Πολλοί άνθρωποι γνωρίζουν ότι η υπερβολική κατανάλωση αλμυρών τροφών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για υψηλή αρτηριακή πίεση και απειλητικές για τη ζωή καρδιοπάθειες.
Λιγότεροι είναι αυτοί που έχουν συνειδητοποιήσει πως τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο μπορούν επίσης να γεράσουν το δέρμα. Μπορεί να κάνουν το δέρμα να φαίνεται ξηρό ή πρησμένο κι ακόμη παρεμβαίνουν στην παραγωγή κολλαγόνου: της πρωτεΐνης που βοηθά το δέρμα να παραμένει σφριγηλό, ενυδατωμένο και υγιές.
«Το αλάτι παίζει ουσιαστικό ρόλο στον οργανισμό, βοηθώντας στη ρύθμιση της ισορροπίας υγρών, της νευρικής λειτουργίας και των μυϊκών συσπάσεων», δήλωσε σε ανακοίνωσή του ο δρ Τίμοθι Τραν από τη Westlake Dermatology.
«Ωστόσο, όταν καταναλώνεται σε υπερβολικές ποσότητες, το νάτριο μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά προβλημάτων, και το δέρμα είναι συχνά το πρώτο σημείο που αντανακλά αυτές τις ανισορροπίες».
«Όταν το νάτριο διαταράσσει την ενυδάτωση και προάγει το οξειδωτικό στρες, το δέρμα γίνεται πιο ευάλωτο στη διάσπαση του κολλαγόνου», εξήγησε ο Τραν. «Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε χαλάρωση, λεπτές γραμμές και τραχιά υφή του δέρματος».
Μια διατροφή πλούσια σε αλάτι, παράλληλα, μπορεί να κάνει το δέρμα να φαίνεται πιο πρησμένο, προκαλώντας το σώμα να συγκρατεί επιπλέον νερό για να προσπαθήσει να αντισταθμίσει τις επιδράσεις του αλατιού, σύμφωνα με την Cleveland Clinic.
Το δέρμα μπορεί επίσης να φαίνεται ξηρό, επειδή το νερό αποσπάται από τα κύτταρα.
«Αυτό θα ωθήσει στη συνέχεια το σώμα να τραβήξει νερό από τα κύτταρα και το δέρμα σας, με αποτέλεσμα την αφυδάτωση. Μπορεί να σημαίνει ξηρό και ξεφλουδισμένο δέρμα, με πιο έντονες γραμμές και ρυτίδες, καθώς και μια θαμπή όψη», σημειώνουν τα Cutis Medical Laser Clinics της Σιγκαπούρης.
Το νάτριο που αποθηκεύεται στο δέρμα θα μπορούσε ακόμη να παίζει ρόλο στην ανάπτυξη του εκζέματος: μιας δυσάρεστης δερματικής πάθησης που προκαλεί το δέρμα να γίνεται ξηρό, κόκκινο και με εξογκώματα.
Μάλιστα μόλις ένα επιπλέον γραμμάριο νατρίου την ημέρα αυξάνει την πιθανότητα εξάρσεων κατά περισσότερο από 20%, σύμφωνα με ερευνητές στο Σαν Φρανσίσκο.
Πηγή: Independent





























