Ήτανε απλά θέμα χρόνου και έγινε ήδη πραγματικότητα. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, μία νέα εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης, με το όνομα «Text with Jesus», βασισμένη στο ChatGPT της OpenAI, επιτρέπει στους χρήστες να επικοινωνούν, για προσωπικά και θεολογικά θέματα, όχι μόνο με τον Ιησού αλλά και με κάθε άγιο, προφήτη και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Οι απαντήσεις περιλαμβάνουν, σχεδόν πάντα, και τα αντίστοιχα υποστηρικτικά χωρία από τη Βίβλο.
Η εφαρμογή δίνει τη δυνατότητα στο χρήστη να διαλέξει το δόγμα του, έτσι ώστε οι απαντήσεις να είναι προσαρμοσμένες σε αυτό. Υπάρχει μία βασική έκδοση, χωρίς συνδρομή, αλλά με κάποιους περιορισμούς στον αριθμό των αγίων και τις ερωτήσεις που μπορείς να κάνεις. Ωστόσο, με μία συνδρομή της τάξης των 50 δολαρίων το μήνα, η εφαρμογή εξασφαλίζει απεριόριστη πρόσβαση σε όλους τους αγίους που υπάρχουν, ακόμα και στον διάβολο (γεγονός που έχει ξεσηκώσει αντιπαραθέσεις), χωρίς διαφημίσεις που αποσπούν την προσοχή από την θρησκευτική προσήλωση. Οι διαθέσιμες πληροφορίες δείχνουν ότι η εφαρμογή έχει εκατοντάδες χιλιάδες χρήστες. Σύμφωνα με δημοσίευμα του έγκυρου «The Conversation», υπάρχουν τουλάχιστον άλλες πέντε παρεμφερείς εφαρμογές που επιτρέπουν απευθείας επικοινωνία με τον Ιησού, μία για βουδιστές και άλλη μία για πιστούς του Ισλάμ.
Αλλά και στη χώρα μας, υπάρχει η εφαρμογή «Logos – Λόγος», που δημιουργήθηκε από το Εργαστήριο ΤΠΕ ΗΡΩΝ, σε συνεργασία με τη Μητρόπολη Νέας Ιωνίας. Η εφαρμογή περιγράφεται ως «το ChatGPT της Ορθοδοξίας» και παρουσιάστηκε ως ψηφιακός εκκλησιαστικός οδηγός, ενώ μέσα σε περίπου μία εβδομάδα αναφέρθηκαν πάνω από 6.000 αλληλεπιδράσεις με πιστούς που υπέβαλαν ερωτήσεις και ζητούσαν καθοδήγηση. Και ενώ πολλοί εκτιμούν ότι είναι θέμα χρόνου να εμφανιστούν εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης που θα δίνουν και συγχωροχάρτια, έναντι καταλλήλου τιμήματος (ανάλογα και με το αμάρτημα) καλό είναι πάρουμε την υπόθεση στα σοβαρά και να αποφύγουμε την εύκολη δαιμονοποίηση ή τον ηθικό πανικό.
