Από την 1η Ιανουαρίου 2026 κάθε ευρώ που καταβάλλεται για ενοίκιο, είτε πρόκειται για κύρια κατοικία, εξοχική στέγη ή φοιτητικό διαμέρισμα, θα πρέπει υποχρεωτικά να περνά μέσα από το τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με το νέο σχέδιο του οικονομικού επιτελείου.
Το μέτρο στοχεύει στον περιορισμό των λεγόμενων «μαύρων» μισθώσεων και την ενίσχυση της διαφάνειας, παρότι οι αρμόδιοι αναγνωρίζουν πως δεν θα εξαλείψει εξ ολοκλήρου τη φοροδιαφυγή. Ωστόσο, εκτιμάται ότι θα διευκολύνει σημαντικά τις διασταυρώσεις της ΑΑΔΕ και θα αποκαλύψει περιπτώσεις υποδηλωμένων μισθωμάτων.
Οι ενοικιαστές που δεν θα χρησιμοποιούν τραπεζικά μέσα πληρωμής θα χάνουν αυτομάτως το δικαίωμα επιδότησης, ακόμη κι αν πληρούν τα λοιπά κριτήρια. Αντίστοιχα, οι ιδιοκτήτες που θα λαμβάνουν ενοίκια σε μετρητά δεν θα έχουν την έκπτωση 5% στο ακαθάριστο εισόδημα, ενώ οι επιχειρήσεις που πληρώνουν μίσθωμα χωρίς τραπεζική συναλλαγή θα χάνουν το δικαίωμα έκπτωσης της σχετικής δαπάνης.
Η αυστηροποίηση των ελέγχων έρχεται ως αποτέλεσμα ακραίων περιστατικών υποδηλωμένων μισθωμάτων, τα οποία αποκαλύφθηκαν κατά τη διαδικασία επιστροφής ενοικίου.
Σε περιοχή του Πειραιά διαμέρισμα 95 τ.μ. εμφανίζεται να ενοικιάζεται για 12 ευρώ τον μήνα, ενώ στο Κουκάκι κατοικία 45 τ.μ. δηλώνεται με μηνιαίο μίσθωμα 15 ευρώ. Στη
Θεσσαλονίκη, στην περιοχή της Καλαμαριάς, διαμέρισμα 120 τ.μ. έχει καταχωριστεί με ενοίκιο 25 ευρώ, ενώ στο Ηράκλειο Κρήτης μονοκατοικία 150 τ.μ. εμφανίζεται να νοικιάζεται για μόλις 20 ευρώ. Αντίστοιχες αναντιστοιχίες εντοπίστηκαν και σε άλλες περιοχές, όπως στη Λάρισα και την Πάτρα, όπου διαμερίσματα άνω των 80 τ.μ. δηλώθηκαν με ενοίκια της τάξης των 10 ή 15 ευρώ.
Συνολικά, σχεδόν 180.000 από τους περίπου 900.000 ενοικιαστές που έλαβαν επιδότηση δήλωσαν μίσθωμα έως 100 ευρώ τον μήνα, γεγονός που ενεργοποίησε την ΑΑΔΕ. Τα ηλεκτρονικά μισθωτήρια με υπερβολικά χαμηλά ποσά έχουν ήδη τεθεί στο στόχαστρο και από τις αρχές της νέας χρονιάς η Αρχή θα προχωρήσει σε στοχευμένες διασταυρώσεις, μετά τη λήξη της προθεσμίας για τροποποιητικές δηλώσεις.
Οι έλεγχοι θα επικεντρωθούν σε μισθώσεις που αποκλίνουν από τα στοιχεία που διαθέτει η ΑΑΔΕ μέσω τρίτων φορέων, όπως τραπεζών και εταιρειών κοινής ωφέλειας.
Εξετάζονται επίσης περιπτώσεις όπου τα δηλωθέντα ενοίκια δεν συμβαδίζουν με το προφίλ κατανάλωσης και τις δαπάνες διαβίωσης των ενοικιαστών. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, χιλιάδες μισθώσεις παραμένουν αδήλωτες ή υποδηλωμένες, με πολλά μισθωτήρια να παραμένουν ανενεργά και να καταγράφουν ποσά που δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές συνθήκες της αγοράς.



























