Λωτός ο Αιγεύς, λωτός ο Θεσσαλός, λωτός ο Κρητικός... Περί φυτολογίας πρόκειται, όχι περί μυθολογίας. Ο Αιγεύς, ο Θεσσαλός και ο Κρητικός είναι τρία μόνο από τα είκοσι είδη λωτών που ανθούν στη χώρα μας, δίπλα στις γνωστές «φαιδρές πορτοκαλέες». Για να καλυφθεί όμως πλήρως ο ελληνικός πολιτικός χάρτης επείγει η μετονομασία άλλων ειδών. Προς τι να υπάρχει ο «λωτός ο στενούμενος», όταν το πιο ταιριαστό όνομά του θα ήταν «λωτός ο Γραικός» (ή ο Ρωμιός, δεν θα τα χαλάσουμε), ώστε να προσδιορίζονται όλοι οι στενεμένοι και στενοχωρημένοι Ελληνες; Και ιδιαίτερα οι κοψοχέρηδες εξ αυτών, οι οποίοι στην επόμενη κάλπη θα ξαναδώσουν τόπο στην οργή και ψήφο στο κόμμα που τους διέψευσε και μια και δυο και τρεις τετραετίες;
Δεν δίνουν εδώδιμο καρπό όλα τα είδη. Και πάλι όμως η αγορά με την πληρότητά της ικανοποιεί όλες τις καταναλωτικές επιθυμίες, που είναι ιδιαίτερα μεγάλες, αν κρίνουμε απ’ όσα συμβαίνουν στα δικαστήρια και στις εξεταστικές επιτροπές της Βουλής. Επειδή, λόγω φόρτου εργασίας, οι φροντιστές του κυβερνώντος κόμματος και η ακερδώς εργαζόμενη «Ομάδα Αλήθειας» δεν προλαβαίνουν να κάνουν σεμινάρια μνήμης σε όλους τους μάρτυρες ή να τους δώσουν σκονάκι με τις «σωστές απαντήσεις», ορισμένοι προσέρχονται στη Βουλή, όπου διερευνάται το σκάνδαλο στον ΟΠΕΚΕΠΕ (με μισή ντουζίνα εισαγωγικά εκατέρωθεν του ρήματος «διερευνάται») ή στο δικαστήριο, όπου διερευνάται το σκάνδαλο των υποκλοπών (ας ελπίσουμε χωρίς εισαγωγικά, για μια ελπίδα ζούμε), μ’ ένα καφάσι λωτούς. Τους απολαμβάνουν όσο ηδονικά απόλαυσαν τους μελιστάλαχτους καρπούς οι τρεις σύντροφοι του Οδυσσέα, στη γη των Λωτοφάγων. Κι αρχίζουν έπειτα τα «δεν θυμάμαι, δεν απαντώ».
Ο ένας δεν θυμάται πόσα κεφάλια ζώα είχε ούτε πόσα στρέμματα νοίκιαζε πανελλαδικώς για να τα καλοαναθρέψει. Eτερος αδυνατεί να θυμηθεί αν έχει κουμπαριά με το κυβερνών σόι. Μια άλλη δεν θυμάται πόσες φορές κέρδισε το Τζόκερ ο σύζυγός της, ο δε σύζυγος θυμάται ότι το είχε κερδίσει εφτά-οχτώ φορές, αλλά όχι τίποτε σπουδαίο (περί τα 25.000 ευρώ, αστείο ποσόν). Και κάποιο σαΐνι, πρώην μηχανικός λογισμικών της Intellexa, δεν θυμάται το όνομα της εταιρείας στην οποία εργαζόταν, με μηνιάτικο μάλιστα άνω των 5.000 ευρώ. Συμβαίνει. Να απαγορευτούν οι λωτοί, μήπως μάθουμε έστω το ένα δέκατο της αλήθειας; Δεν είναι λύση αυτή. Κι έπειτα η κυβέρνηση τυγχάνει φίλη της αγροτιάς και προστάτριά της. Ετσι δεν είναι, ω σεβαστοί κυβερνώντες; Τι; Δεν θυμάστε;
(Ο Παντελής Μπουκάλας είναι δημοσιογράφος, λογοτέχνης και μεταφραστής- Το άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η Καθημερινή»)






























