Σε ισόβια κάθειρξη καταδικάστηκε ο 52χρονος που μαχαίρωσε την εν διαστάσει σύζυγό του στο Μενίδι, πριν από 17 μήνες.
«Τη χτύπησε μανία και άφησε το μαχαίρι στην κοιλιά της», είπε ο πρόεδρος του δικαστηρίου. «Ήταν ένα στυγερό έγκλημα» από ζήλια και φθόνο», σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου.
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας καταδίκασε χωρίς κανένα ελαφρυντικό τον καθ’ ομολογία δολοφόνο της 40χρονης εν διαστάσει συζύγου του, στη μέση του δρόμου στο Μενίδι πριν από 17 μήνες σε σε ισόβια κάθειρξη και επιπλέον 5 έτη, απορρίπτοντας κάθε ισχυρισμό της υπεράσπισής του για μετατροπή της κατηγορίας της ανθρωποκτονίας από πρόθεση που αντιμετωπίζει. Από έδρας μάλιστα ο πρόεδρος του δικαστηρίου, ανακοινώνοντας το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης, μίλησε για «στυγερή δολοφονία», τονίζοντας:
«Η πράξη της ανθρωποκτονίας είναι ομολογημένη. Έχουμε ένα στυγερό έγκλημα, μια πράξη με ιδιαίτερη βία και σκληρότητα. Έχουμε ένα μαχαίρι σφηνωμένο στη κοιλιά του θύματος» ανέφερε ο πρόεδρος ο οποίος μέσω της απόφασης σκιαγράφησε το προφίλ του κατηγορούμενου λέγοντας πως «είναι ένας άνθρωπος βίαιος, απαθής, δεν θυμόταν καν τις ημερομηνίες γέννησης των παιδιών του, κάτι που είναι αδιανόητο. Αποδείχθηκε ότι ήπιε μετά τις πράξεις του και όχι πριν όπως ισχυρίζεται ο ίδιος. Είχε προσχεδιασμό η πράξη του. Τη χτύπησε με μανία, άφησε το μαχαίρι στην κοιλιά της , πράγμα που δείχνει ακραία σκληρότητα .
Φόρεσε καπέλο, πήρε ταξί και έφυγε και πήγε σε ξενοδοχείο. Όταν συνελήφθη είπε στον αστυνομικό πως "καλά της έκανα". Κινήθηκε από άκρα ζηλοτυπία και φθόνο. Είχε καλή γνώση και αντίληψη της πράξης του» τόνισε.
Η συγνώμη του κατηγορουμένου δεν έπεισε την 22χρονη κόρη του
Ο 52χρονος ο οποίος είχε καταφέρει αλλεπάλληλες μαχαιριές στη 40χρονη μητέρα δύο παιδιών, την ώρα που πήγαινε στη δουλειά της, το πρωί της 16ης Μαΐου 2024 και είχε σπεύσει να εξαφανιστεί, προσπάθησε να πείσει το δικαστήριο πως έχει μετανιώσει για το έγκλημα . Ωστόσο, είχε απέναντί του ως βασική κατήγορο, την ίδια του την κόρη που τον έβλεπε για χρόνια να κακοποιεί τη 40χρονη μητέρα της, μη διστάζοντας να τη μαχαιρώσει θανάσιμα. Ούτε η συγνώμη που ζήτησε ο 52χρονος κατηγορούμενος με κλάματα, μόλις ξεκίνησε η δίκη του, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας ήταν αρκετή για την 22χρονη κόρη του η οποία δηλώνοντας παράσταση υποστήριξης της κατηγορίας, τον χαρακτήρισε αμετανόητο. Δεν γύρισε μάλιστα καν να τον κοιτάξει στο εδώλιο ενώ εκείνος είχε σκυμμένο το κεφάλι.
«Μου ζήτησε συγγνώμη και άρχισε να βρίζει τη μαμά» είπε η νεαρή κοπέλα με τον πρόεδρο να σχολιάζει «άρα, αμετανόητος».
«Ζήτησε συγγνώμη αλλά δεν το έδειξε με τη συμπεριφορά του…», πρόσθεσε η 22χρονη η οποία άρχισε να αφηγείται τα εφιαλτικά χρόνια στο σπίτι τους, λόγω της κακοποιητικής συμπεριφοράς του πατέρα της.
