Οι ποινές που προβλέπονται για τις περιπτώσεις επικίνδυνης οδήγησης, έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να αποτρέψει τους πολίτες από την υιοθέτηση ενός αντικοινωνικού και επικίνδυνου οδικού προφίλ.
Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας οι παρανομούντες οδηγοί μπορούν να τιμωρηθούν με κάθειρξη τουλάχιστον 10 ετών αν προκάλεσαν θανατηφόρο τροχαίο. Η συγκεκριμένη ποινή προβλέπεται στις περιπτώσεις που κάποιος άνθρωπος έχασε τη ζωή του και ο υπαίτιος οδηγός:
- οδηγούσε όχημα μολονότι δεν ήταν σε θέση να το πράξει με ασφάλεια εξαιτίας της κατανάλωσης οινοπνεύματος ή χρήσης ναρκωτικών ουσιών
- ήταν σωματικά ή πνευματικά εξαντλημένος
- οδηγούσε ανάποδα σε εθνικές ή περιφερειακές οδούς
- κινείτο σε πεζόδρομο ή πλατεία, οδηγούσε όχημα που ήταν τεχνικά μη ασφαλές ή με λάθος τρόπο φορτωμένο
- προέβαινε σε επικίνδυνους ελιγμούς ή μετείχε σε αυτοσχέδιους αγώνες (κόντρες)
Η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ
Υπενθυμίζεται ότι για να επιβληθεί ποινή φυλάκισης λόγω της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ δεν είναι απαραίτητο να έχει προκληθεί κάποιο τροχαίο ατύχημα.
Σύμφωνα με τον ΚΟΚ, εάν η συγκέντρωση οινοπνεύματος στο αίμα του οδηγού είναι άνω του 1,10 g/l, μετρούμενη με τη μέθοδο της αιμοληψίας ή άνω των 0,60 χιλιοστών του γραμμαρίου ανά λίτρο εκπνεόμενου αέρα, όταν η μέτρηση γίνεται στον εκπνεόμενο αέρα με αντίστοιχη συσκευή αλκοολομέτρου, τότε επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον 2 μηνών.
Εάν ο οδηγός καταληφθεί να οδηγεί και πάλι υπό την επήρεια οινοπνεύματος εντός 2 ετών από προηγούμενη παράβαση και η συγκέντρωση του οινοπνεύματος είναι άνω των 0,60 χιλιοστών του γραμμαρίου τότε επιβάλλεται για κάθε περαιτέρω παράβαση ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 6 μηνών.