Δοκιμάστε το κι εσείς. Στην αρχή υποθέτει κανείς ότι ο καθείς θα ζητήσει από τον Άγιο Βασίλη ό,τι του λείπει – χρήματα ο φτωχός, δουλειά ο άνεργος, υγεία ο ασθενής, ακόμα περισσότερα ο κακομαθημένος. Ωστόσο, αν κάνετε την ερώτηση στον περίγυρο σας θα ξαφνιαστείτε: όχι μονάχα δεν πιστεύουμε σε θαύματα οι ενήλικες (κι αυτό είναι μια επίγνωση που πληρώσαμε πολύ ακριβά για να κατακτήσουμε) αλλά μάλλον έχουμε ξεχάσει ακόμα και το πιο απλό: να επιθυμούμε. Πόσο μάλλον να εκφράζουμε χωρίς λογοκρισία τις επιθυμίες μας.
- 48,1% των Ελλήνων νιώθει ελπίδα για το 2026
- 42,6% εκφράζει ανησυχία
- 5,7% φόβο νιώθει φόβο.
ΠΗΓΗ: aboutpeople/NEWS 24/7
«Θα ήθελα να υπάρχει ο Άγιος Βασίλης. Με τη λαχτάρα των παιδιών που περιμένουν κάτι κάτω από το δέντρο», μας λέει η 52χρονη Έφη. «Έχοντας ζήσει αρκετούς πια χειμώνες -συνεπώς και Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιές, θα ήθελα να υπάρχει και να έρθει για όλους αυτούς που χρειάζονται ένα δώρο-θαύμα, όπως γρήγορη ανάρρωση σε μια ασθένεια, δίκαιη λύση σε ένα σοβαρό πρόβλημα. Ακούγεται κοινοτοπία, αλλά θα ήθελα να φέρει ειρήνη και γνώση μαζί με ενσυναίσθηση. Για να έχουμε όλοι κάπου να ξαποστάσουμε όταν ο αγώνας της ζωής βαραίνει παραπάνω».
«Δεν ξέρω τι να πω… Θα έπρεπε να πω ''υγεία'' μάλλον, αλλά με τον κίνδυνο να ακουστώ σαν υποψήφια σταρ Ελλάς, θέλω να πω ''ειρήνη''. Ακούγομαι μελό;» Καθόλου μελό δεν ακούγεται ο 43χρονος Παναγιώτης – κι είναι ο πρώτος από αρκετούς που μας έδωσαν την ίδια ακριβώς απάντηση. Όπως κι αρκετοί μοιράστηκαν την ίδια λέξη – ντρέπομαι.
- 58,6% των Ελλήνων εκτιμά ότι τα πράγματα θα πάνε μάλλον χειρότερα το 2026.
- 16,3% πιστεύει ότι τα πράγματα θα πάνε μάλλον καλύτερα.
- 23,5% πιστεύει ότι τα πράγματα θα παραμείνουν περίπου ως έχουν.
ΠΗΓΗ: aboutpeople/NEWS 24/7
Και σε ένα τέτοιο κλίμα δεν είναι παράξενο όταν ακουμπάς έστω την ευχή ή την επιθυμία να νιώθεις ντροπή κι ενοχή. Είναι πολύ χαρακτηριστική η 37χρονη Μαρίνα: «αν είμαι ειλικρινής θα πρέπει να πω ότι επιθυμώ λεφτά για να κάνω ταξίδια. Αλλά ντρέπομαι και να το πω στον εαυτό μου – άλλοι άνθρωποι στην Ελλάδα θρηνούν τα παιδιά τους, άλλοι δεν βγάζουν καν τον μήνα κι εγώ να θέλω κάτι τέτοιο; Από την άλλη, σκέφτομαι, δεν είναι κακό να επιθυμείς, δεν είναι αμαρτία να ονειρεύεσαι».
Γιατί παγώνουμε μπροστά στα θέλω μας; Πως μπορούμε να ''διαβάσουμε'' διαφορετικά αυτή τη δυσκολία για παιχνίδι, φαντασία και χαρά; Από αυτό το σημείο ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας με την ψυχολόγο Έλενα Χρηστίδη. «Ο Άγιος Βασίλης είναι η ενσάρκωση της ψευδαίσθησης μιας κοσμικής τάξης: η ιδέα ότι, αν ήσουν καλό παιδί, θα λάβεις από το σύμπαν αυτό που δικαιούσαι», λέει η Χρηστίδη εξηγώντας πως αυτή η ιδέα είναι ταυτόσημη με τον νεοφιλελευθερισμό, με το σχήμα δηλαδή που υποστηρίζει ότι αν κάνεις όσα απαιτούνται, κι αν είσαι αρκετά πειθαρχημένος/η, το σύστημα θα σε ανταμείψει πλουσιοπάροχα».
