Για χρόνια υπήρξε ένα από τα πιο υποτιμημένα και ίσως παρεξηγημένα προϊόντα της ελληνικής γης, αλλά με τον καιρό αναγνωρίστηκε η αξία του και εξελίχθηκε σε δημοφιλές τρόφιμο με “super food” ιδιότητες. Έσωσε τον ελληνικό πληθυσμό από τον λιμό κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ από ό,τι φαίνεται είναι ένα από τα ελάχιστα φυτά που θα επιβιώσει σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής.
Για όσες και όσους δεν κατάλαβαν, ο λόγος για το «ταπεινό», αλλά «χαρισματικό» χαρούπι, που τώρα έρχεται για να μας δείξει και την αντιμικροβιακή και αντιδιαβητική του δράση.
«Η χαρουπιά είναι ένα κοινό ξηρόφυτο ενδημικό δέντρο που απαντάται συνήθως στα μεσογειακά οικοσυστήματα και που παράγει έναν καρπό “υπερτροφή”. Το χαρούπι είναι ένα μοναδικό, πλούσιο σε διαιτητικές ίνες προϊόν με υψηλή συγκέντρωση (1,7%) σε πολυφαινόλες, που ως πρόσθετο αυξάνει τη βιοδραστικότητα τροφίμων και ποτών», σχολιάζει στο Dnews ο Καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων & Διατροφής του Ανθρώπου, του Γεωπονικού Πανεπιστημίου, κ. Πέτρος Ταραντίλης.
Οι πολυφαινόλες είναι φυτοχημικές ενώσεις που βρίσκονται σε φρούτα, λαχανικά, τσάι, καφέ, σοκολάτα και ελαιόλαδο, τροφές που είναι γνωστές για την ισχυρή αντιοξειδωτική τους δράση. Οι πολυφαινόλες προστατεύουν τα κύτταρα από τις ελεύθερες ρίζες, μειώνουν το οξειδωτικό στρες και συμβάλλουν στην αντιγήρανση, στην προστασία της καρδιάς και στη βελτίωση της ελαστικότητας των αγγείων.
Τώρα, ο Καθηγητής Ταραντίλης μαζί με μια ομάδα Ελλήνων επιστημόνων από το Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, της Σχολής Επιστημών Τροφίμων, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, από το Εργαστήριο Χημείας, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, της Σχολής Επιστημών Τροφίμων και Διατροφής, στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και από το Τμήμα Βιοϊατρικών Επιστημών, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, αποφάσισαν να ρίξουν μια πιο προσεκτική ματιά στη μικροβιοκτόνο, αντιοξειδωτική και in vitro αντιδιαβητική δράση διαφορετικών τμημάτων του ελληνικού χαρουπιού (Ceratonia siliqua L).
Μάλιστα δεν χρειάστηκε να πάνε πολύ μακριά για να συλλέξουν τα δείγματά της μελέτης τους, αφού μέσα στο campus του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής βρίσκονται τρεις μεγάλες χαρουπιές τις οποίες και αξιοποίησαν. Και αυτό από μόνο του έχει ιδιαίτερη σημασία.
«Το κρύο έγχυμα από λοβούς ελληνικού χαρουπιού έχει πλούσια φαινολική σύνθεση και μπορεί να χρησιμεύσει ως φυσική πηγή αντιμικροβιακών και αντιδιαβητικών παραγόντων. Αυτά τα εκχυλίσματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην ανάπτυξη λειτουργικών ποτών, συμπληρωμάτων διατροφής και φυτικών θεραπευτικών με στόχο τον γλυκαιμικό έλεγχο και τη συντήρηση των τροφίμων», εξηγεί ο κ. Πέτρος Ταραντίλης, στο εργαστήριο του οποίου πραγματοποιήθηκε η μελέτη.
Ένα αντιδιαβητικό και αντιμικροβιακό υπερτρόφιμο…
Η ομάδα διερεύνησε λειτουργικά συστατικά κρύων υδατικών και υδροαιθανολικών εκχυλισμάτων του ξηροφυτικού ελληνικού χαρουπιού (Ceratonia siliqua L).
«Πήραμε δείγματα από άγουρους και από ώριμους λοβούς χαρουπιού, αλλά και από φύλλα που συλλέξαμε από τις χαρουπιές μέσα στην πανεπιστημιούπολη του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και αξιολογήσαμε τη βακτηριοστατική τους δράση έναντι του κολοβακτηριδίου Escherichia coli και του Staphylococcus aureus (χρυσίζων σταφυλόκοκκος), την ολική φαινολική περιεκτικότητα, την αντιοξειδωτική/αντι-ριζική ικανότητα (ικανότητα δέσμευσης ελευθέρων ριζών), το φαινολικό προφίλ και την αντιδιαβητική δράση (αναστολή α-αμυλάσης)», περιγράφει ο καθηγητής.
Στη συγκέντρωση του εκχυλίσματος που εξετάστηκε (20 g φυτικού υλικού σε 200 mL διαλύτη, ισοδύναμο με 100 mg/mL), όλα τα δείγματα επέδειξαν αντιμικροβιακή δράση, με τους άγουρους λοβούς και τα φύλλα να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες βακτηριοστατικές επιδράσεις έναντι των Escherichia coli και Staphylococcus aureus.
«Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τα εκχυλίσματα χαρουπιού διαθέτουν αντιμικροβιακές ιδιότητες, με την αποτελεσματικότητά τους να ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του εκχυλίσματος, το βακτηριακό στέλεχος και τις πειραματικές συνθήκες. Διάφορες βιοδραστικές ενώσεις όπως τα φαινολικά οξέα και τα φλαβονοειδή στα εκχυλίσματα χαρουπιού μπορεί να συμβάλλουν σε αυτές τις αντιμικροβιακές επιδράσεις, καθώς οι φυτικές πολυφαινόλες μπορούν να ασκήσουν αντιβακτηριακή δράση μέσω πολλαπλών μηχανισμών, συμπεριλαμβανομένης της διαταραχής των βακτηριακών κυτταρικών μεμβρανών και τοιχωμάτων, της αναστολής της αντιγραφής και του μεταβολισμού του DNA, της παρεμβολής στον σχηματισμό βιοφίλμ και της επίδρασης σε βακτηριακά ένζυμα και πρωτεϊνικές λειτουργίες. Ωστόσο απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την πλήρη διευκρίνιση των πιθανών εφαρμογών των εκχυλισμάτων χαρουπιού σε αντιμικροβιακές θεραπείες», εκτιμά ο κ. Ταραντίλης.
Το πολυφαινολικό προφίλ των εκχυλισμάτων χαρουπιού που μελετήθηκαν, αποκάλυψε 15 βιοδραστικές ενώσεις, καθεμία από τις οποίες συνεισφέρει με ξεχωριστό λειτουργικό τρόπο. Ενδεικτικά η παρουσία γαλλικού οξέος ανάμεσά τους, ενός καλά τεκμηριωμένου αντιοξειδωτικού, αντιμικροβιακού και αντιφλεγμονώδους παράγοντα, υπογραμμίζει το θεραπευτικό δυναμικό των εκχυλισμάτων. Το πρωτοκατεχικό οξύ και το γεντισικό οξύ είναι και τα δύο γνωστά για τις αντιοξειδωτικές και κυτταροπροστατευτικές τους δράσεις, ενώ οι φλαβανόλες κατεχίνη και επικατεχίνη, σχετίζονται με ισχυρή δέσμευση ελεύθερων ριζών και με καρδιοπροστατευτικές επιδράσεις.
«Υπάρχουν πολλαπλοί μηχανισμοί με τους οποίους οι πολυφαινόλες ασκούν την αντιοξειδωτική τους δράση. Για παράδειγμα, το γαλλικό οξύ, το οποίο βρέθηκε σε όλα τα εκχυλίσματα χαρουπιού, παρουσιάζει ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης ριζών, της αναστολής της υπεροξείδωσης λιπιδίων, της χηλίωσης μεταλλικών ιόντων και της διατήρησης ενδογενών αντιοξειδωτικών αμυντικών συστημάτων», λέει ο κ. Ταραντίλης.
Αρκετές επιστημονικές μελέτες έχουν διερευνήσει επίσης και τις αντιδιαβητικές ιδιότητες των εκχυλισμάτων χαρουπιού επιδεικνύοντας πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα στην αναστολή της εντερικής απορρόφησης γλυκόζης και στη βελτιωμένη ανοχή στη γλυκόζη, καθώς και στην αναστολή των ενζύμων και στις αντιυπεργλυκαιμικές επιδράσεις.
Αυτή η μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Applied Science έδειξε ότι τόσο οι ώριμοι όσο και οι άγουροι λοβοί χαρουπιού έχουν τη δυνατότητα να αναστέλλουν in vitro το ένζυμο α-αμυλάση (αναστέλλοντας την α-αμυλάση εμποδίζεται η μετατροπή των υδατανθράκων σε γλυκόζη). Μάλιστα, οι ώριμοι λοβοί έδειξαν την ισχυρότερη αναστολή α-αμυλάσης (96,43%), ενώ τα φύλλα, παρότι δεν εμφάνισαν αναστολή, παρουσίασαν πλούσιο φαινολικό προφίλ. Τα αποτελέσματα υποστηρίζουν τη δυνατότητα ανάπτυξης λειτουργικών τροφίμων με βάση το χαρούπι και αναδεικνύουν τη διατροφική και φαρμακευτική του αξία.
*Τα μέλη της ερευνητικής ομάδας είναι οι: Κατερίνα Πυροβόλου, Ειρήνη Φ. Στρατή, Σπύρος Ι. Κοντελές και Ανθιμία Μπατρίνου από το Τμήμα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, της Σχολής Επιστημών Τροφίμων, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, οι Παναγιώτα-Κυριακή Ρεβέλου και ο Πέτρος Α. Ταραντίλης από το Εργαστήριο Χημείας, Τμήμα Επιστήμης Τροφίμων και Διατροφής του Ανθρώπου, της Σχολής Επιστημών Τροφίμων και Διατροφής, στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και η Μαρία Τράπαλη από το Τμήμα Βιοϊατρικών Επιστημών, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.























