Η προτεινομένη ενοποίηση των μέχρι σήμερα αυτοτελών οργανισμών, της ΑΑΔΕ, του ΣΔΟΕ και του ΟΠΕΚΕΠ μετά το σκάνδαλο του τελευταίου οργανισμού, φέρνει στο προσκήνιο κρίσιμα ερωτήματα για την διοικητική δομή και λειτουργία του κράτους, την συμβατότητα του με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και διαδικασίες αλλά και για την σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών αρχών αλλά και μεταξύ ευρωπαϊκών και εθνικών.
Η νομοθετική ρύθμιση προτείνει την πλήρη και άμεση πρόσβαση της ΑΑΔΕ σε όλα τα δεδομένα και τις λειτουργίες του ΟΠΕΚΕΠΕ, από τη διαχείριση των ευρωπαϊκών κονδυλίων έως τη διαδικασία πληρωμών, την εκτέλεση δαπανών και την εποπτεία του ανθρώπινου δυναμικού. Παράλληλα, προβλέπει διοικητικές κυρώσεις και πρόστιμα για παραβιάσεις από τους υπόχρεους φορείς. Το κυβερνητικό αφήγημα προβάλλει την ενίσχυση των εσωτερικών ελέγχων, την αξιοποίηση της διαλειτουργικότητας των συστημάτων και την ανάπτυξη ψηφιακών υπηρεσιών, ως τα βασικά οφέλη αυτής της συνένωσης.
Η αρχική αντίδραση για την συγχώνευση των οργανισμών αυτών, αντιμετωπίσθηκε ως η μια «μεταρρυθμιστική προσπάθεια». Μια όμως πιο προσεκτική και ψύχραιμη εξέταση των προθέσεων, των μέτρων και των διαδικασιών της συγχώνευσης αυτής, αναδεικνύει τα εμπόδια, την ολιγωρία, την έλλειψη λογοδοσίας, τα νομοθετικά κενά, την έλλειψη μεταρρυθμιστικού ουσιαστικού σχεδιασμού και την ευκαιρία να συγκροτηθούν Οργανισμοί τεράστιοι, «επιτελικοί» και δυσκόλως ελεγχόμενοι.
Το σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Οικονομικών παρά τις επιφανειακά θετικές προθέσεις, αφήνει κρίσιμα ζητήματα αδιευκρίνιστα, όπως εκείνων της:
1. Σύγκρουσης αρμοδιοτήτων
2. Απουσίας μεταβατικής διακυβέρνησης
3. Έλλειψης συγκριτικής ευρωπαϊκής τεκμηρίωσης
Ειδικότερα:
1. Σύμφωνα με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, ειδικά για τους Κανονισμούς που διέπουν την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), ο κάθε εθνικός Οργανισμός Πληρωμών, πρέπει να λειτουργεί διακριτά και ανεξάρτητα από τον φορέα που διενεργεί τους ελέγχους. Ο λόγος, είναι η αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων και διασφάλιση της αμεροληψίας. Αν όμως η ΑΑΔΕ, θα είναι υπεύθυνη για την καταβολή των επιδοτήσεων στους αγρότες και ταυτόχρονα θα εξασφαλίζει ότι οι πληρωμές αυτές είναι συμβατές με τις ευρωπαϊκές και εθνικές απαιτήσεις, ότι θα ελέγχει για ατασθαλίες ή καταχρήσεις, δηλαδή ότι ο ίδιος οργανισμός που καταβάλλει τα χρήματα θα είναι και ο υπεύθυνος για τον έλεγχο της διαδικασίας, τότε αυτός ο συνδυασμός, ενδέχεται να περιορίσει την ανεξαρτησία, τη διαφάνεια του ελέγχου και μπορεί να προκαλέσει αντιφάσεις και αμφισβητήσεις.
Επίσης, προκύπτουν και σημαντικά ερωτήματα, όπως, εάν η ΑΑΔΕ θα παραμείνει ή και αν μπορεί να συνεχίσει με το ίδιο νομοθετικό και λειτουργικό χαρακτήρα, αν θα υπόκειται τις ίδιες νομικές και συνταγματικές διατάξεις, αν θα προσδιοριστεί ενιαία λογοδοσία και μετά την συγχώνευση των δυο οργανισμών και δη του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρόταση για δημιουργία ενός νέου οργανισμού κατά τα πρότυπα της ASP(Γαλλία) ή της RPA (Ηνωμένο Βασίλειο), θα μπορούσε να εξεταστεί. Το μοντέλο αυτό προβλέπει έναν κεντρικό φορέα για την πληρωμή των επιδοτήσεων και μια ανεξάρτητη αρχή για τον έλεγχό τους, σε συνεργασία με φορείς όπως η ΑΑΔΕ για τη διασταύρωση φορολογικών στοιχείων και τη καταπολέμηση της απάτης.
