Ένα νέο πλαίσιο φορολόγησης που στοχεύει στη μείωση των βλαβερών συνεπειών της κατανάλωσης προϊόντων όπως η ζάχαρη, το αλκοόλ, ο καπνός και το αλάτι προτείνει το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ).
Στη μελέτη που δημοσιεύει το ΚΕΦΙΜ, σε συνεργασία με τον Πρόεδρο του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), καθηγητή Παναγιώτη Λιαργκόβα, αναλύονται τα θετικά αποτελέσματα της διαφοροποιημένης φορολόγησης, μιας προσέγγισης που επιβάλλει διαφορετικούς φορολογικούς συντελεστές στα προϊόντα ανάλογα με τη βλάβη που προκαλούν στην υγεία, προωθώντας παράλληλα εναλλακτικές επιλογές με μικρότερη επιβάρυνση.
Το βασικό επιχείρημα της μελέτης είναι ότι οι παραδοσιακοί «φόροι αμαρτίας», όπως αυτοί που επιβάλλονται σε καπνό, αλκοόλ και ζάχαρη, στοχεύουν στη μείωση της κατανάλωσης, αλλά συχνά οδηγούν σε ανεπιθύμητες συνέπειες, όπως η αύξηση του πληθωρισμού ή η ενίσχυση του λαθρεμπορίου. Αντίθετα, η διαφοροποιημένη φορολόγηση εστιάζει στην προώθηση λιγότερο βλαβερών εναλλακτικών προϊόντων, δημιουργώντας ένα φορολογικό κίνητρο για τη μετάβαση των καταναλωτών σε πιο υγιεινές επιλογές. Για παράδειγμα, προϊόντα καπνού χωρίς καύση, που είναι αποδεδειγμένα λιγότερο επιβλαβή από τα συμβατικά τσιγάρα, θα μπορούσαν να φορολογούνται χαμηλότερα, καθιστώντας τα μια πιο ελκυστική επιλογή.
Η μελέτη υπογραμμίζει επίσης τη σημασία των οικονομικών της συμπεριφοράς, επισημαίνοντας ότι οι καταναλωτές δεν λαμβάνουν πάντα ορθολογικές αποφάσεις και ενδέχεται να στραφούν σε παράνομες αγορές εάν η φορολογία είναι υπερβολικά υψηλή και δεν συνοδεύεται από προσιτές εναλλακτικές λύσεις. Αντί αυτού, η προοδευτική φορολόγηση ανάλογα με το επίπεδο επικινδυνότητας των προϊόντων μπορεί να τους ενθαρρύνει να κάνουν πιο συνειδητές επιλογές.
Στον τομέα του αλκοόλ, η διαφοροποιημένη φορολόγηση θα μπορούσε να εφαρμοστεί με βάση την περιεκτικότητα σε αιθανόλη, ώστε να προωθηθεί η κατανάλωση ηπιότερων αλκοολούχων ποτών έναντι των πιο ισχυρών. Αντίστοιχα, στη διατροφή, η φορολόγηση τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, αλάτι και κορεσμένα λίπη θα μπορούσε να συνδυαστεί με φορολογικά κίνητρα για την επιλογή πιο υγιεινών τροφών.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η διαφοροποιημένη φορολογία δεν έχει στόχο να τιμωρήσει την κατανάλωση, αλλά να λειτουργήσει ως μηχανισμός καθοδήγησης προς πιο υγιεινές και βιώσιμες επιλογές. Παράλληλα, μπορεί να ενισχύσει την καινοτομία των επιχειρήσεων που αναπτύσσουν λιγότερο επιβλαβή προϊόντα, μετατρέποντας τη φορολογία από μηχανισμό επιβολής σε εργαλείο διαμόρφωσης μιας πιο υγιούς και βιώσιμης αγοράς.





























