Μια κεντρική γραμμή αποτίμησης της εξωτερικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ από τους φιλελευθέρους και τους αριστερούς επικριτές του είναι ότι αυτή στερείται στρατηγικού βάθους, ούσα απρόβλεπτη, αλλοπρόσαλλη κ.ο.κ. Βασικά μειονεκτήματα αυτής της κριτικής είναι, πρώτον, ότι συγχέει χαρακτηριστικά της περσόνας του Τραμπ με την πολιτική του και, δεύτερον, ότι δεν διακρίνει μεταξύ τακτικής –η οποία εκδηλώνεται όντως με απότομες αλλαγές πορείας– και μιας πιο σταθερής, έστω αβαθούς, στρατηγικής.
Η πρόσφατη δημοσιοποίηση της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας (ΣΕΑ) από τον Λευκό Οίκο υπενθυμίζει την ύπαρξη τέτοιων στρατηγικών χαρακτηριστικών. Προφανώς, είναι σχετικά εύκολο να εντοπίσει κανείς σε τέτοια κείμενα αντιφάσεις μεταξύ της διακήρυξης και της πολιτικής πράξης. Με όλους όμως τους εξωραϊσμούς και τις αποσιωπήσεις τους, αποτελούν διακηρύξεις αρχών και προθέσεων, των οποίων ο δημόσιος χαρακτήρας και μόνο καθιστά «υπόλογη» την εκάστοτε κυβέρνηση. Το παρόν κείμενο παρουσιάζει βασικές αρχές της ΣΑΕ σε συσχέτιση με την ασκούμενη πολιτική, πριν καταλήξει στη διατύπωση γενικότερων παρατηρήσεων για τη διεθνή πολιτική Τραμπ.
Η ΣΕΑ ως τομή; Από την παγκόσμια κυριαρχία στην πρωτοκαθεδρία αλά Τραμπ
Στην Εισαγωγή της ΣΕΑ οι συντάκτες επικρίνουν τις Στρατηγικές όλων των αμερικανικών διοικήσεων μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Από τα εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της προεδρίας Τραμπ είναι, πράγματι, η προσπάθεια απόλυτης διαφοροποίησης από τους προκατόχους του, κάτι που συνήθως παραπέμπει σε νέο καθεστώς.
Κύριο σημείο κριτικής: οι ελίτ χάραξης και υλοποίησης εξωτερικής πολιτικής πίστεψαν ότι ήταν ρεαλιστική επιλογή η παγκόσμια αμερικανική κυριαρχία. Οι πολιτικές και στρατιωτικές επεμβάσεις προαγωγής της δημοκρατίας, της παγκοσμιοποίησης και του ελεύθερου εμπορίου, μαζί την κατασπατάληση πόρων, που συνόδευαν αυτή την υπερφιλόδοξη στόχευση, έπληξαν τα αμερικανικά συμφέροντα.
Η ΣΕΑ του Προέδρου Μπάιντεν (2022) έθετε ως απώτερο στόχο μια «ελεύθερη, ανοιχτή, ευημερούσα και ασφαλή παγκόσμια τάξη». Αντιθέτως, η ΣΕΑ Τραμπ θέτει στενότερους στόχους: τη συνεχιζόμενη «επιβίωση και ασφάλεια» των ΗΠΑ, καθώς και (λίγο πιο φιλόδοξα, αλλά εξίσου «εγωιστικά») την παραμονή τους στη θέση της «ισχυρότερης, πλουσιότερης και πιο επιτυχημένης χώρας».
Με λίγα λόγια, «Πρώτα η Αμερική». Σε όλη την ΣΕΑ δεν υπάρχει καμία αναφορά σε «ανθρώπινα δικαιώματα», ενώ στην ΣΕΑ 2022 υπήρχαν 20. H κλιματική αλλαγή χαρακτηρίζεται «καταστροφική ιδεολογία», ενώ δεν γίνεται καμιά νύξη για ύπαρξη άλλων κοινών, παγκόσμιων προβλημάτων –όπως οι πανδημίες ή η διατροφική ανασφάλεια– με εξαίρεση ίσως τη «μαζική μετανάστευση»…
Αν όχι παγκόσμια ηγεμονία, ποια παγκόσμια τάξη «οραματίζεται» η ΣΕΑ του Τραμπ; Από τη μια, η ΣΕΑ προβάλλει την ισορροπία ισχύος μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων ως τη βέλτιστη διευθέτηση, υπονοώντας μια ανοχή σε σφαίρες επιρροής (Κίνα, Ρωσία).