«Ήταν βίαιος προς τη μαμά μου, την ξυλοκοπούσε συνέχεια είχαμε φασαρίες, τσακωμούς …Όλη μου την παιδική ηλικία θυμάμαι αυτό .Ήταν βίαιος, τη χτυπούσε. Ζήλευε και έβρισκε συνεχώς προφάσεις…Όλοι στο σχολείο γνώριζαν πως χτυπούσε τη μητέρα μου … εκείνη προσπαθούσε να κρύψει τις γρατζουνιές…Της έλεγε “θα σε σκοτώσω. Θα είμαστε μαζί στη ζωή και στο θάνατο. Εγώ δεν φεύγω», ανέφερε η 22χρονη η οποία απέκλεισε να έφταιγε το ποτό που τη σκότωσε καθώς, όπως ανέφερε, «έπινε χρόνια και είχε μεγάλες αντοχές…Είχε επιθετική συμπεριφορά και χωρίς να είναι μεθυσμένος…Η εμμονή και η ζήλια ήταν ανεξάρτητες από το ποτό . Δεν θεωρώ ότι ήταν συνέπεια του αλκοόλ . Ήταν απόλυτα λειτουργικός , οι περισσότεροι δεν καταλάβαιναν πως είχε πιει…».
«Ήταν κακοποιητικός. Θεωρούσε τη μητέρα μου «κτήμα» του»
Η 22χρονη που έχει σπουδάσει ψυχολογία και είναι εκείνη που στηρίζει, πλέον, τον ανήλικο αδελφό της, θυμήθηκε τις απειλές του πατέρα της με μαχαίρια απέναντι στη μητέρα της ενώ σε εκείνη και στον αδελφό της ήταν παντελώς αδιάφορος και ένα κλίμα τρομοκρατίας που διαρκώς επικρατούσε στο σπίτι τους και στόχο πάντα είχε τη σκληρά εργαζόμενη μητέρα της καθώς απέναντι στην ίδια και τον αδελφό της ήταν αδιάφορος . «Με εμάς δεν ήταν κακοποιητικός, ήταν απόμακρος δεν είχαμε σχέσεις, δεν μας έδινε σημασία» ανέφερε η κοπέλα.
Η 22χρονη τόνισε πως τα βίαια επεισόδια στο σπίτι, συνεχίστηκαν και όταν η μητέρα της, του έδωσε δεύτερη ευκαιρία το 2018, μετά από χωρισμό περίπου πέντε ετών κατά τη διάρκεια του οποίου δεν είχαν καμία επικοινωνία.
«Μας παρακολουθούσε... δεν μπορούσε να αποδεχθεί το χωρισμό τους , ένιωθε ότι πάντα θα είναι δική του, θα είναι το κτήμα του και πως δεν μπορεί να είναι με κάποιον άλλον» κατέθεσε η νεαρή κοπέλα.
Πρόεδρος: Γιατί η μητέρα σας τον δέχτηκε πίσω;
Μάρτυρας: Δεν μπορώ να το ξέρω , ήταν μόνη με δυο παιδιά είχε οικονομικά προβλήματα… Εγώ δεν ήθελα, ήμουν αρνητική , πίστευα ότι θα γίνει και πάλι το ίδιο. Στην αρχή ήταν εντάξει …Τον πρώτο χρόνο δεν δούλευε συντηρούσε το σπίτι η μητέρα μου. Εκείνος έκανε κάποια μεροκάματα . Μετά πάλι έπιασε δουλειά σε οικοδομή και όταν ένιωσε σιγουριά και μπήκε στην οικογένεια άρχισε να ψιλοπίνει πάλι. Είχαμε πάλι φασαρίες γιατί το θέμα του ποτού ήταν ένας από τους όρους της μαμάς, να μην πίνει. Το αλκοόλ ήταν η παρέα του τον έκανε να νιώθει καλά … Η μαμά τον έδιωξε, έφυγε το 2023 από το σπίτι αλλά μας έφερνε τα ρούχα και μας έλεγε ότι ήμασταν αναγκασμένοι να τον βοηθήσουμε.
Πρόεδρος: Πώς ήταν τα πράγματα πριν τη δολοφονία;
Μάρτυρας: Για λίγο καιρό δεν μας ενοχλούσε αλλά μετά τηλεφωνούσε, έπαιρνε έβριζε ενοχλούσε.
Πρόεδρος: Δεν είχε αποδεχθεί ότι χώρισαν;
Μάρτυρας: Ναι. Μας παρακολουθούσε έλεγε πράγματα που δεν θα μπορούσε να τα ξέρει...Η μαμά μου είχε πει ότι τον νιώθει πίσω της.
«Ήθελε να την κρατήσει κοντά του…»
Η 22χρονη απέρριψε και τον ισχυρισμό που προέβαλε η υπεράσπιση ότι ο πατέρας της αντιμετωπίζει εκτός από τον αλκοολισμό και ψυχολογικά προβλήματα ζητώντας μάλιστα και πραγματογνωμοσύνη.
