Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κρίνει ως παράνομη τη διοικητική πρακτική που στηριζόταν στην προϋπόθεση τού να μην υπερβαίνει η συνολική αξία των επιχειρηματικών δώρων το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών, προκειμένου να αναγνωρίζεται η έκπτωση του ΦΠΑ εισροών. Η απόφαση του ΣτΕ ανοίγει τον δρόμο για επιστροφές ΦΠΑ που μέχρι πρότινος απορρίπτονταν με βάση το συγκεκριμένο κριτήριο, το οποίο πλέον κρίνεται ότι δεν έχει επαρκές νομικό έρεισμα.
Η υπόθεση αφορούσε σε επιχείρηση που διενήργησε αγορές διαφημιστικών δώρων αξίας μικρότερης των δέκα ευρώ ανά τεμάχιο, πλην όμως η φορολογική αρχή θεώρησε ότι δεν μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως «μικρής αξίας», επειδή η συνολική τους αξία ξεπερνούσε το 1% των ακαθάριστων εσόδων της. Κατά συνέπεια, αρνήθηκε την έκπτωση του ΦΠΑ και εξέδωσε πράξη προσδιορισμού του φόρου.
Η διοίκηση, βασιζόμενη σε σχετική Υπουργική Απόφαση, υποστήριξε ενώπιον του ΣτΕ ότι η ύπαρξη ενός τέτοιου ποσοτικού ορίου είναι αναγκαία για να αποτρέπεται η κατάχρηση της έκπτωσης φόρου και να περιορίζεται το περιθώριο φοροδιαφυγής. Το Συμβούλιο, ωστόσο, με σαφήνεια απέρριψε αυτό το σκεπτικό, κρίνοντας ότι η εν λόγω ρύθμιση δεν εδράζεται σε πρόβλεψη του Κώδικα ΦΠΑ, αλλά επιβλήθηκε αυθαίρετα με κανονιστική απόφαση, κατά παράβαση του Συντάγματος και των αρχών της νομιμότητας και της φορολογικής ισότητας.
Η απόφαση του ΣτΕ είναι σημαντική για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν διαφημιστικές ή προωθητικές ενέργειες, κυρίως στον χώρο της λιανικής και του μάρκετινγκ, καθώς αίρει έναν σημαντικό περιορισμό που είχε οδηγήσει σε πλήθος απορρίψεων αιτήσεων επιστροφής ΦΠΑ. Πλέον, η έκπτωση του φόρου εισροών θα μπορεί να αναγνωρίζεται για δώρα μικρής αξίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κριτήριο του 1% επί του κύκλου εργασιών, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ουσιαστικοί όροι της νομοθεσίας.



























