Στην ομιλία του στο συνέδριο της Morgan Stanley στο Λονδίνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσίασε για μια ακόμα φορά μια πολύ αισιόδοξη εκτίμηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που o πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις επενδύσεις: «Όταν αναλάβαμε την εξουσία, οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν στο 11%, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι 21%. Είχε υπάρξει καθαρή απώλεια σχηματισμού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Τώρα βρισκόμαστε στο 17%. Έχουμε, λοιπόν, σημειώσει σημαντική πρόοδο, αλλά πρέπει να φτάσουμε στο 20% ή και παραπάνω».
Τα στοιχεία
Τα στοιχεία που έδωσε ο πρωθυπουργός είναι αληθή μεν, αλλά επειδή είναι ημιτελή δίνουν μια διαφορετική εικόνα από την πραγματική. Οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί, αλλά αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στον Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Με το τέλος των ευρωπαϊκών κονδυλίων το 2026 οι επενδύσεις καταρρέουν. Τα στοιχεία που η ίδια η κυβέρνηση δίνει στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα δε αφήνουν αμφιβολίες.
Ο «ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου», δηλαδή οι επενδύσεις συμπεριλαμβανομένων των υποδομών, προβλέπονται ως εξής:
- 2026 (τελευταία χρονιά του του Ταμείου Ανάκαμψης): +10, 2%
- 2027: +4,1%
- 2028: +0,9%,
- 2029: +0,8%
Ανάλογη είναι η πορεία για το ΑΕΠ:
- 2026: +2,4%
- 2027: +1,7%
- 2028: +1,6%
- 2029: +1,3%
Αναφερόμενος στις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου, ο Βαγγέλης Βενιζέλος έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου: «Η χώρα φοβούμαι ότι υπνοβατεί. Δεν έχουμε καμία αίσθηση του τι έχουμε περάσει και του πώς εισερχόμαστε στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Με πρόβλημα ανταγωνιστικότητας, πρόβλημα παραγωγικότητας, πρόβλημα δημογραφικό, από το δημογραφικό προκύπτουν και τα μεγέθη αυτά, διότι όταν δεν έχεις πληθυσμό και δεν έχεις προοπτική αύξησης αλλά μείωσης του πληθυσμού, βεβαίως οι χρονοσειρές σου, η προβολή στον χρόνο είναι αρνητική».
Ακόμα και αν θεωρήσει κανείς υπερβολική την απαισιοδοξία του Βενιζέλου, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι οι παρατηρήσεις του βρίσκονται πιο κοντά στα στοιχεία του Μεσοπρόθεσμου από εκείνες του πρωθυπουργού.
Το εισόδημα και η αγοραστική δύναμη
Ένα ανάλογο παιχνίδι με τα στατιστικά στοιχεία έκανε ο πρωθυπουργός και για το διαθέσιμο εισόδημα. Συγκεκριμένα, ανέφερε: «Εξέτασα τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat όσον αφορά στο πραγματικό καθαρό διαθέσιμο εισόδημα. Τονίζω το «καθαρό» επειδή έχουμε μειώσει σημαντικά τους φόρους. Έχουμε δει μια αύξηση (αφού συνυπολογίσουμε τον πληθωρισμό, πρόκειται για το πραγματικό καθαρό διαθέσιμο εισόδημα) κατά 22% τα τελευταία έξι χρόνια. Άρα, αυτή πρέπει να είναι μια ιστορία σύγκλισης, προσέγγισης με την Ευρώπη -και γιατί να μην ξεπεράσουμε την Ευρώπη σε ορισμένους, τουλάχιστον, τομείς πολιτικής».
Όντως έχει αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα. Αλλά για να βγει ασφαλές συμπέρασμα για το τι σημαίνει το διαθέσιμο εισόδημα για το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, πρέπει να δούμε ποια είναι η αγοραστική δύναμή τους, το τι μπορούν να αγοράσουν με τα χρήματά τους.
Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία της Eurostat για το ΑΕΠ ανά κάτοικο εκφρασμένο σε σταθμισμένη βάση αγοραστικής δύναμης (PPS), το 2024 η Ελλάδα βρισκόταν στην προτελευταία θέση της ΕΕ, με μόνη χειρότερη τη Βουλγαρία. Είμαστε περίπου στο 70% του μέσου όρου της αγοραστικής δύναμης στην ΕΕ.
Τα στοιχεία δείχνουν λοιπόν, ότι όχι μόνο δεν συγκλίνουμε με τις αναπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης ως προς το βιοτικό επίπεδο, αλλά βλέπουμε να μας περνάνε και οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που είχαν ξεκινήσει από πολύ πιο χαμηλά από ό,τι η Ελλάδα.
Η επικοινωνία και η πραγματικότητα
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι σε ένα επενδυτικό φόρουμ όπως αυτό της Morgan Stanley, ο πρωθυπουργός μιας χώρας πρέπει να παρουσιάσει την καλύτερη δυνατή εικόνα της οικονομίας της χώρας του. Οι επενδυτές όμως ξέρουν τα στοιχεία μιας οικονομίας και δεν πείθονται από τους λόγους των πολιτικών για το πού θα βάλουν τα χρήματα τους. Αυτές οι ομιλίες απευθύνονται στο εσωτερικό ακροατήριο για να το πείσουν, ότι οι όλα πάνε καλά στην οικονομία. Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική. Το ζουν οι πολίτες στο σούπερ μάρκετ και το επιβεβαιώνουν τα στατιστικά στοιχεία.





