»Συμβολικά, το γράμμα και η προσδοκία του Άγιου Βασίλη δίνει στα παιδιά τη δυνατότητα να αναστοχαστούν τις πράξεις και τη συμπεριφορά τους και να εκφράσουν ρητά μια επιθυμία τους -ακόμα κι αν δεν πραγματοποιηθεί επακριβώς, έχουν κατορθώσει να αφήσουν τη φαντασία τους ελεύθερη και να ζητήσουν ακριβώς αυτό που θέλουν. Πόσο συχνά ισχύει κάτι τέτοιο για τους ενήλικες, και τι θα σήμαινε πολιτικά να μπορούν όλα τα ενεργά μέλη μιας κοινωνίας να φαντάζονται ελεύθερα τι επιθυμούν πιο πολύ; Η απάντηση έρχεται από το αντίστροφο σχήμα, αυτό της ματαίωσης. Τα τελευταία χρόνια των πολλαπλών κρίσεων συχνά συζητάμε για ένα αίσθημα ματαίωσης που χαρακτηρίζει τους πολίτες. Οι διεκδικήσεις τους μοιάζει να έχουν συρρικνωθεί στο μέτρο του συστημικά εφικτού -αυτού που κάθε χρόνο γίνεται ακόμα πιο στενό και άδικο».
- 72,3% των πολιτών δεν περιμένουν καμία βελτίωση στην ελληνική οικονομία.
- 67,2% εκτιμούν ότι τα πράγματα θα πάνε μάλλον χειρότερα για τον πλανήτη.
- 25,1% πιστεύει ότι μπορεί να γίνει μια παγκόσμια πολεμική σύρραξη.
ΠΗΓΗ: aboutpeople /NEWS 24/7
Αυτή η διάχυτη απαισιοδοξία πατάει γερά σε μια εξαιρετικά δύσκολη και φαινομενικά μη αναστρέψιμη πραγματικότητα. Πρόκειται ωστόσο και για μια συλλογική και προσωπική οπισθοχώρηση από την διεκδίκηση, την επιθυμία, τη χαρά, τη γιορτή, την ηδονή. Οι περισσότεροι από εμάς την αποδίδουν βιαστικά στην ενηλικότητα αλλά μάλλον πρόκειται για ευφημισμό. Πολλά χρόνια πριν ο Διονύσης Σαββόπουλος είχε περιγράψει έξοχα τον θαυμαστό γλυκόπικρο κύκλο του χρόνου. «Πρωτοχρονιές σε χρόνους άλλους / Πρωτοχρονιές με τους μεγάλους / Μικρός εσύ μικρός κι ο χρόνος (…) Τώρα τι κλαις και τι γκρινιάζεις / Πρωτοχρονιά είναι και γιορτάζεις/ Την λίγη πίστη του ενηλίκου / Στην παιδική ανατολή του».
Άραγε αυτό που μας λείπει είναι το παιδικό βλέμμα στον κόσμο; Ή μήπως, όπως έλεγε ο Ντα Βίντσι, «τα απομακρυσμένα αντικείμενα βάφονται με ένα ξέθωρο γαλάζιο χρώμα»; Είναι το γαλάζιο των παιδικών μας χρόνων που νοσταλγούμε ή μήπως σκοτεινιάζει η πραγματικότητα γύρω μας; Η Άννα είναι μόλις 30 χρόνων: «θα ήθελα να γυρίσω σε εκείνη τη μαγική αίσθηση που είχα όταν ήμουν παιδί. Τώρα με ζορίζει πολύ η ερώτηση τι θα ήθελα να μου φέρει ο Αη Βασίλης – σαν να έχω ξεχάσει να επιθυμώ και να ονειρεύομαι, σαν να έχει νικήσει ο κυνισμός τον ρομαντισμό. Μετά από αρκετή σκέψη, θα πω ότι θα ήθελα οικονομική ελευθερία και περισσότερη αγάπη προς τον εαυτό μου».