«Η κατάθλιψη δεν μπορεί να σε οδηγήσει σε δολοφονία. Και εγώ παίρνω αντικαταθλιπτικά δεν είμαι δολοφόνος» ανέφερε σημειώνοντας πως ο πατέρας της ενεργούσε με μοναδικό στόχο «να κρατήσει τη μαμά κοντά του».
Η 22χρονη κατέθεσε για την ημέρα της δολοφονίας πως η μητέρα της της είχε εκμυστηρευτεί ότι «φοβάται και ήταν ανήσυχη». «Πήρα τηλέφωνο τη μαμά και δεν το σήκωσε διαισθάνθηκα ότι κάτι συνέβη...Πήρα τηλέφωνο τον πατέρα μου ήταν απενεργοποιημένο. Κατέβηκα κάτω ρώτησα την αστυνομία και δεν μου έλεγαν κάτι και μετά μου έδειξαν το διαβατήριο της . Τους είπα κατευθείαν ότι είναι η μαμά μου και την έχει σκοτώσει αυτός» κατέθεσε .
«Θεωρούσα πως ήταν επικίνδυνος»
Ο αδελφός του θύματος που κατέθεσε στη συνέχεια είπε για τον κατηγορούμενο: «Θεωρούσε την αδελφή μου κτήμα του. Ήταν από την αρχή της σχέσης τους βίαιος με την αδελφή μου και αυτός ήταν ο λόγος που αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα από την Αλβανία… Προσπαθούσα πάντα να είμαι δίπλα της γιατί θεωρούσα ότι ήταν επικίνδυνος» ανέφερε διευκρινίζοντας ,ωστόσο, πως δεν είχε ικανό τον κατηγορούμενο για φόνο…Θεωρούσα ότι δεν την ήθελε νεκρή αλλά να την έχει σε ένα ποτήρι, σε ένα βάζο για να τη βλέπει αν και της είχε πει πολλές φορές πως αν χωρίσουν θα τη σκοτώσει…» είπε και περιέγραψε πως πολλές φορές ο 52χρονος απειλούσε την αδελφή του με μαχαίρι ενώ είχε φτάσει στο σημείο να τη «σέρνει στο δρόμο και να της βάλει το κεφάλι σε ένα βαρέλι με ασβέστη». Ο μάρτυρας παραδέχτηκε πως πολλές φορές είχε πιαστεί στα χέρια με τον κατηγορούμενο στην προσπάθεια του να προστατεύσει την αδελφή του φτάνοντας, μάλιστα, μέχρι το Αυτόφωρο.
«Για παράδειγμα γυρνούσα από την εργασία μου , άκουγα φασαρίες ανέβαινα στο σπίτι τους και εκείνος ήταν με ένα μαχαίρι στο χέρι την απειλούσε και τα παιδιά να κλαίνε πίσω από τους καναπέδες …Κάποιες φορές ήμουν και εγώ βίαιος …» κατέθεσε και αναφερόμενος σε άλλο επεισόδιο περιέγραψε πως ο 52χρονος φώναζε :
«”Θα σας σφάξω όλους, θα σας σκοτώσω όλους , είστε του δρόμου και εσύ και η κόρη σου”. Μια ζωή ήταν κακός άνθρωπος έχει κακία μέσα του . Δεν έχει πρόβλημα με το ποτό. Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν η αδελφή μου ,να μην πάει δυο βήματα παραπέρα…». Μιλώντας για την αδελφή του είπε πως είχε αποφασίσει να χωρίσει και εκείνος «την απειλούσε , την παρακολουθούσε…».
«Η αδελφή μου φοβόταν αλλά έλεγε “δεν νομίζω να μου κάνει κακό” . Είχε γνωρίσει το τελευταίο καιρό κάποιο άλλο πρόσωπο και εκείνος το είχε αντιληφθεί από την πρώτη στιγμή αφού την παρακολουθούσε…».
«Την αγαπούσα παρά πολύ»
Στην απολογία του ο κατηγορούμενος αρνήθηκε πως ήταν βίαιος με τη γυναίκα του την οποία ,όπως είπε, «αγαπούσα παρά πολύ». Ο 52χρονος, ο οποίος δεν πρότεινε στο δικαστήριο κανένα μάρτυρα υπεράσπισης, δυσκολεύτηκε να θυμηθεί τις ημερομηνίες γέννησης των παιδιών του γεγονός που προκάλεσε την συγκίνηση της κόρης του που τον παρακολουθούσε.
Πρόεδρος: Ήσασταν καλός σύζυγος;
Κατηγορούμενος: Παρά πολύ, την αγαπούσα παρά πολύ.
