Πολωνία, Βέλγιο και Αυστρία κατηγορούν την Γερμανία ότι λειτουργεί μονομερώς και άδικα στα «απαράδεκτα» σχέδιά της να εφαρμόσει προσωρινούς ελέγχους στη ζώνη Σένγκεν και στα εννέα χερσαία σύνορα της χώρας, προκειμένου να ελέγξει την «παράτυπη μετανάστευση».
Η Πολωνία έκανε λόγο για παράβαση του ευρωπαϊκού δικαίου. Ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, είπε πως η Γερμανία έχει εισάγει μία «de facto παύση της συνθήκης Σένγκεν σε μεγάλη κλίμακα» μετά την ανακοίνωση της υπουργού Εσωτερικών της Γερμανίας, Νάνσι Φέζερ, για τον έλεγχο της «παράτυπης μετανάστευσης» με την εφαρμογή επιτόπιων ελέγχων κατά μήκος των 3.700 χιλιομέτρων των συνόρων της Γερμανίας.
Η Πολωνία χαρακτήρισε την απόφαση του Βερολίνου «απαράδεκτη» ενώ η Αυστρία είχε ήδη ανακοινώσει πως δεν θα δεχθεί κανέναν μετανάστη, που θα στείλει πίσω η χώρα.
Ο Ντόναλντ Τουσκ δήλωσε πως θα ζητήσει και από άλλες όμορες με τη Γερμανία χώρες να συνεδριάσουν επειγόντως με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το θέμα. Κάλεσε δε σε «επείγουσες διαβουλεύσεις».
Οι νέοι κανόνες θα ξεκινήσουν να ισχύσουν από την επόμενη Δευτέρα και θα είναι σε ισχύ για τους επόμενους έξι μήνες. «Το μεταναστευτικό δεν λύνεται απλώς με μια συνέντευξη στην κυριακάτικη Bild» ανέφερε ο καγκελάριος Σολτς από το βήμα της βουλής. Παρ’όλα αυτά είπε ότι παραμένει ανοιχτός σε διάλογο με την αντιπολίτευση και στηρίζει τις αποφάσεις της κυβέρνησης, σύμφωνα με την DW.
Συμπλήρωσε ωστόσο, ότι «δεν μπορεί απλώς να έρχεται στη Γερμανία όποιος θέλει. Πρέπει να μπορούμε να επιλέγουμε ποιος θα έρθει».
Η απόφαση αυτή της Γερμανίας, που έχει προκαλέσει αντιδράσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, προέκυψε μετά από σειρά επιθέσεων στη χώρα από μετανάστες των οποίων είχαν απορριφθεί οι αιτήσεις για άσυλο. «Τη δεκαετία του 80, έπρεπε να κατεβαίνουμε από το λεωφορείο και να ελέγχουν τα διαβατήριά μας» είπε ένας Βέλγος πολίτης. «Δεν θα επιστρέψουμε σε αυτό έτσι;» πρόσθεσε.
Οι έλεγχοι θα τεθούν σε εφαρμογή επίσης στα σύνορα της Γερμανίας με το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία και τη Δανία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αυστριακά σύνορα υπόκεινται σε ελέγχους από τον Μάιο, τα σύνορα με την Ελβετία, την Πολωνία και την Τσεχία από τον Ιούνιο και τα γαλλικά σύνορα από τον Ιούλιο, η χώρα ουσιαστικά επιστρέφει στην εποχή των συνοριακών ελέγχων στην Ευρώπη. Η Γερμανία δεν είναι η μόνη χώρα ωστόσο που κάνει κάτι τέτοιο: μόνο φέτος, 10 χώρες της συνθήκης Σένγκεν επανεισήγαγε ελέγχους σε μερικά από τα σύνορά τους για λόγους που αφορούν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του ελέγχου της παράτυπης μετανάστευσης.
Ο υπουργός εσωτερικών της Αυστρίας, Γκέχαρτ Κάρνερ, εξέφρασε ήδη την αντίθεσή του καθώς εντείνεται η αντιπαράθεση ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ. Σημείωσε πως η Βιέννη δεν είναι έτοιμη να δεχθεί μετανάστες που επιστρέφουν από τα γερμανικά σύνορα. «Δεν υπάρχει χώρος για περιστροφές σε αυτό» σημείωσε.