Από την άλλη, η γενικότερη αίσθηση που αφήνει είναι η ανάγκη διατήρησης της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας, υπό διαφορετικούς όμως μεθοδολογικούς και ιδεολογικούς όρους. Επικαλείται το Δόγμα Μονρόε και την αμερικανική ήπειρο ως χώρο περιφερειακής ηγεμονίας των ΗΠΑ (βλέπε πολιτική έναντι Βενεζουέλα)ς, ενώ καθιστά σαφές –ιδίως μέσω της Ταϊβάν– ότι δεν θα γίνει αποδεκτή η Κίνα ως περιφερειακός ηγεμόνας στη «δική» της αυλή…
Η οικονομία ως «ύψιστο διακύβευμα» και η Κίνα
Οι παραπάνω θέσεις της ΣΕΑ συνάδουν σε μεγάλο βαθμό με τον «Επιθετικό Ρεαλισμό», θεωρία των Διεθνών Σχέσεων – με μια κρίσιμη απόκλιση: την έμφαση που δίνεται στην οικονομία και την ανάδειξη της οικονομικής ισχύος σε θεμέλιο της στρατιωτικής υπεροχής.
Σε αυτό το πλαίσιο τοποθετείται πρωτίστως η ανταγωνιστική σχέση με την Κίνα. Είναι αξιοσημείωτο πως, σε αντίθεση με την ΣΕΑ 2017, την ΣΕΑ Μπάιντεν και τη ρητορική Τραμπ, η Κίνα δεν κατονομάζεται ρητά ως στρατιωτική απειλή ή αντίπαλος για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Η ΣΕΑ θέτει ως βασικό στόχο να γίνουν οι ΗΠΑ παγκόσμιος οικονομικός εταίρος «πρώτης επιλογής», εννοείται έναντι της Κίνας. Επαναλαμβάνονται οι καταγγελίες για άδικες εμπορικές πρακτικές εις βάρος των ΗΠΑ, κυρίως από την Κίνα, και η ανάγκη αντιμετώπισής τους, μεταξύ άλλων μέσω δασμών. Δίνεται έμφαση στην επαναβιομηχάνιση, στη στήριξη αμερικανικών επενδύσεων διεθνώς και στη διασφάλιση πρόσβασης σε κρίσιμες εφοδιαστικές αλυσίδες, ιδίως κρίσιμων (ορυκτών) πρώτων υλών, όπου η Κίνα κυριαρχεί —γεγονός που επηρεάζει τις επιλογές Τραμπ σε περιοχές όπως η Ουκρανία, η Σαουδική Αραβία, η Αφρική και η Νότια Αμερική.
«Ειρήνη διά της δύναμης»
Η επιμονή του Τραμπ προσωπικά στην αναγνώρισή του ως ειρηνοποιού και η εν γένει έμφαση στη διευθέτηση διεθνών συγκρούσεων –ήδη από την ΣΕΑ του 2017– καταρχάς ξενίζουν, καθώς δεν συνάδουν με την εν γένει ιδεολογία του. Ωστόσο, πρέπει να παραδεχτεί κανείς ότι στις περιπτώσεις της Γάζας και της Ουκρανίας επέδειξε επιμονή, η οποία μάλιστα στην πρώτη περίπτωση απέφερε αποτελέσματα (με τα δικά του μέτρα).
Δεν είναι προτιμότερη μια τέτοια προσέγγιση από πλευράς ΗΠΑ από τον «πόλεμο στην τρομοκρατία» ή τις επεμβάσεις τύπου Κοσόβου; Η απάντηση θα μπορούσε, εν συντομία, να είναι η εξής: 1) η προσέγγιση Τραμπ προκρίνει μια ρηχή εκδοχή της ειρήνης, αυτής ως μη πολέμου, αδιαφορώντας για τις ρίζες των συγκρούσεων, τις συνέπειες στο διεθνές δίκαιο και την ανάγκη ευθυγράμμισης της «ειρήνης» με αρχές όπως η δικαιοσύνη και η ισοτιμία. 2) Παρότι η ΣΕΑ διακηρύσσει μια «προδιάθεση» ενάντια στους «ατελείωτους πολέμους», το χτύπημα στο Ιράν καταγράφεται ως μεγάλη επιτυχία· κοινώς, τέτοιες μονομερείς και «στοχευμένες» επιθέσεις παραμένουν στην ημερήσια διάταξη. 3) Η σπουδή του συστήματος Τραμπ για διευθέτηση συγκρούσεων συνδέεται απροσχημάτιστα με την αποκόμιση οικονομικών ωφελημάτων και επιχειρηματικών κερδών.
Η ιδεολογία Alt Right ως πυλώνας εσωτερικής και διεθνούς ασφάλειας
Η τραμπική Alt Right ατζέντα είναι παρούσα και στην ΣΕΑ: επαναλαμβάνεται ad nauseam η ανάγκη τερματισμού της μαζικής μετανάστευσης, καταγγέλλονται διεθνείς οργανισμοί, η «πολιτισμική υπονόμευση», οι πολιτικές συμπερίληψης και (wait for it!) η woke ατζέντα, ενώ προβάλλεται η στήριξη του αμερικανικού τρόπου ζωής, των εργαζομένων και της «παραδοσιακής οικογένειας».