Το ενδιαφέρον είναι να δούμε ότι οι εν λόγω εφαρμογές αποτυπώνουν μία διπλή τάση της εποχής. Από τη μία, το θρησκευτικό συναίσθημα γίνεται εμπορική τεχνητή νοημοσύνη και από την άλλη, η τεχνητή νοημοσύνη γίνεται, σταδιακά, η νέα θρησκεία της εποχής. Σε μία απόδειξη ότι στη Silicon Valley δεν έχουν ιερό και όσιο, η θρησκευτική πίστη ενσωματώνεται στην οικονομία της πλατφόρμας: το ιερό γίνεται προϊόν, η καθοδήγηση γίνεται υπηρεσία, η «πνευματική σχέση» γίνεται ροή δεδομένων. Ταυτόχρονα, η οικονομία της πλατφόρμας ντύνεται με μεταφυσική γλώσσα: η μελλοντικά επερχόμενη τεχνητή υπερνοημοσύνη παρουσιάζεται ως ο νέος φορέας αλήθειας αλλά και σωτηρίας των πιστών και της οικονομίας. Ένα σοβαρό ερώτημα είναι πως θα αντιδράσει η Εκκλησία και η Θεολογία επί του θέματος. Ωστόσο φαίνεται ότι όλο και περισσότερο, όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούμε ότι το πραγματικά καυτό ερώτημα είναι ποιος άραγε κατέχει τα μέσα παραγωγής του νοήματος;
Ψηφιακή εμπορευματοποίηση της θρησκευτικότητας
Η θρησκεία, ιστορικά, οργανώνει το χρόνο, δημιουργεί κοινότητες, δίνει ηθικούς προσανατολισμούς, κατασκευάζει γλώσσες και αντίληψη για τον κόσμο μας. Ωστόσο η θρησκευτική νοηματοδότηση του κόσμου απαιτεί χρόνο, συμμετοχή, πρόσωπα, αργό ρυθμό, σιωπές, τελετουργίες, νηστείες. Οι σχετικές εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης έρχονται να καταργήσουν μεγάλο μέρος αυτής της διαδικασίας. Η κατήχηση γίνεται αναζήτηση, η ερμηνεία γίνεται απάντηση, η αμφιβολία γίνεται prompt, η παρηγοριά γίνεται output. Εκεί που η θρησκευτική ζωή σε έβαζε να σταθείς, να περιμένεις, να συλλογιστείς, η εφαρμογή σου υπόσχεται άμεσο αποτέλεσμα: «Ρώτα ό,τι θέλεις, οποιαδήποτε ώρα, και θα πάρεις άμεσα την απάντηση που χρειάζεσαι, προσωποποιημένα και τεκμηριωμένα». Η μυσταγωγία μεταφέρεται εντός των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων και η βασική τελετουργία είναι να κατεβάσεις την εφαρμογή, να την επικαιροποιείς διαρκώς και φυσικά να πληρώνεις τη συνδρομή σου.
Η θεολογική γνώση δεν βιώνεται πια ως άσκηση και πορεία, αλλά μόνο ως on-demand καταναλωτική υπηρεσία. Στο «Text with Jesus» η θρησκευτικότητα ενσωματώνεται σε μία ψηφιακή διεπιφάνεια παρηγοριάς. Έτσι, η πίστη χάνει κάθε εσωτερικότητα, μετατρέπεται σε άχρονο ψηφιακό περιβάλλον αλληλεπίδρασης, όπου ο χρήστης μπορεί να ζητήσει επιβεβαίωση, να ελαφρύνει την ενοχή του, να βρει μια γρήγορη απάντηση στην αγωνία του. Το ιερό, με άλλα λόγια, γίνεται άλλη μία ψηφιακή εμπειρία του χρήστη, η οποία μπορεί κάλλιστα να συνυπάρχει με άλλες διεπιφάνειες τεχνητής νοημοσύνης όπως π.χ. εφαρμογές ψηφιακού τζόγου, εφαρμογές πορνογραφικού περιεχομένου, εφαρμογές χρηματιστηρίου κ.ο.κ. Με μία απλή εναλλαγή εφαρμογών, μπορείς να διαβείς το κατώφλι από την ενοχή στην ανακούφιση.
Με τη γενετική τεχνητή νοημοσύνη κάθε τεχνολογία που προσφέρει «νόημα» μπορεί να κλιμακωθεί σε χρήστες εξαιρετικά γρήγορα. Η Eurostat αναφέρει ότι το 2025 το 32,7% των πολιτών 16–74 στην ΕΕ χρησιμοποίησε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, κυρίως για προσωπικούς σκοπούς. Η συνήθεια του «ρωτάω μια μηχανή για οτιδήποτε» παύει να είναι προνόμιο των μυστών και γίνεται καθημερινή πρακτική. Το ChatGPT έφτασε περίπου 700 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες ανά εβδομάδα. Τον Ιούλιο του 2025, αυτοί οι χρήστες υπέβαλλαν περίπου 18 δισεκατομμύρια μηνύματα την εβδομάδα στην εφαρμογή. Όταν η μηχανή γίνεται η «πρώτη γραμμή» ερμηνείας για τα πάντα, δεν απαιτείται παρά μόνο ένα μικρό βήμα για να γίνει και «πρώτη γραμμή» για τη θρησκευτικότητα.
