Opinions

Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος: Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν τον καταλύτη για την ανασύνθεση όλου του χώρου

Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος
Ανδρέας Ε. Παπαδόπουλος: Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν τον καταλύτη για την ανασύνθεση όλου του χώρου
Αν η ανασύνθεση θα οδηγήσει σε συνθετικές καταστάσεις ή σε διαλυτικά φαινόμενα θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από τις διαθέσεις των βασικών παικτών της κεντροαριστεράς. Πρωτίστως του κ. Ανδρουλάκη και δευτερευόντως του κ. Χαρίτση. Οψόμεθα.

Από το 2010 η συζήτηση για την κεντροαριστερά αποτελεί ένα από τα μόνιμα ζητήματα συζήτησης. Έχουν γραφτεί άπειρα άρθρα υπό τον κοινότυπο τίτλο «η τελευταία ευκαιρία για την κεντροαριστερά».

Την προηγούμενη δεκαετία η συζήτηση αφορούσε κυρίως το διάλογο μεταξύ του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, με αποκορύφωμα την περίφημη πρωτοβουλία των «58». Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσκαλείτο τότε σε αυτές τις συζητήσεις, κάποιες εκτός των οποίων γινόντουσαν μάλλον για να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της ραγδαίας ανόδου του. Ταυτόχρονα και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον ενδιέφερε η συμμετοχή του σε αυτές τις διεργασίες, καθώς θεωρούσε ότι σε αυτές μετείχαν τα μνημονιακά κόμματά. Μετά την ψήφιση της ιστορικής συμφωνίας των Πρεσπών άλλαξε γραμμή. Αφενός προσέλκυσε κάποιους σοβαρούς ανθρώπους στους κόλπους του, αφετέρου και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας αντιλήφθηκε τα όρια της αμοραλιστικής συνεργασίας με τον κ. Καμμένο και άρχισε να μιλάει για τις προοδευτικές δυνάμεις.

Η κατάσταση, ωστόσο, ήταν τόσο φορτισμένη σε σχέση με το ΠΑΣΟΚ, που δεν επέτρεπε την παραμικρή προσέγγιση. Η αίσθηση αυτή επαναβεβαιώθηκε και με όσα έγιναν πριν από τις εθνικές εκλογές του 2023 που τα δυο κόμματα πορεύτηκαν σχεδόν συγκρουσιακά, έστω και αν ο εκλογικός νόμος της απλής αναλογικής θα μπορούσε να είναι το πρόσχημα για τη στοιχειώδη αποκατάσταση των σχέσεών τους.

Η πολυετής κυριαρχία του Κ. Μητσοτάκη σε συνδυασμό με την (αξιοπρεπή) αποχώρηση του Αλ. Τσίπρα άρχισε να αποφορτίζει το κλίμα. Είναι ενδεικτικό ότι το περασμένο καλοκαίρι γινόντουσαν θετικές διαρροές από την πλευρά του κ. Ανδρουλάκη για το πρόσωπο της Έφης Αχτσιόγλου και τις προοπτικές που ανοίγονται μέσα από τη διαφαινόμενη εκλογή της στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Κανένας τότε δεν μπορούσε να σκεφτεί πως ένας άγνωστος, ονόματι Κασσελάκης, θα εκλεγεί πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.

Οι εξελίξεις στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξέπληξαν ακόμα και τους πιο ευφάνταστους σεναριογράφους. Μέσα σε λίγους μήνες ο Κασσελάκης κατάφερε να μεταλλάξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε ένα αμιγώς προσωποπαγές κόμμα, με χαρακτηριστικά ριάλιτι σόου, που κατά τον Νίκο Μαραντζίδη (ΝΕΑ 27-4-2024) «μετατρέπεται σε μια ιδιότυπη συνιστώσα της κεντροδεξιάς».

Κατά συνέπεια, σε οποιαδήποτε συζήτηση περί κεντροαριστεράς δεν μπορεί να μετέχει ο «ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη» για λόγους αυτοπροστασίας των συνομιλητών του.