Η ΣΕΑ έρχεται να επισημοποιήσει την ήδη καταγεγραμμένη, επιθετική προσπάθεια του συστήματος Τραμπ να επιτύχει την ηγεμονία της Alt Right ιδεολογίας κατ’ ελάχιστον στην Ευρώπη. Περαιτέρω, ο ευθυγραμμίζεται με το παγκόσμιο ρεύμα (ακρο)δεξιού αυταρχικού λαϊκισμού· φαίνεται να επιδιώκει την αντικατάσταση της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» όχι με μια άλλη νομιμοποιητική ιδεολογία –εντέλει κανένας εθνικισμός δεν μπορεί να έχει αξιώσεις οικουμενικής διείσδυσης– αλλά με ένα οικείο αξιακό-πολιτισμικό πλαίσιο που θα διευκολύνει την ανατροφοδότηση της αμερικανικής πρωτοκαθεδρίας σε νέες βάσεις.
Πέρα από την ΣΕΑ
Από τη συνεξέταση της ΣΕΑ με βασικές όψεις της πολιτικής που έχει ασκήσει/εξαγγείλει ο Τραμπ προκύπτει ότι η Στρατηγική, σε γενικές γραμμές, απηχεί και συμπληρώνει την ήδη ασκούμενη πολιτική, χωρίς βέβαια να αποκαλύπτει βαθύτερες στοχεύσεις. Θα κλείσουμε με κάποιες εκτιμήσεις επ’ αυτών.
Κοινή παραδοχή των αμερικανικών διοικήσεων (βλέπε και την ΣΕΑ Μπάιντεν) είναι ότι η «μονοπολική στιγμή» έχει παρέλθει και ότι διαμορφώνεται μια νέα, ακόμη ρευστή, πολυκεντρική διεθνής τάξη, με πιο κατακερματισμένη παγκοσμιοποίηση. Αυτό συνεπάγεται σχετική αποδυνάμωση των ΗΠΑ στον διεθνή καταμερισμό πλούτου και ισχύος, αν και μέχρι στιγμής διατηρούν την οικονομική τους θέση και τη στρατιωτική πρωτοκαθεδρία.
Σε αντίθεση με την προσπάθεια Μπάιντεν για αναπλαισίωση μιας «παγκόσμιας τάξης βάσει κανόνων», η επιλογή Τραμπ συνιστά επιθετική αναδίπλωση με στόχο την ανάσχεση ή ανατροπή δομικών μεταβολών και τη διατήρηση των αμερικανικών πρωτείων πάση θυσία.
Η ηγεμονία σε ένα «φιλελεύθερο» παγκόσμιο πρότζεκτ εγκαταλείπεται ως δαπανηρή, μη ρεαλιστική και πολιτικά ανεπιθύμητη. Η συνακόλουθη απόσυρση από πολυμερείς δεσμεύσεις επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία, προτίμηση στις διμερείς σχέσεις και αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κατά περίπτωση, χωρίς τελεολογικούς στόχους και αντίστοιχη λογοδοσία. Ενδεικτικά, βλέποντας ότι η Κίνα έχει καταστεί πρωτοπόρος στις πράσινες τεχνολογίες, η κυβέρνηση Τραμπ εγκατέλειψε τη Συμφωνία του Παρισιού και πριμοδοτεί τις εξορύξεις και τις διεθνείς πωλήσεις του άφθονου αμερικανικού πετρελαίου και υγροποιημένου αερίου. Με αντίστοιχο τρόπο, εργαλειοποιεί παραδοσιακά (δολάριο, στρατιωτική βιομηχανία) και καινούρια όπλα (κυρίως την Τεχνητή Νοημοσύνη). Η επιθετική στοχοποίηση της μετανάστευσης συνδυάζει τόσο την ανάγκη «περίφραξης» των οικονομικών πλεονεκτημάτων των ΗΠΑ όσο και την κατανόηση ότι η διατήρηση της οικονομικής υπεροχής απαιτεί και τη διατήρηση μιας παγκόσμιας πολιτισμικής ιεραρχίας (όθεν η πρεμούρα για την «άλωση» της Δύσης/Ευρώπης).
Τα παραπάνω, καθώς και η ίδια η δημοκρατική οπισθοδρόμηση μιας χώρας που αποτελεί παγκόσμιο πρότυπο και βαρόμετρο, καθιστούν δυνητικά απειλητική την πολιτική Τραμπ. Φυσικά, κάθε στρατηγική έχει τις αντιφάσεις και τις αδυναμίες της. Στο βαθμό όμως που επιτυγχάνει τους στόχους που έχει θέσει και εφόσον συνεχιστεί και κατά την επόμενη προεδρική θητεία, είναι σοβαρός ο κίνδυνος μιας παγκόσμιας τάξης που ενδεχομένως δεν θα είναι νεοφιλελεύθερη, αλλά που εντέλει θα οξύνει επικίνδυνα της παγκόσμιες ανισότητες και ανταγωνισμούς.
(Ο Θωμάς Γούμενος είναι Διεθνολόγος, διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης - Η ανάλυση περιλαμβάνεται στο θεματικό Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ «Τραμπ 2.0 και ο μετασχηματισμός της διεθνούς τάξης: Γεωπολιτικές και οικονομικές αναδιατάξεις»)