Η θεολογία της εμμονής
Η αγορά της τεχνητής νοημοσύνης δεν περιορίζεται μόνο στα εργαλεία αύξησης της παραγωγικότητας. Η αγορά αυτή πουλάει σχέση, χρόνο, προσοχή, συναισθηματική εγγύτητα. Για το λόγο αυτό οι εφαρμογές συναισθηματικής συντροφιάς αυξάνονται και πληθύνονται: στο πρώτο μισό του 2025 οι νέοι χρήστες αυξήθηκαν κατά 88%. Έχουμε ξαναμιλήσει για την αναδυόμενη οικονομία της εμμονής: ένα οικονομικό περιβάλλον στο οποίο η εμπορική επιτυχία βασίζεται στην ενίσχυση της εμμονής, της υπερβολικής ενασχόλησης και της συναισθηματικής δέσμευσης των χρηστών με ένα προϊόν ή υπηρεσία. Σκοπός δεν είναι η περιστασιακή χρήση, αλλά η «κατάληψη» του ψυχικού χρόνου, της προσοχής και της επιθυμίας του καταναλωτή σε τέτοιο βαθμό ώστε να μετατραπεί σε μόνιμη, συχνά εθιστική, συνήθεια.
Οι θρησκευτικές εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης, όπως και πολλές άλλες εφαρμογές, αφαιρούν από τη θρησκευτικότητα κάθε συλλογικό – κοινωνικό χαρακτήρα και τη μετατρέπουν σε ατομικά παρεχόμενη υπηρεσία. Η ψηφιακή πίστη αντί να δημιουργεί κοινότητες τις διαλύει και ο θρησκευόμενος άνθρωπος γίνεται ένας ψηφιακός ερημίτης που αναζητάει μόνος του στο διαδίκτυο ποια εφαρμογή θα του προσφέρει τη μεγαλύτερη ανακούφιση με το μικρότερο κόστος συνδρομής. Ταυτόχρονα, οι εν λόγω εφαρμογές προωθούν ενεργά τη μετατροπή κάθε βαθύτερης ανησυχίας και αγωνίας σε δεδομένα.
Θρησκευτικές ερωτήσεις και εξομολογήσεις παράγουν δεδομένα υψηλής ευαισθησίας και τεράστιας αξίας για τις πλατφόρμες: φόβους, ενοχές, επιθυμίες, οικογενειακές συγκρούσεις, υπαρξιακές αγωνίες. Ακόμη και αν αυτά δεν πουληθούν άμεσα ως πρώτη ύλη (που είναι και το πιθανότερο όταν θα δημιουργήσουν μία κρίσιμη μάζα), λειτουργούν ως μηχανισμός βελτιστοποίησης για να γίνει το προϊόν πιο πειστικό, πιο παρηγορητικό, πιο εθιστικό. Στην οικονομία της εμμονής, πέρα από τα δεδομένα και την πληροφορία, το πιο κρίσιμο θέμα είναι η σχέση εμπιστοσύνης. Κι όταν η εμπιστοσύνη αποκτιέται μέσα από την έννοια του ιερού, το δέσιμο με τη μηχανή που παρέχει «νόημα» είναι πολύ σφιχτό.