Ο Τούσκ από την πλευρά του σε τηλεοπτική συνέντευξή του την Τρίτη σχολίασε πως αν η Γερμανία απορρίψει μετανάστες στα σύνορά της με την Πολωνία, η Βαρσοβία θα αναγκαστεί να τους διαχειριστεί. «Τέτοιες πράξεις είναι απαράδεκτες από την πλευρά της Πολωνίας» είπε σε συνάντηση με πρέσβεις. Πρόσθεσε πως η Γερμανία χρειάζεται πλήρη στήριξη από τη Γερμανία και όλη την ΕΕ σε θέματα οργάνωσης, οικονομίας, , financing, οπλισμού στα ανατολικά της σύνορα και στην παράτυπη μετανάστευση.
Στο εσωτερικό της Γερμανίας, η αντιπολίτευση αντέδρασε την Τρίτη, αποχωρώντας από τη συνεδρίαση. Είπε πως οι συζητήσεις «κατέρρευσαν» και ότι η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς απέτυχε να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις της για συστηματικές απελάσεις στα γερμανικά σύνορα. Η μετανάστευση ωστόσο παραμένει βασικό ζήτημα στην ατζέντα των ατζέντα των ψηφοφόρων πριν από τις εκλογές στο κρατίδιο του Βρανδεμβούργου σε λιγότερο από δύο εβδομάδες. Οι κεντροαριστεροί Σοσιαλδημοκράτες (SPD), στους οποίους ανήκουν ο Όλαφ Σολτς και η Φέζερ μάχονται για να διατηρήσουν τον έλεγχο του κράτους, με το αποτέλεσμα να θεωρείται καθοριστικό για το μέλλον της κυβέρνησης Σολτς.
Η Άνγκελα Μέρκελ και το μεταναστευτικό
Η ένταση γαι το μεταναστευτικό και τη διαχείρισή του ωστόσο δεν είναι νέο ζήτημα στη Γερμανία. Υπάρχει εδώ και σχεδόν μία δεκαετία. Το 2015, η κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ επέτρεψε σε περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν εγκαταλείψει τη Συρία και το Ιράκ, να φτάσουν στη χώρα σε μία πολιτική που συχνά αναφέρεται ως «ανοιχτών θυρών».
Πρόσφατα, η χώρα χορήγησε αυτόματο άσυλο σε περίπου 1 εκατομμύριο Ουκρανούς, που διέφυγαν από την ρωσική εισβολή του 2022, την ίδια στιγμή που η Γερμανία αντιμετώπιζε μια κρίση ενέργειας και κόστους ζωής. Πέρυσι εφαρμόστηκαν αυστηρότεροι έλεγχοι στα χερσαία σύνορα της Γερμανίας με την Πολωνία, την Τσεχία και την Ελβετία. Αυτά τα μέτρα, μαζί με τους υπάρχοντες ελέγχους στα σύνορά της με την Αυστρία, οδήγησαν στην επιστροφή περίπου 30.000 ανθρώπων από τον Οκτώβριο του 2023, δήλωσε η κυβέρνηση τη Δευτέρα. Σύμφωνα με τα ίδια στατιστικά στοιχεία, οι αιτήσεις για άσυλο μειώθηκαν κατά 22% μεταξύ Ιανουαρίου και Αυγούστου, κάτι που όπως είπε ήταν αποτέλεσμα των αυστηρότερων μέτρων.
Ωστόσο τίθενται ερωτήματα σχετικά με το πώς θα μπορέσει η Γερμανία να διατηρήσει τον σωστό, μακροπρόθεσμο έλεγχο των συνόρων που μοιράζεται με τη Δανία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, τη Γαλλία, την Ελβετία, την Αυστρία, την Τσεχία και την Πολωνία, την ώρα που οι επικεφαλής της γερμανικής αστυνομίας έχουν εκφράσει ανησυχία για την έλλειψη προσωπικού και πόρων.
Τι περιλαμβάνουν τα μέτρα για τους συνοριακούς ελέγχους
Τα σχέδια του γερμανικού ΥΠΕΣ περιλαμβάνουν περιλαμβάνουν συνοριακούς ελέγχους, περισσότερες απορρίψεις αιτημάτων ασύλου αλλά και ταχείες επιστροφές στις χώρες πρώτης εισόδου στην ΕΕ ή απελάσεις σε τρίτες χώρες.
Οι διαδικασίες ελέγχου θα διενεργούνται γρήγορα στα σύνορα από την αστυνομία, η οποία αποκτά ενισχυμένες αρμοδιότητες. Σε εκείνο το σημείο θα εξετάζεται σύμφωνα με την απόφαση, ποια χώρα είναι αρμόδια, βάσει του Κανονισμού του Δουβλίνου, να χειριστεί την κάθε υπόθεση ασύλου. Παράλληλα, εξετάζεται και η δημιουργία κέντρων κράτησης στα γερμανικά σύνορα.
