Οι γεωπολιτικές εντάσεις, με κυριότερη την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχουν επιδράσει στις ευρωπαϊκές οικονομίες, προκαλώντας αβεβαιότητα, διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού και έντονη μεταβλητότητα στις αγορές.
Σε μια προσπάθεια να μετρήσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις συνέπειες αυτών των εξελίξεων, η ΕΚΤ παρουσιάζει ένα νέο δείκτη γεωπολιτικού κινδύνου, βασισμένο στην ειδησεογραφική κάλυψη των κρατών-μελών της ΕΕ.
Ο δείκτης, που κατασκευάστηκε από τους Martin Bijsterbosch, Matteo Falagiarda και Lucia Žídeková, αξιοποιεί αγγλόφωνες αναφορές κορυφαίων ευρωπαϊκών εφημερίδων και ειδησεογραφικών πρακτορείων, προσφέροντας για πρώτη φορά μια πανευρωπαϊκή, εγχώρια προοπτική στον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνίες αντιλαμβάνονται τον γεωπολιτικό κίνδυνο. Με βάση ένα εκτενές «λεξικό» όρων σχετικών με πολέμους, συγκρούσεις, τρομοκρατία και απειλές, ο δείκτης αποτυπώνει το ποσοστό των άρθρων που αναφέρονται σε δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα γεωπολιτικού κινδύνου. Ωστόσο, από τον Φεβρουάριο του 2022 και μετά, αυτές οι χώρες βρέθηκαν στο επίκεντρο των ανησυχιών, καθώς η εγγύτητα στη σύγκρουση και οι στενές οικονομικές και ενεργειακές σχέσεις με τη Ρωσία ενίσχυσαν την έκθεση τους. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η επίδραση σε κράτη με υψηλή ενεργειακή εξάρτηση ή γεωγραφική γειτνίαση, όπως η Φινλανδία, η Σουηδία και η Αυστρία.
Η εισβολή της Ρωσίας αποδείχθηκε ο μεγαλύτερος γεωπολιτικός «κραδασμός» των τελευταίων δύο δεκαετιών, εντείνοντας τον πληθωρισμό, περιορίζοντας την εμπιστοσύνη και προκαλώντας περαιτέρω αναταραχή στις αγορές. Σύμφωνα με τα μοντέλα της ΕΚΤ, οι κλυδωνισμοί αυτοί είχαν σημαντικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία την περίοδο 2022-2024: επηρέασαν το ΑΕΠ, περιόρισαν τις επενδύσεις και τις εξαγωγές, ενώ συνέβαλαν άμεσα στις πληθωριστικές πιέσεις. Οι επιχειρήσεις, μπροστά στην αβεβαιότητα, ανέβαλαν επενδυτικά σχέδια, ενώ η διάσπαση των αλυσίδων εφοδιασμού και η άνοδος του ενεργειακού κόστους οδήγησαν σε αυξημένες τιμές.
Οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης αποδείχθηκαν πιο ευάλωτες από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ανεξάρτητα από το αν ανήκαν στο ευρώ ή όχι. Στην περιοχή αυτή οι εξαγωγές επηρεάστηκαν ακόμη περισσότερο από τις επενδύσεις, καθώς η ισχυρή ένταξή τους στις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής και η προπολεμική οικονομική τους διασύνδεση με τη Ρωσία ενίσχυσαν την έκθεσή τους στους κραδασμούς.
Η ανάλυση της ΕΚΤ καταλήγει ότι η συστηματική παρακολούθηση του γεωπολιτικού κινδύνου αποτελεί πλέον αναγκαίο εργαλείο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Οι ασύμμετρες επιπτώσεις των διεθνών εντάσεων καθιστούν απαραίτητο τον έγκαιρο εντοπισμό τους, ώστε να σχεδιάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την ανθεκτικότητα των οικονομιών της Ευρώπης. Οι συγγραφείς υπενθυμίζουν ότι οι απόψεις του κειμένου είναι προσωπικές και δεν αντικατοπτρίζουν κατ’ ανάγκη τη θέση της ΕΚΤ ή του Ευρωσυστήματος.