Αν η Ελλάδα, προχωρήσει απλά και μόνο, σε μια ενιαία δομή με τυπικά συγχωνευμένες λειτουργίες, ενδέχεται, να βρεθεί αντιμέτωπη με κυρώσεις ή στην καλύτερη περίπτωση, με σοβαρές αμφισβητήσεις από τα ευρωπαϊκά όργανα.
2. Αν θεωρηθεί ότι η προτεινόμενη ενσωμάτωση είναι μεταβατική, τότε απαιτείται ένας σαφής, δεσμευτικός οδικός χάρτης για την οριστικοποίηση του νέου θεσμικού πλαισίου το οποίο και θα παρακολουθείται από την ΕΕ. Τα βασικά βήματα θα μπορούσαν μεταξύ των άλλων, να είναι :
ü Θεσμική διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή
ü Δημιουργία ενιαίου Οργανισμού Πληρωμών
ü Πιλοτική εφαρμογή νέου σχήματος
ü Αναβάθμιση του προσωπικού και των ψηφιακών υποδομών
ü Νομοθετική αναθεώρηση του πλαισίου λειτουργίας ΟΠΕΚΕΠΕ
3. Η ευρωπαϊκή συγκριτική τεκμηρίωση για την ενσωμάτωση ενός ευρωπαϊκού οργανισμού όπως τον ΟΠΕΚΕΠΕ, σε έναν εθνικό ελεγκτικό δημοσιονομικό οργανισμό, την ΑΑΔΕ, πέρα του νομικού ή και ακόμη του συνταγματικού ζητήματος που απορρέει, οφείλει να περιλαμβάνει:
ü Εναρμόνιση του εθνικού νομοθετικού του πλαισίου με τις απαιτήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
ü Συμβουλευτική διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη διαμόρφωση μεταβατικών διατάξεων.
ü Ενίσχυση της νομικής θωράκισης για την αποφυγή κυρώσεων ή ενστάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
ü Θέσπιση μηχανισμών εσωτερικού και εξωτερικού ελέγχου προσαρμοσμένων στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
ü Διαφανείς διαδικασίες λογοδοσίας και δημοσιοποίησης στοιχείων για κάθε στάδιο της συγχώνευσης.
ü Ανεξάρτητη αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας του νέου οργανισμού μετά την ενοποίηση.
Η προτεινόμενη ρύθμιση φαίνεται ότι δεν ανταποκρίνεται επαρκώς ούτε στις ευρωπαϊκές προδιαγραφές ούτε στις εθνικές ανάγκες διαφανούς μεταρρύθμισης. Η συγχώνευσή των δυο οργανισμών ΣΔΟΕ και ΟΠΕΚΕΠΕ, διαφορετικών νομικών προσώπων, σκοπού και λογοδοσίας τους, απαιτεί νομοθετικές και θεσμικές αλλαγές, πιθανόν ακόμη και συνταγματικής φύσης, ώστε να εξαλειφθούν οι ανησυχίες για την ανεξαρτησία των ελέγχων και την διαφάνεια του τρόπου λειτουργίας τους.
Η μεταρρύθμιση της δομής των οργανισμών πρέπει να βασιστεί σε σοβαρή μελέτη επιπτώσεων, ευρωπαϊκή συμβατότητα και διοικητική βιωσιμότητα. Διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και ανεξαρτησία, πρέπει να είναι οι θεμέλιοι λίθοι.
Φυσικά για την αναμόρφωση του συστήματος ελέγχου και πληρωμών διάμεσου της ΑΑΔΕ ή και των επιμέρους μηχανισμών, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι νέες πολιτικές, οι χρηματοδοτήσεις αυτών, στα πλαίσια του νέου σχεδιασμού και του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου(ΠΔΠ) 2028-2034, που δίνουν την «εθνική» δυνατότητα να σχεδιάσει και να υλοποιήσει το νέο εθνικό παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο στα πλαίσια των ευρωπαϊκών προτεραιοτήτων. Το νέο αυτό ευρωπαϊκό μοντέλο απαιτεί πλήρη διαφάνεια και αποτελεσματικότητα ώστε να μην οδηγηθεί η χώρα σε υπανάπτυξη, καθυστέρηση των πολιτικών συνοχής και περιφερειακής ανάπτυξης.
Όταν τα λάθη επαναλαμβάνονται, τότε είναι πλέον επιλογές…
(Η Κατερίνα Μπατζελή είναι πρ. Υπουργός, βουλευτής και ευρωβουλευτής)



























