάγει Έλληνες πολίτες και αφανίζει τους Παλαιστίνιους.
Απέναντι σε αυτήν την παγιωμένη κατάσταση, ο Αλέξης Τσίπρας αν μη τι άλλο έχει το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, αν κάποιος δεν θέλει να παραδεχτεί το πολιτικό χάρισμα, την εξέλιξή του από τότε που παντελώς ανέτοιμος ανέλαβε την πρωθυπουργία το 2015, ή τις δημοσκοπήσεις που πλέον καταγράφουν ως επικρατούσα την άποψη πως οι περισσότεροι το 2019 ήταν σε καλύτερη μοίρα από σήμερα.
Με την παραίτησή του, εγκαταλείπει μία Βουλή όπου οι ‘ψηφοφορίες’ γίνονται πλέον με κούτες επιστολικών ψήφων από τη Γραμματεία της ΝΔ παρότι οι βουλευτές της ήταν εντός του κτιρίου, και κατεβαίνει στην πλατεία Συντάγματος εκεί που ένας πατέρας -θύμα και αυτός των Τεμπών- παίζει την υγεία και την ζωή του στα ζάρια για να βρει το δίκιο του. Ένας πατέρας και ένας Σύλλογος Συγγενών και Επιζώντων που όταν η κυβέρνηση δεν καθυβρίζει ανοιχτά, τους μειώνει με κάθε πρόταση που ξεκινάει με την φράση «αυτοί οι άνθρωποι» λες και μιλάει για παραφρωνημένους. Για τρελούς. Ο πατέρας και οι επιζώντες που ξέχασε σύσσωμη η αντιπολίτευση για σχεδόν δύο χρόνια, για όσο «τα Τέμπη δεν πουλούσαν» - όπως έλεγαν μέχρι τις μαζικές συγκεντρώσεις.
Κανείς δεν είναι στο κεφάλι του Αλέξη Τσίπρα για να ξέρει πώς ή τι θα κάνει. Πολλοί προσπαθούν να το καλουπώσουν προτού καν ξεκινήσει, ρωτώντας «με ποιούς» για να ακουστούν πρόσωπα και να αναδειχθούν οι δυσκολίες, «πότε», ή «πώς θα απαντήσει στα πεπραγμένα της διακυβέρνησής του». Ως προς το τελευταίο, η απάντηση θα έρθει σύντομα και θα κλείσει (ως κύκλος) με το βιβλίο του.
Το ερώτημα που θα πρέπει να απασχολήσει όλους τους υπόλοιπους αφορά το αν αυτήν τη φορά θα παρουσιάσει ένα ικανό πλαίσιο πολιτικής και προγραμματικής κατεύθυνσης για τη χώρα, που θα υπηρετήσουν στην συνέχεια όσοι επιλέξουν και επιλεγούν για να συστρατευθούν στο εγχείρημα, ή να τον ψηφίσουν, με πρώτο επίδικο το αντιθεσμικό μοντέλο της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Κι αυτό γιατί στην πορεία που έληξε με την παραίτησή του το 2023 τα πρόσωπα κατέληξαν να είναι το πλαίσιο, κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεπέρασε ποτέ και καταποντίστηκε υπό το βάρος των ‘προσωπικοτήτων’, των κατευθύνσεων, που οδήγησαν στο χάος και τελικά στο κενό πολιτικής παρά τις άπειρες συνεδριάσεις και αποφάσεις κάθε λογής οργάνων.
Αν αποτύχει και το εγχείρημα Τσίπρα να δώσει εναλλακτική, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κατακτήσει τον στόχο του και η καταστροφή θα είναι πράγματι «ανεπιστρεπτί», για αρκετές γενιές που στον σημερινό κόσμο στερούνται ακόμα και την προσδοκία μίας επανάστασης. Μόνο πόλεμο μπορούν να περιμένουν με τα σημερινά δεδομένα και θα μας βρει κοινωνικά, διπλωματικά και παραγωγικά εξαθλιωμένους, παρά την ρύθμιση του χρέους που κατάφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και την χαμένη ευκαιρία του ΤΑΑ μετά την καταστροφική και αδιαφανή διαχείρισή του από το Μαξίμου.
Το μόνο σίγουρο είναι πως η σημερινή αντιπολίτευση δεν έδωσε απαντήσεις. Σπατάλησε την ευκαιρία της απλής αναλογικής γιατί ήταν αδιάβαστη ως προς το κοινωνικό αίτημα και μικροκομματικά εμμονική, δεν αναστήθηκε παρά τις πολλαπλές εκλογές επικεφαλής σε όλα τα κόμματα από την βάση, και δεν έδωσε προοπτική με τις (εκβιασμένες και μη) διασπάσεις. Ήρθε η ώρα να δοκιμαστεί κάτι διαφορετικό, ριζοσπαστικό και κοινωνικό στους μήνες που απομένουν προτού ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέξει να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Όσοι επιθυμούν την πολιτική αλλαγή πρέπει να εύχονται να πετύχει. Όλα τα άλλα έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει.
(Ο Κωνσταντίνος Αλεξάκος είναι αρχιτέκτονας, πολιτικός αναλυτής)




