Αν κάποτε λοιπόν λέγαμε ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, τότε πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι θρησκευτικές εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης έχουν τη δυνατότητα να γίνουν η ηρωίνη, η κοκαΐνη και το crack μαζί για τους θρησκευόμενους. Όπως σημειώνει και η καθηγήτρια φιλοσοφίας Anne Verhoef, η δύναμη τους οφείλεται και στο ότι οι απεικονίσεις του Θεού δεν είναι μόνο οπτικά τέλειες, αλλά μπορούν να γίνουν και απίστευτα ισχυρές και πειστικές με λόγο, ήχο και εικόνες που δημιουργούν δέος. Τα chatbot του Ιησού της τεχνητής νοημοσύνης έχουν τη δυνατότητα να γίνουν ένα ισχυρό εργαλείο αδίστακτης χειραγώγησης από τις εταιρείες που βρίσκονται πίσω από αυτά.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη ως αναδυόμενος Θεός
Η εμπορευματοποίηση της θρησκευτικότητας μέσω εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης μπορεί και να προκαλεί μειδιάματα σε κάποιους που δεν πιστεύουν σε θεούς και δαίμονες. Άλλωστε η θρησκευτικότητα εμπορευματοποιείται με πάρα πολλούς τρόπους, όπως γνωρίζουμε εδώ και πολλούς αιώνες. Αυτό όμως που θα έπρεπε να μας ανησυχεί βαθιά είναι μία αναδυόμενη θρησκευτικότητα γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη, αυτή καθαυτή. Πρόκειται για μία αντίληψη που εκπορεύεται από τη Silicon Valley και αποδίδει στην τεχνητή νοημοσύνη και ιδιαίτερα στην υπερνοημοσύνη μεταφυσικά χαρακτηριστικά: θα γνωρίζει περισσότερα, θα βλέπει βαθύτερα, θα αποφασίζει καλύτερα, θα λύσει τα περισσότερα, αν όχι όλα, τα προβλήματα μας.
Πρόκειται για τη δημιουργία μίας νέας θεότητας που θα εποπτεύει και θα κανοναρχεί τον κόσμο μας. Σε αυτή την οπτική, ο πηγαίος κώδικας παίρνει θέση ιερού κειμένου και η συγκεκριμένη τεχνολογική εξέλιξη (που παραπλανητικά παρουσιάζεται διαρκώς ως «τεχνολογική πρόοδος»), παρουσιάζεται και ως πνευματική ανύψωση. Η θεοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης δεν εμφανίζεται μόνο ως «δόγμα» αλλά και ως πρακτική, με τελετουργικές μορφές που μιμούνται μοναστική ή λατρευτική παρουσία, με την πλατφόρμα να γίνεται ο «χώρος» της εμπειρίας.
Προφανώς, η Silicon Valley έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί μία τέτοια αντίληψη. Τα αφεντικά της πιστεύουν βαθιά ότι οι εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης, αργά η γρήγορα, θα γίνουν το περίβλημα ενός του οποίου θα εξελίσσονται οι ζωές όλων μας. Με τον τρόπο αυτό, στα δικά τους μυαλά, θα εκχωρούμε όλο και περισσότερες αποφάσεις στις μηχανές τους, μέχρι που τελικά θα εκχωρήσουμε κάθε είδους νοηματοδότηση στα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα. Τα μοντέλα, όμως, δεν είναι καθόλου ουδέτερα. Ενσωματώνουν επιλογές, δεδομένα, προκαταλήψεις, κανονικότητες και πάνω από όλα τις αξίες των σχεδιαστών και των ιδιοκτητών τους. Παρ’ όλα αυτά, η εμπειρία του χρήστη είναι εμπειρία βεβαιότητας: η μηχανή απαντά χωρίς δισταγμό, με τόνο αυθεντίας, με γλώσσα που μοιάζει συγκροτημένη. Αυτή η αυθεντία αναπαράγεται μέσω της σταθερότητας και της ευκολίας, δημιουργεί συναισθηματική σχέση με τη διαρκή διαθεσιμότητα και την ψευδαίσθηση ότι «κάποιος» σε ακούει. Πόσο μακριά είναι όλα αυτά άραγε από τη θρησκευτικότητα;
Η υλική βάση αυτής της νέας θρησκευτικότητας - λατρείας είναι η τερατώδης συγκέντρωση κεφαλαίου και υποδομών τεχνητής νοημοσύνης σε μία χούφτα εταιρείες. Οι ιδιωτικές επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη, μόνο στις ΗΠΑ, έφτασαν τα 109,1 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, ενώ οι επενδύσεις στη γενετική τεχνητή νοημοσύνη, παγκοσμίως, ανήλθαν σε 33,9 δισεκατομμύρια δολάρια. Μεταξύ 2024 και 2025, ο αριθμός των οργανισμών και επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν γενετική τεχνητή νοημοσύνη στις ΗΠΑ αυξήθηκε από το 55% στο 78%. Πρόκειται για επίδειξη ισχύος: τα στοιχεία αυτά δείχνουν πόσο γρήγορα η τεχνητή νοημοσύνη επιδιώκεται να γίνει βασική υποδομή, όπως το ρεύμα και το νερό. Και όταν κάτι γίνεται βασική υποδομή, αποκτά τη δυνατότητα να γίνει νόμος, κανόνας, εξάρτηση και τελικά μία μορφή «φυσικής τάξης».