Πρόεδρος: Είχατε καβγάδες;
Κατηγορούμενος: Ναι, είχαμε γιατί καμία φορά έπινα.
Πρόεδρος: Όταν πίνατε τη χτυπούσατε;
Κατηγορούμενος: Όχι … δεν την χτυπούσα ποτέ . Δεν την άφηνα να φύγει φοβόμουν για την την ασφάλεια της.
Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε στην περίοδο που η γυναίκα του ζήτησε να χωρίσουν και εκείνος έφυγε για την Αλβανία αφήνοντας «πίσω χρήματα για τα παιδιά» αλλά και στην πρωτοβουλία που εκείνη πήρε, το 2017, να τα ξαναβρούν με τον όρο ότι θα σταματούσε να πίνει.
«Καμία φορά στο παρελθόν την έβριζα. Όταν γύρισα ,ούτε βρισίδια, ούτε καβγάδες ούτε μαχαίρια …Οι καβγάδες γίνονταν για το αλκοόλ όταν ξεκίνησα να πίνω και πάλι» είπε και πρόσθεσε «Την αγαπούσα παρά πολύ δεν τη χτυπούσα».
Πρόεδρος: Εδώ ο αδελφός της μας είπε πως βγάζατε μαχαίρια.
Κατηγορούμενος: Δεν είναι έτσι, μόνο εγώ ξέρω. Έφυγα από το σπίτι για να μην φέρνω φασαρίες.
Πρόεδρος: Την παρακολουθούσατε;
Κατηγορούμενος: Όχι … Εγώ ήθελα πάντα να είμαι μαζί της...νόμιζα ότι χωρίσαμε για λίγο και μετά θα είμαστε και πάλι μαζί.
«Ζητάω μία μεγάλη συγγνώμη στα παιδιά μου»
Ο κατηγορούμενος δήλωσε μετανιωμένος και κλαίγοντας ισχυρίστηκε πως δεν είναι σε θέση να θυμηθεί πως κατακρεούργησε με το μαχαίρι που κρατούσε την άτυχη γυναίκα η οποία εμφανίζεται να είχε προχωρήσει τη ζωή της.
«Δεν ζήλεψα καθόλου … Ανησυχούσα για το παιδί μου. Να κοιμάται ο άλλος στο σπίτι το δικό σου; Να κοιμάται στο στρώμα σου που έχεις φτύσει αίμα; Στο δικό σου αυτοκίνητο; Την πλησίασα για να μιλήσουμε...» είπε και μίλησε για το μοιραίο πρωινό που της είχε στήσει καρτέρι έξω από το σπίτι. «Μετά από δύο ήμερες είπα "τι έχω κάνει" Πως σκότωσα εγώ τη γυναίκα μου; Δεν καταλάβαινα τι έχω κάνει. Μετά το βράδυ ήρθε ο αστυνομικός και μου είπε...» ισχυρίστηκε και πρόσθεσε πως πριν το έγκλημα έπινε για ώρες μπίρες και τσίπουρο.
Πρόεδρος: Ο αστυνομικός κατέθεσε ότι το μεσημέρι που σας συνέλαβε του είπατε "εγώ το έκανα και στα αρχ@@@@ μου”.
Κατηγορούμενος: ...Ένα μεγάλο συγνώμη σε όλους, την αγαπούσα πολύ τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, όλοι μας ζήλευαν. Πώς έγινε αυτό δεν ξέρω στο σπίτι το δικό μου.
Πρόεδρος: Από ποιο χρονικό σημείο ξεθόλωσε το μυαλό σας;
Κατηγορούμενος: Δεν ήθελα να κάνω τέτοιο πράγμα δεν το πιστεύω … αγαπάω τα παιδιά μου. Ζητάω ένα μεγάλο συγγνώμη στα παιδιά μου που τα άφησα χωρίς μάνα και πατέρα γιατί εγώ έχω τελειώσει, έχω πεθάνει. Αγαπούσα παρά πολύ τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, δεν ξέρω πώς έγινε. Μόνο τα παιδιά μου θέλω να είναι καλά.
Η εισαγγελέας της έδρας στην αγόρευση της πρότεινε την ενοχή του 52χρονου, επισημαίνοντας πως είχε πάει αποφασισμένος να σκοτώσει την 40χρονη και πως «ήταν σε πλήρη διαύγεια όταν τέλεσε την πράξη του…Ήταν απόλυτος ψύχραιμος και όχι εν βρασμώ ψυχικής ορμής ….».






























