Η ετήσια έκθεση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για το 2025 δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες: οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα έχουν υποχωρήσει κατά 32,8% μέσα σε μόλις 15 χρόνια. Οι Έλληνες εργαζόμενοι βρίσκονται πλέον στην προτελευταία θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς την αγοραστική τους δύναμη. Αυτή δεν είναι απλώς μια στατιστική. Είναι μια καταδίκη για εκατομμύρια νοικοκυριά που ζουν καθημερινά με το άγχος της επιβίωσης.
Την ώρα που η κυβέρνηση πανηγυρίζει για δήθεν ανάπτυξη και «θωρακισμένη οικονομία», η κοινωνία βουλιάζει στην ακρίβεια και την εργασιακή απορρύθμιση. Οι μικρομεσαίοι ασφυκτιούν, οι μισθωτοί στενάζουν, και τα σούπερ μάρκετ μετατρέπονται σε πεδία μάχης για το βασικό είδος διατροφής.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο μέσος ετήσιος τζίρος ανά άτομο αυξήθηκε ελάχιστα , από 6.711 ευρώ το 2023 σε 6.882 ευρώ το 2024, ενώ την ίδια στιγμή ο πληθωρισμός σε είδη πρώτης ανάγκης, όπως ψωμί, γαλακτοκομικά και κρέας, ξεπερνά το 9%. Αυτή η «αύξηση» στο εισόδημα δεν καλύπτει ούτε το αυξημένο κόστος ενός εβδομαδιαίου καλαθιού.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι: μόνο 130 εκατ. ευρώ από τα 8,3 δισ. αύξησης διαθέσιμου εισοδήματος την περίοδο 2019–2023 κατευθύνθηκαν στους μισθωτούς. Το υπόλοιπο πήγε σε μεγάλες περιουσίες, ενοίκια και εργολάβους. Η κυβέρνηση, αντί να στηρίξει τους πολλούς, ενίσχυσε τους λίγους.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις βλέπουν ότι ούτε οι εκπτώσεις σώζουν την κατάσταση. Ο καταναλωτής δεν έχει να ξοδέψει, όχι γιατί δεν βρίσκει προσφορές, αλλά γιατί δεν έχει πια ούτε τα απαραίτητα. Το 65% των πολιτών κόβει βασικές δαπάνες, ακόμη και μέσα σε περιόδους εκπτώσεων. Είναι ξεκάθαρο: το πρόβλημα δεν είναι πια οι τιμές , είναι η πολιτική.
Κι όμως, η Κυβέρνηση συνεχίζει να κάνει πως δεν βλέπει. Η ακρίβεια μετατρέπεται σε ένα εργαλείο αναδιανομής εισοδήματος από τους φτωχούς προς τους πλούσιους. Μπορεί να κάνει πως δεν βλέπει η Κυβέρνηση, αυτή την πραγματικότητα για τους πολλούς, συνεχίζει όμως να πράττει για τους λίγους.Και είναι αξεπέραστη σε εφευρετικότητα, σε πρακτικές σε κονδύλια. Σε ελάχιστο χρόνο πριμοδοτεί με υπέρογκα ποσά λίγους ,ημέτερους, κολλητούς και μας το περνάει και ως ανάπτυξη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις:
– Αύξηση του κατώτατου μισθού με βάση τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
– Μείωση έως και μηδενισμό του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά.
– Φορολογική ελάφρυνση για τα νοικοκυριά.
– Επέκταση των κοινωνικών παροχών.
Η Κυβέρνηση όμως επιμένει σε συνταγές λιτότητας, φορολογικής εξάντλησης και κερδοσκοπικής ανοχής. Η δήθεν μεταρρυθμιστική πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο από μια αντικοινωνική εμμονή, που επιτείνει την φτώχεια, την ανασφάλεια και την απόγνωση.
Η σημερινή κατάσταση δεν είναι αποτέλεσμα ατυχήματος, αλλά πολιτικής επιλογής. Κάθε μήνα που περνά χωρίς ουσιαστικά μέτρα για την ακρίβεια και τα εισοδήματα είναι μήνας συνεχιζόμενης κοινωνικής λεηλασίας.
Δεν φτάνουν οι έλεγχοι. Δεν φτάνουν οι «καλές προθέσεις». Αυτό που χρειάζεται είναι πολιτική βούληση υπέρ των πολλών και όχι υποταγή στα συμφέροντα των λίγων.Και αυτό σημαίνει αλλάγη πολιτικής.
Ήρθε η ώρα η κοινωνία να μην ανεχτεί άλλο την κοροϊδία. Να διεκδικήσει πίσω την αξιοπρέπειά της, τους μισθούς της, τη ζωή της. Και να στείλει το μήνυμα: ή με τον λαό ή με τους λίγους, μέση λύση δεν υπάρχει.
(Η Ιωάννα Λιούτα είναι Πολιτική και Οικονομική Αναλύτρια)





























