Οικονομία

Έρευνα του ΔΝΤ δείχνει τάση απομάκρυνσης από τη δημοσιονομική πειθαρχία διεθνώς

Έρευνα του ΔΝΤ δείχνει τάση απομάκρυνσης από τη δημοσιονομική πειθαρχία διεθνώς Φωτογραφία: EPA/SHAHZAIB AKBER - ΑΠΕ ΜΠΕ
Έρευνα του ΔΝΤ με τίτλο «Δημοσιονομικός Λόγος και Δημοσιονομική Πολιτική» εξετάζει την αυξανόμενη παγκόσμια τάση των πολιτικών κομμάτων να υποστηρίζουν την αύξηση των κυβερνητικών δαπανών, παρά τις ανησυχίες για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα.

Η μελέτη αναλύει δεδομένα από εκλογικές εκστρατείες 65 χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, εξετάζοντας περισσότερα από 4.500 πολιτικά μανιφέστα από ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες. Τα ευρήματα δείχνουν ότι ο πολιτικός λόγος έχει μετατοπιστεί προς την υποστήριξη της δημοσιονομικής επέκτασης, ενώ η ρητορική υπέρ της δημοσιονομικής πειθαρχίας έχει μειωθεί σημαντικά.

Η μελέτη αποκαλύπτει μια έντονη τάση, τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναδυόμενες οικονομίες, για αυξημένη υποστήριξη των δημοσίων δαπανών σε κοινωνικές υπηρεσίες, πρόνοια και άλλες πολιτικές στήριξης της ζήτησης. Από τη δεκαετία του 1990, το μερίδιο του πολιτικού λόγου που αφιερώνεται στην δημοσιονομική επέκταση έχει αυξηθεί κατά 40%, ενώ η ρητορική για τη δημοσιονομική πειθαρχία έχει μειωθεί στο μισό, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Στην περίοδο 1960-1980, περίπου το 11% των πολιτικών μανιφέστων υποστήριζε επεκτατικές πολιτικές, ποσοστό που σχεδόν διπλασιάστηκε μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 2010. Αντίθετα, η υποστήριξη για δημοσιονομικό συντηρητισμό, που κορυφώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, έχει μειωθεί δραματικά.

Είναι αξιοσημείωτο ότι η αυξανόμενη υποστήριξη για δημοσιονομική επέκταση δεν συνάδει με τα δεδομένα ερευνών που καταγράφουν τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων, οι οποίες γενικά παραμένουν πιο συντηρητικές ως προς τη δημοσιονομική πολιτική. Η ανάλυση υποδηλώνει ότι τα πολιτικά κόμματα ενδέχεται να διαμορφώνουν αφηγήματα ανεξάρτητα από τις άμεσες απαιτήσεις των ψηφοφόρων, πιθανώς για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους σε ένα εκλογικό περιβάλλον που επιβραβεύει όλο και περισσότερο τις υποσχέσεις για κυβερνητικά οφέλη και κοινωνική προστασία. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η παγκόσμια τάση αύξησης των ανισοτήτων, καθώς και οι πιέσεις που προκαλούνται από τη γήρανση του πληθυσμού και τις κλιματικές μεταβάσεις, είναι παράγοντες που αναμένεται να διατηρήσουν τη ζήτηση για κρατική παρέμβαση, επιτρέποντας στα κόμματα να κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση.

Όταν οι δημοσιονομικές συνθήκες επιδεινώνονται, ειδικά σε περιπτώσεις αυξήσεων χρέους ή οικονομικών υφέσεων, η πολιτική ρητορική τείνει να γίνεται πιο συντηρητική, αλλά αυτή η μετατόπιση είναι συνήθως περιορισμένη. Η μελέτη δείχνει ότι όταν τα ελλείμματα αυξάνονται κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ πριν από τις εκλογές, τα πολιτικά κόμματα μειώνουν την επεκτατική ρητορική κατά περίπου 0,22 ποσοστιαίες μονάδες και αυξάνουν ελαφρώς την έμφαση στη δημοσιονομική πειθαρχία. Αυτές οι συντηρητικές μετατοπίσεις είναι πιο έντονες στις ανεπτυγμένες οικονομίες σε σύγκριση με τις αναδυόμενες αγορές. Ωστόσο, ακόμα και σε περιόδους δημοσιονομικής πίεσης, η τάση για υποστήριξη της κυβερνητικής επέκτασης παραμένει κυρίαρχη.