Μήνυμα Μητσοτάκη για το μεταναστευτικό
Η Ευρώπη πρέπει γρήγορα να πάρει τις αποφάσεις της για το μεταναστευτικό και την αντιμετώπιση του, ήταν το μήνυμα που έστειλε στις Βρυξέλλες από τη Βιέννη ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Σε δηλώσεις του μετά την συνάντηση του με τον αυστριακό καγκελάριο Karl Nehammer στη Βιέννη, ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε ότι «δεν είναι δυνατόν να καθορίζουν οι άθλιοι διακινητές ποιος θα εισέρχεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι μια απόφαση την οποία πρέπει να λαμβάνουν τα ίδια τα κράτη μέλη της Ευρώπης».
Επίσης απευθυνόμενος στις ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών, αναφέρθηκε στην προσπάθεια της χώρας μας να εξέλθει από τα μνημόνια και την κρίση και σημείωσε δεν μπορεί κανείς να έχει την απαίτηση από την Ελλάδα, να έχει ένα πιο ευνοϊκό πλαίσιο κοινωνικής προστασίας για τους πρόσφυγες από ό,τι έχει για τους ίδιους τους Έλληνες πολίτες.
Ενωμένη η Ευρώπη πρέπει να δώσει απάντηση
Ο πρωθυπουργός τόνισε με έμφαση ότι όλοι οι ευρωπαίοι είναι ενωμένοι σε αυτό το ζήτημα, και είπε ότι «γι' αυτό και η αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων αποτελεί προτεραιότητα, όχι μόνο για τα κράτη τα οποία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αλλά και για τα κράτη τα οποία βρίσκονται στο κέντρο της Ευρώπης, τα οποία και αυτά με τη σειρά τους μπορεί να γίνονται αποδέκτες κάποιων ανθρώπων, μεταναστών ή προσφύγων, που μπήκαν παράνομα σε πρώτη φάση στην ευρωπαϊκή ήπειρο».
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην προσπάθεια της χώρας μας να σταματήσει τα κύματα παράνομης μετανάστευσης στον Έβρο το 2020, και είπε ότι τότε ήταν ένα πρώτο μήνυμα το οποίο έστειλε η Ελλάδα, ως προάγγελο της αλλαγής της ευρωπαϊκής στάσης που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια, η οποία πια έθεσε την εξωτερική φύλαξη των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως απόλυτη προτεραιότητα μιας ολοκληρωμένης μεταναστευτικής πολιτικής. "Κάτι το οποίο πια έχει γίνει κοινός τόπος, αποτυπώνεται και στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ενσωματώνεται όμως και σε πολύ μεγάλο βαθμό στο
Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το 'Ασυλο, το οποίο αναγνωρίζει την εξαιρετικά μεγάλη σημασία που έχει η αποτελεσματική φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης" είπε ο κ.Μητσοτάκης.
Προσέθεσε ότι η χώρα μας τα τελευταία πέντε χρόνια έχει κάνει πολλά σε αυτή την κατεύθυνση, και παρέπεμψε στην εικόνα των ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου σήμερα και κάλεσε να την συγκρίνουν με αυτή που υπήρχε πριν από πέντε χρόνια.
«Με οργανωμένες δομές υποδοχής, με πολύ λιγότερες ροές οι οποίες περνούν από τα τουρκικά παράλια προς τα νησιά μας. Με μια αποτελεσματική φύλαξη των θαλασσίων συνόρων αλλά και με απόλυτο σεβασμό στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, με το Λιμενικό μας πάντα να σώζει ανθρώπους κατατρεγμένους οι οποίοι μπορεί να βρίσκονται σε ανάγκη" είπε ο πρωθυπουργός.
Ο κ.Μητσοτάκης επισήμανε με έμφαση ότι η Ελλάδα κατασκευάζει ένα αποτρεπτικό εμπόδιο στα σύνορά της με την Τουρκία και τόνισε ότι θα εξακολουθεί να το κατασκευάζει, αλλά -όπως είπε- είναι απολύτως λογικό ότι αυτό το εμπόδιο δεν προστατεύει μόνο τα ελληνικά σύνορα, προστατεύει τα ευρωπαϊκά σύνορα και πρέπει να τύχει ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Αλλά ξεκαθάρισε ότι σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα θα το κατασκευάσει είτε με ευρωπαϊκούς είτε με εθνικούς πόρους, «αλλά είναι δίκαιο το βάρος της φύλαξης των συνόρων να επιμερίζεται δίκαια».
