Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν σταματά να κομπάζει για τους δασμούς του - εμμένοντας στο αφήγημα πως «οι θέσεις εργασίας και τα εργοστάσια θα επιστρέψουν με πάταγο στις ΗΠΑ», «απελευθερώνοντας» εκατομμύρια Αμερικανούς.
Οι οικονομικοί αναλυτές ωστόσο δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία τους, ενώ οι απότομες αυξήσεις των τιμών σε προϊόντα που κυμαίνονται από τα είδη ένδυσης έως τα ηλεκτρονικά είδη απειλούν ήδη τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις του παγκόσμιου επικεφαλής της έρευνας τεχνολογίας στην Wedbush Securities, Dan Ives, ο οποίος μεταξύ άλλων προειδοποιεί πως η τιμή ενός iPhone θα μπορούσε να εκτοξευθεί σε περίπου 3.500 δολάρια - αν αυτά ξεκινήσουν να κατασκευάζονται στις ΗΠΑ.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί για την επιστροφή μεγάλων εργοστασίων στις ΗΠΑ, που θα μπορούσαν να απασχολήσουν εκατομμύρια Αμερικανούς. Όμως ο Dan Ives αποκαλεί το σενάριο αυτό... «παραμύθι».
{https://www.youtube.com/watch?v=IUm_DwTZ2hw&t=91s&ab_channel=CNN}
Τα iPhones που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να κοστίζουν περισσότερο από τρεις φορές την τρέχουσα τιμή τους, καθώς θα ήταν απαραίτητο να αναπαραχθεί το εξαιρετικά πολύπλοκο οικοσύστημα παραγωγής που χρησιμοποιεί η εταιρία σήμερα στην Ασία.
«Χτίζεται αυτή η αλυσίδα εφοδιασμού στις ΗΠΑ με ένα εργοστάσιο στη Δυτική Βιρτζίνια και το Νιου Τζέρσεϊ» και έτσι έχουμε... iPhones αξίας 3.500 δολαρίων, τονίζει - αναφερόμενος σε εργοστάσια κατασκευής ή εγκαταστάσεις παραγωγής υψηλής τεχνολογίας όπου συνήθως κατασκευάζονται τα τσιπ υπολογιστών που τροφοδοτούν ηλεκτρονικές συσκευές.
Και ακόμη και τότε, θα κόστιζε στην Apple περίπου 30 δισεκατομμύρια δολάρια και τρία χρόνια για να μεταφέρει αρχικά μόνο το 10% της αλυσίδας εφοδιασμού της στις ΗΠΑ.
Η κατασκευή και η συναρμολόγηση των εξαρτημάτων των smartphones μεταφέρθηκε στην Ασία πριν από δεκαετίες, καθώς οι αμερικανικές εταιρείες επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη λογισμικού και στο σχεδιασμό προϊόντων, τα οποία αποφέρουν πολύ υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
Αυτή η κίνηση βοήθησε να γίνει η Apple μια από τις πιο επικερδείς εταιρείες στον κόσμο και να εδραιωθεί ως κυρίαρχος κατασκευαστής smartphone.
Από την ορκωμοσία του Τραμπ στα τέλη Ιανουαρίου, οι μετοχές της Apple έχουν χάσει περίπου το 25% της αξίας τους λόγω των ανησυχιών για τον αντίκτυπο των δασμών στην εκτεταμένη αλυσίδα εφοδιασμού της, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα και την Ταϊβάν. Περίπου το 90% των iPhone, άλλωστε, συναρμολογούνται στην Κίνα.
«Καμία εταιρεία δεν είναι περισσότερο μπλεγμένη σε αυτή τη δασμολογική διαμάχη», εξηγεί ο Dan Ives, τονίζοντας πως «πρόκειται για έναν οικονομικό Αρμαγεδδώνα, αλλά ειδικά για την τεχνολογική βιομηχανία».
Τα τσιπ που τροφοδοτούν τα iPhones κατασκευάζονται κυρίως στην Ταϊβάν, ενώ τα πάνελ της οθόνης προμηθεύονται από εταιρείες της Νότιας Κορέας. Κάποια άλλα εξαρτήματα κατασκευάζονται στην Κίνα, ενώ η τελική συναρμολόγηση πραγματοποιείται κατά βάση και πάλι εκεί.
Τον Φεβρουάριο, η Apple ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει 500 δισεκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ τα επόμενα τέσσερα χρόνια, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να επεκτείνει την παραγωγή εκτός Κίνας και να αποφύγει τους δασμούς του Τραμπ στη χώρα.
Οι αναλυτές συμφωνούν ότι οι τιμές των iPhone είναι πιθανό να αυξηθούν, ακόμη και αν οι αλυσίδες εφοδιασμού παραμείνουν εκεί που είναι. Η Rosenblatt Securities - μια επενδυτική τράπεζα με έδρα τη Νέα Υόρκη - δήλωσε ότι τα iPhone θα μπορούσαν να είναι 43% ακριβότερα, εάν η Apple μετακυλήσει ολόκληρο το κόστος των υψηλότερων δασμών στους καταναλωτές, σύμφωνα με σημείωμα που επικαλείται το Reuters.
Από την πλευρά του, ο Neil Shah, αντιπρόεδρος έρευνας της Counterpoint Research, εκτιμά ότι το iPhone θα μπορούσε να κοστίσει περίπου 30% περισσότερο - αν και η τιμή θα μπορούσε να εξαρτηθεί από το πού κατασκευάζονται.
Η Apple έχει προηγουμένως επιδιώξει να διαφοροποιήσει την παραγωγή της, μεταφέροντας την από την Κίνα στην Ινδία και τη Βραζιλία. Τώρα θα μπορούσε να επιδιώξει να μεταφέρει την παραγωγή βασικών εξαρτημάτων σε χώρες που αντιμετωπίζουν χαμηλότερους δασμολογικούς φραγμούς για να κρατήσει το κόστος των τηλεφώνων της χαμηλά.
Η Ινδία είναι πλέον αντιμέτωπη με δασμούς 26%, ενώ η Βραζιλία με δασμούς 10%. Αυτό βέβαια, όπως εξηγεί ο Shah, δεν σημαίνει και πολλά, καθώς η Βραζιλία θα ήταν αδύνατο να φτάσει την κινεζική παραγωγή.





