Ψάχνουμε μονάχα αυτό που μας λείπει ή γινόμαστε όλοι σιγά σιγά σαν τον γαϊδαρο του Χότζα, μαθαίνουμε να επιβιώνουμε με ολοένα και λιγότερα μέχρι στο τέλος να μην επιβιώνουμε καν; Τολμάμε με άλλα λόγια να ονειρευτούμε έστω τις επιθυμίες μας, ρωτάμε την Έλενα Χρηστίδη που απαντά με μια ερώτηση στην ερώτηση. «Αν ένας/μίας ενήλικας ονειρευτεί σήμερα ελεύθερα πώς θα ήθελε να ζει, πόσο πιθανό είναι να διάλεγε την καθημερινότητα που βιώνει; Αν μπορούσε να οραματιστεί ελεύθερα, σε τι βαθμό θα περιέγραφε τις κοινωνικές και οικονομικές δυναμικές που χαρακτηρίζουν τη σημερινή κατάσταση; Χρειάζεται να συζητήσουμε πώς μπορεί να αναζωπυρωθεί ξανά η συλλογική μας φαντασία, πώς θα οραματιστούμε ξανά το δικαίωμά μας να ζούμε με αξιοπρέπεια και ελευθερία, μέσα σε ένα περιβάλλον διαρκών κρίσεων και εντάσεων: οικονομικών, θεσμικών, γεωπολιτικών».
«Εγώ πάντως θα ήθελα μια μπάλα», λέει απλώς η Αθανασία. Προς το παρόν περιγράφει μια μπάλα δεμένη στο πόδι της – κι εν πολλοίς περιγράφει τις ζωές πολλών. «Θέλω μια μπάλα - αυτή που χάσαμε και βουλιάξαμε τη ζωή μας στο ανούσιο, γίναμε όλοι ίδιοι και τρέχουμε στον τροχό σαν χαμστερ που εύχεται να πάθει ανακοπή πριν προλάβει κάποιος να το ρωτήσει γιατί και για ποιον τρέχει, που θέλει να φτάσει. Τρέχει μανιασμένα το χάμστερ μην το προλάβουν οι σκέψεις του, η ανάμνηση της προσδοκίας για μια ζωή που δεν θα ήταν λίγη και άδεια από ουσία και αλήθεια, που δεν θα ήταν γεμάτη φόβο και λογιστικές πράξεις για να βγει ο μήνας, Εξαντλείται το χάμστερ για να δηλώνει συνεχώς κουρασμένο και να μην λέει την αλήθεια - είναι φοβισμένο κι υποταγμένο. Έτσι λοιπόν, θέλω μια μπάλα και μια ομάδα για να αρχίσει το παιχνίδι».
Έχει αναλυθεί με χίλιους τρόπους και οι δημοσκοπήσεις το αποτυπώνουν σε όλες της τις όψεις: η Ελλάδα βιώνει – μια ακόμα – παρατετετάμενη κρίση θεσμών, αξιών και εκπροσώπησης. Και σε συνθήκη βάλτου είναι (ευτυχώς) δύσκολο να πιστέψουμε σε θαύματα και (δυστυχώς) μοιάζει ακατόρθωτο να πιστέψουμε γενικώς. «Τι θα γίνει αν δούμε την ευχή στον Άγιο Βασίλη ως μια αφορμή για να σκεφτούμε τι μας κάνει να δεχόμαστε σιωπηρά να στερούμαστε τα πιο απαραίτητα και ζωτικά μας αγαθά χωρίς αντίδραση;» αναρωτιέται η Χρηστίδη «Τι θα γίνει αν όντως αφήσουμε τη φαντασία μας ελεύθερη και διεκδικήσουμε αυτό που θα θέλαμε φέτος να αλλάξει στη ζωή μας και στην κοινωνία; Τι θα γίνει αν τολμήσουμε να διανοηθούμε ότι αξίζουμε πολλά παραπάνω; Και, τέλος, τι θα σημαίνει για εμάς η συνειδητοποίηση ότι όσα αξίζουμε δεν θα έρθουν από έναν συμπαθή παππούλη πάνω σε ένα έλκηθρο, από τα πάνω, αλλά από τη δική μας συλλογική οργάνωση; Θα αφήσουμε τη φαντασία μας ελεύθερη; Θα παλέψουμε για όσα δικαιούμαστε;».