Η εργασία του ΔΝΤ εξετάζει επίσης τις πραγματικές συνέπειες των αλλαγών στον δημοσιονομικό λόγο. Διαπιστώνει ότι η αύξηση της επεκτατικής ρητορικής συνήθως ακολουθείται από υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα μεσοπρόθεσμα. Για παράδειγμα, μια αύξηση κατά 1 τυπική απόκλιση στην επεκτατική ρητορική κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας σχετίζεται με αύξηση του ελλείμματος κατά 0,26% του ΑΕΠ. Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως σε μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες και όχι σε μειώσεις φόρων. Από την άλλη πλευρά, οι μετατοπίσεις προς τη δημοσιονομική πειθαρχία τείνουν να οδηγούν σε μείωση των ελλειμμάτων, αν και αυτό συνοδεύεται από χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη και προσωρινές αυξήσεις στο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ λόγω των βραχυπρόθεσμων επιπτώσεων της λιτότητας.

Κατά το ΔΝΤ, η υιοθέτηση δημοσιονομικών κανόνων, όπως οι περιορισμοί στον προϋπολογισμό, έχει περιορισμένη επίδραση στον μετριασμό της επεκτατικής ρητορικής. Η μελέτη διαπιστώνει ότι, μετά την υιοθέτηση δημοσιονομικών κανόνων, το μερίδιο του πολιτικού λόγου που αφιερώνεται στη δημοσιονομική πειθαρχία αυξάνεται, αλλά οι αφηγήσεις υπέρ της κυβερνητικής επέκτασης παραμένουν σχετικά αμετάβλητες. Αυτό δείχνει ότι, παρόλο που οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις μπορούν να μετριάσουν τις επεκτατικές τάσεις, δεν εξαλείφουν την ευρύτερη πολιτική τάση προς την αύξηση των δημόσιων δαπανών. Παρόμοιες δυναμικές παρατηρούνται και σε χώρες που έχουν υιοθετήσει δημοσιονομικά συμβούλια, τα οποία συμβάλλουν στη διαμόρφωση του δημόσιου λόγου για τη δημοσιονομική πολιτική.

Αν και η γενική τάση προς τον επεκτατικό λόγο είναι παγκόσμια, η μελέτη επισημαίνει ορισμένες βασικές διαφορές μεταξύ ανεπτυγμένων και αναδυόμενων οικονομιών. Στις ανεπτυγμένες οικονομίες, η στροφή προς την δημοσιονομική επέκταση είναι πιο έντονη, με τα κόμματα να υποστηρίζουν όλο και περισσότερο την αύξηση των δημόσιων δαπανών. Στις αναδυόμενες αγορές, ο δημοσιονομικός λόγος τείνει να ανταποκρίνεται πιο έντονα στις άμεσες δημοσιονομικές συνθήκες, όπως οι αυξήσεις χρέους, με λιγότερη μακροπρόθεσμη απόκλιση από τις επεκτατικές τάσεις. Επιπλέον, οι επιπτώσεις από τις πολιτικές που προωθούν δημοσιονομική πειθαρχία είναι πιο έντονες στις αναδυόμενες αγορές, οδηγώντας σε ταχύτερες δημοσιονομικές προσαρμογές, συχνά με υψηλότερο οικονομικό κόστος.

Τέλος, η μελέτη του ΔΝΤ τονίζει ότι η στροφή προς τις αφηγήσεις υπέρ της δημοσιονομικής επέκτασης δεν είναι απλώς μια βραχυπρόθεσμη τάση, αλλά αντικατοπτρίζει βαθύτερες, μακροπρόθεσμες πολιτικές δυναμικές στις δημοκρατίες. Τα κόμματα ανταγωνίζονται ολοένα και περισσότερο σε πλατφόρμες που προωθούν τα κυβερνητικά οφέλη εις βάρος της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Κατά το ΔΝΤ, αυτός ο ανταγωνισμός γύρω από τις κυβερνητικές δαπάνες, σε συνδυασμό με πολιτικές «κόκκινες γραμμές’ στη φορολογία, ενέχει κινδύνους για τη δημοσιονομική βιωσιμότητα, καθώς πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση του δημόσιου χρέους μακροπρόθεσμα.

# TAGS