Ο κ.Μητσοτάκης αναφέρθηκε ακόμη στην ανάγκη μιας πολιτικής αποτελεσματικών επιστροφών των μεταναστών όπου απαιτείται περισσότερος συντονισμός σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και προσέθεσε ότι η Ελλάδα έχει ήδη δρομολογήσει τέτοιες συμφωνίες, για παράδειγμα με την Αίγυπτο. Τόνισε τέλος για το θέμα αυτό ότι ότι πρέπει να δίνεται η δυνατότητα σε πολίτες τρίτων χωρών, με τις οποίες είναι εφικτό ένα πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας, να έρχονται μετανάστες με ασφάλεια και νόμιμα στην Ευρώπη να εργάζονται και να μπορούν να επιστρέφουν στις πατρίδες τους με απόλυτη ασφάλεια.
Συζητήθηκε επίσης η κατάσταση στα Δυτικά Βαλκάνια όπου Ελλάδα και Αυστρία υποστηρίζουνε την ευρωπαϊκή ένταξη, την ευρωπαϊκή πορεία των Δυτικών Βαλκανίων, αλλά ο κ.Μητσοτάκης έστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τις ηγεσίες αυτών των χωρών, και ξεκαθάρισε ότι «κάθε φάντασμα του εθνικισμού το οποίο ξυπνάει στα Δυτικά Βαλκάνια, τελικά καταλήγει να απειλεί την ίδια την ευρωπαϊκή ιδέα. Και το μήνυμά μας προς τα κράτη που ζητούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση νομίζω είναι κοινό: σε μία Ένωση όπως η ευρωπαϊκή μας οικογένεια, δεν νοούνται εκπτώσεις από το κράτος δικαίου και δεν νοούνται ούτε εκπτώσεις από την τήρηση των δεδομένων συμφωνιών».
Εσωτερικά σύνορα και ασφάλεια
Σημειώνετα ότι η λειτουργία των κανόνων του Σένγκεν επηρεάστηκε από την αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς την ΕΕ το 2015 και από την αυξανόμενη ανησυχία όσον αφορά την ασφάλεια, συμπεριλαμβανομένων των τρομοκρατικών και σοβαρών διασυνοριακών εγκληματικών δραστηριοτήτων, με αποτέλεσμα την επανεισαγωγή των συνοριακών ελέγχων από πολλά κράτη μέλη. Το ξέσπασμα της πανδημία του κορονοϊού, το 2020, ώθησε επίσης πολλά κράτη μέλη να επαναφέρουν ελέγχους στα σύνορά τους σε μια προσπάθεια περιορισμού της εξάπλωσης του ιού. Ωστόσο, το Κοινοβούλιο έχει επανειλημένως αποδοκιμάσει την επιβολή ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα, τονίζοντας ότι πρέπει να αποτελούν μέτρο έσχατης ανάγκης. Σε ψήφισμα του Απριλίου 2020, οι ευρωβουλευτές κάλεσαν τα κράτη μέλη να εγκρίνουν μόνο αναγκαία, συντονισμένα και αναλογικά μέτρα όταν καθιερώνουν και παρατείνουν ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα, τονίζοντας την ανάγκη αποκατάστασης της πλήρους λειτουργίας του χώρου Σένγκεν.
Σε έκθεση που εγκρίθηκε στις 30 Μαΐου 2018, το Κοινοβούλιο επέκρινε τη συνέχιση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα στον χώρο Σένγκεν. Οι ευρωβουλευτές του Κοινοβουλίου ασκούν πίεση για σαφέστερους όρους για τη χρήση τους ως έσχατο μέτρο.
Τον Δεκέμβριο του 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε την τροποποίηση του κώδικα συνόρων του χώρου Σένγκεν για να διασφαλίσει ότι οι έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα παραμένουν μέτρο έσχατης ανάγκης και να προωθήσει τη χρήση εναλλακτικών μέτρων, όπως οι στοχευμένοι αστυνομικοί έλεγχοι και η ενισχυμένη αστυνομική συνεργασία.
Οι ευρωβουλευτές έχουν επιχερηματολογήσει επανειλημμένα κατά της συχνής επαναφοράς των ελέγχων, η οποία παρεμποδίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων σε ολόκληρη την ΕΕ.Το Κοινοβούλιο ενέκρινε την επικαιροποίηση των κανόνων Σένγκεν τον Απρίλιο του 2024, θέτοντας σαφή χρονικά όρια για τους ελέγχους στα εσωτερικά σύνορα. Το Συμβούλιο έδωσε την έγκρισή του τον Μάιο του 2024.