Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί συνολικά 152 τόνους χρυσού, αξίας περίπου 20 δισ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος του να παραμένει εντός των ελληνικών συνόρων. Συγκεκριμένα, το 47% φυλάσσεται στο θησαυροφυλάκιο της οδού Ομήρου στο κέντρο της Αθήνας, ενώ το υπόλοιπο βρίσκεται κατανεμημένο σε ασφαλή θησαυροφυλάκια του εξωτερικού: 29% στις Ηνωμένες Πολιτείες, 20% στη Βρετανία και 4% στην Ελβετία.
Η Ελλάδα κατατάσσεται σήμερα στην 39η θέση διεθνώς ως προς τα αποθέματα χρυσού, την ώρα που παγκοσμίως οι κεντρικές τράπεζες έχουν αυξήσει τα αποθέματά τους σε πρωτοφανή επίπεδα, φθάνοντας τους 36.360 τόνους συνολικά. Πρώτες στη λίστα παραμένουν οι ΗΠΑ, με 8.133 τόνους, και ακολουθεί η Γερμανία με 3.351,6 τόνους.
Η συσσώρευση του ελληνικού χρυσού ξεκίνησε ουσιαστικά τη δεκαετία του 1930, όταν η εγκατάλειψη του κανόνα χρυσού από την Αγγλία οδήγησε την Τράπεζα της Ελλάδος σε απώλειες διαθεσίμων και την ώθησε να ενισχύσει τις τοποθετήσεις της σε χρυσό. Από τότε, το πολύτιμο μέταλλο ακολούθησε μια περιπετειώδη διαδρομή. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής φυγαδεύτηκε μυστικά στην Κρήτη, στη συνέχεια στην Αλεξάνδρεια –όπου χρειάστηκαν επίμονες διπλωματικές ενέργειες για να αποδοθεί στην Τράπεζα– και αργότερα στη Νότια Αφρική, με τελικό σταθμό την Πρετόρια. Μετά το τέλος του πολέμου επέστρεψε στην Ελλάδα.
Σήμερα, ο χρυσός παραμένει βασικό περιουσιακό στοιχείο της Τράπεζας της Ελλάδος, προσφέροντας σταθερότητα και ασφάλεια στο χαρτοφυλάκιό της. Για τους πολίτες, το πολύτιμο μέταλλο εξακολουθεί να λειτουργεί ως «καταφύγιο» αξίας σε περιόδους αβεβαιότητας, όπως επισημαίνει ο διοικητής της Τράπεζας, Γιάννης Στουρνάρας.




