Έχουμε λοιπόν την ανάδυση μίας νέας θεοκρατίας, στην οποία η τεχνητή νοημοσύνη δεν είναι απλά εργαλείο ή σύμβουλος αλλά πηγή υπέρτατης αυθεντίας που βασίζεται στα δεδομένα, την παγκόσμια κλίμακα και τη διαρκή προσαρμογή – προσωποποίηση στο προφίλ των χρηστών. Στα μυαλά των αφεντικών της Silicon Valley, όσο οι μηχανές γίνονται ικανότερες από τον μέσο άνθρωπο σε ολοένα και περισσότερα πεδία, τόσο θα αυξάνει η κοινωνική πίεση να τους παραδώσουμε κρίσιμες αποφάσεις, επειδή «ξέρουν καλύτερα», και τόσο θα περιορίζεται, στην πράξη, η ανθρώπινη αυτονομία. Και δυστυχώς για όλους μας, δεν χρειάζεται κάποια μελλοντική υπερνοημοσύνη για να γίνει αυτό. Οι κοινωνίες μας είναι ήδη εκπαιδευμένες για πολλές δεκαετίες στη λατρεία της τεχνολογίας και μαθημένες να μεταφράζουν την ισχύ σε αλήθεια. Η λατρεία της τεχνητής νοημοσύνης είναι μία θεολογία που δεν υπόσχεται λύτρωση, αλλά συμμόρφωση. Μια θρησκεία όπου το δόγμα γράφεται από όποιον ελέγχει την υποδομή, τα δεδομένα και τους κανόνες πρόσβασης. Και τελικά, μια πολιτική τάξη όπου το «έτσι λέει ο αλγόριθμος» θα λειτουργεί όπως παλιά το «έτσι λέει ο Θεός»: όχι ως έσχατη αλήθεια, αλλά ως τεχνική ευθυγράμμισης της σκέψης και απαλοιφής των αντιδράσεων.
Οι μουλάδες της τεχνητής νοημοσύνης κηρύττουν διαρκώς τη θεοποίηση της μηχανής. Είναι επομένως ανάγκη να γίνουμε «άθεοι» απέναντι στο νέο θεοκρατικό καθεστώς. Να ξαναχτίσουμε κοινότητες, να δημιουργήσουμε σχέσεις που δεν περνούν από πλατφόρμες, να οικοδομήσουμε μορφές συλλογικής ζωής που δεν χρειάζονται ψηφιακές διαμεσολαβήσεις για να αντέξουν. Γιατί, σε τελική ανάλυση, η πραγματική μάχη είναι ανάμεσα στην ανθρώπινη ελευθερία και στη θεοποίηση της μηχανής ως κανονικότητας.
(Ο Αντώνης Μαυρόπουλος είναι σύμβουλος κυκλικής οικονομίας και συγγραφέας του βιβλίου «Τεχνητή Νοημοσύνη – Άνθρωπος, Φύση, Μηχανές», εκδόσεις Τόπος)




























