Το 2024, τα λιμάνια της Ευρωπαϊκής Ένωσης διακίνησαν περίπου 3,4 δισ. τόνους θαλάσσιου φορτίου, ποσότητα που παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με το 2023, αλλά εξακολούθησε να υπολείπεται του υψηλότερου σημείου της περιόδου 2014-2024, το οποίο είχε καταγραφεί το 2019 με 3,6 δισ. τόνους.
Παρά τη στασιμότητα στη συνολική διακίνηση, η κατάταξη των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών λιμένων δεν άλλαξε, με το Ρότερνταμ στην Ολλανδία να παραμένει στην κορυφή, διαχειριζόμενο 397 εκατ. τόνους φορτίου. Ακολούθησαν τα λιμάνια της Αμβέρσας-Μπριζ στο Βέλγιο με 244 εκατ. τόνους και του Αμβούργου στη Γερμανία με 97 εκατ. τόνους.
Στους δέκα κορυφαίους λιμένες της ΕΕ, τέσσερις κατέγραψαν αύξηση στη διακίνηση φορτίου σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Τις μεγαλύτερες ανόδους σημείωσαν τα ισπανικά λιμάνια της Βαλένθια (+3,6%) και του Αλχεθίρας (+2,6%). Αντίθετα, οι πιο έντονες μειώσεις παρατηρήθηκαν στην Κωνστάντζα της Ρουμανίας (-14,3%) και στο Γκντανσκ της Πολωνίας (-11,0%).
Τα στοιχεία προέρχονται από τα σημερινά δημοσιευμένα δεδομένα της Eurostat για τις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων, τα οποία συνοδεύονται από αναλυτική παρουσίαση στη σχετική ενότητα Statistics Explained. Σύμφωνα με την Eurostat, το μεγαλύτερο μερίδιο φορτίου που διακινήθηκε στα βασικά λιμάνια της ΕΕ το 2024 αφορούσε άνθρακα και λιγνίτη, αργό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, τα οποία συγκέντρωσαν το 19% του συνόλου.
Ακολούθησαν τα προϊόντα διύλισης πετρελαίου με 16,5%, τα μεταλλεύματα και λοιπά προϊόντα εξόρυξης με 7,4%, ενώ τα χημικά, το καουτσούκ, τα πλαστικά και τα πυρηνικά καύσιμα αντιστοιχούσαν συνολικά σε 7,2%. Τα προϊόντα γεωργίας, δασοκομίας, θήρας και αλιείας κατείχαν μερίδιο 6,3%, ενώ τα τρόφιμα, τα ποτά και τα καπνικά προϊόντα αντιπροσώπευαν το 4,9% των συνολικά διακινηθέντων αγαθών.






