Αντιθέτως, η συζήτηση για την κεντροαριστερά είναι επιτακτική ανάγκη για το ΠΑΣΟΚ, την Νέα Αριστερά και άλλες δυνάμεις του ευρύτερου χώρου(πχ το σχήμα του κ. Κόκκαλη), όπως επίσης και πρόσωπα που σήμερα είναι στον ΣΥΡΙΖΑ, παρότι ο γράφων αναρωτιέται πώς τους το επιτρέπει η αξιοπρέπειά τους. Από την άλλη, οι σαρωτικές αλλαγές που ετοιμάζει ο Κασσελάκης αμέσως μετά τις ευρωεκλογές φρονώ πως θα υποχρεώσει κάμποσα στελέχη να αποχωρήσουν. Πρώτος από όλους ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος αποκλείεται να δώσει περαιτέρω νομιμοποίηση σε όσα, ντροπιαστικά για την ιστορία της αριστεράς, κάνει ο κ. Κασσελάκης.

Ήδη, πάντως, ο κ. Ανδρουλάκης έχει ανακοινώσει πως μετά τις ευρωεκλογές θα αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες. Θετικοί στον διάλογο είναι και στην Νέα Αριστερά. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι με ποιο τρόπο θα γίνει αυτή η συζήτηση: Άλλος τρόπος από τον προγραμματικό διάλογο δεν υπάρχει. Για να υπάρξει ώσμωση δεν αρκεί η συμφωνία για τα Τέμπη, τις υποκλοπές κλπ. Πρέπει η ζύμωση να πάει στην βαριά πολιτική, δηλαδή το κοινωνικό κράτος, το ασφαλιστικό, την φορολογία, το παραγωγικό μοντέλο κ.α. Μέσα από τη συγκρότηση των αντίστοιχων προγραμματικών επιτροπών, στις οποίες θα μετέχουν πολιτικά στελέχη, αλλά και διανοούμενοι, καθηγητές πανεπιστημίου. Αν επέλθει η συμφωνία, που είναι και το ευκταίο, θα αποτελέσει τη μαγιά για το κυβερνητικό πρόγραμμα μέσα από το οποίο το σχήμα θα διεκδικήσει την ψήφο των πολιτών στις εθνικές εκλογές του 2027. Δεν πρέπει να μπει το κάρο μπροστά από το άλογο. Πρώτα η συμφωνία στα προγραμματικά και μετά στα διαδικαστικά, πχ ένα ιδρυτικό συνέδριο ή κάτι αντίστοιχο.

Ο γράφων είναι πεπεισμένος πως στην πολιτική παίζουν καταλυτικό ρόλο οι διαπροσωπικές σχέσεις. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κανένας αθέμιτός ανταγωνισμός μεταξύ του κ. Ανδρουλάκη και του κ. Χαρίτση, ούτε και καμία καχυποψία μεταξύ των στελεχών των δυο κομμάτων. Η ανανέωση είναι μεγάλη και στους δυο χώρους. Άλλωστε τα πράγματα προχωρούν με μνήμη αλλά και με λήθη. Δεν έχει νόημα από το ΠΑΣΟΚ να πει κάποιος τι έκανε το τάδε στέλεχος στην κυβέρνηση Τσίπρα ή αντιστοίχως από τη Νέα Αριστερά τι έκανε το δείνα στέλεχος σε παλαιότερες κυβερνήσεις. Αν συμφωνούσαν σε όλα θα ήταν όλα αυτά τα χρόνια στο ίδιο κόμμα.

Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις αντιλαμβάνονται ότι υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές κουλτούρες και τρόποι σκέψεις. Όμως, στο τέλος της ημέρας, όλα τα ζητήματα τα λύνει η πολιτική βούληση, αλλά και, το κυριότερο, οι ανάγκες της κοινωνίας. Το «βρείτε τα» που θα ακούγεται από «τα κάτω» εκτιμώ πως θα είναι αρκετά ισχυρό από την επομένη των ευρωεκλογών. Επιπλέον βοηθάει και το γεγονός πως ο Ανδρουλάκης και ο Χαρίτσης είναι δυο πολιτικοί που δεν τους κρατάει κανένας. Ιδίως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, προς τιμήν του, το έχει αποδείξει αυτά τα χρόνια, πληρώνοντας και το αντίστοιχο πολιτικό κόστος.

Συμπερασματικά: Οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν τον καταλύτη για την ανασύνθεση όλου του χώρου. Αν η ανασύνθεση θα οδηγήσει σε συνθετικές καταστάσεις ή σε διαλυτικά φαινόμενα θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από τις διαθέσεις των βασικών παικτών της κεντροαριστεράς. Πρωτίστως του κ. Ανδρουλάκη και δευτερευόντως του κ. Χαρίτση. Οψόμεθα.

(Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος είναι δημοσιογράφος)