Η καλή χρονιά από… την προηγούμενη φαίνεται. Και, με δεδομένο ότι το 2016 έκλεισε με σωρεία μνημονιακών εκκρεμοτήτων, το 2017 προδιαγράφεται πολιτικά και οικονομικά «βαρύ» για την κυβέρνηση και τους δανειστές στη διελκυστίνδα της δεύτερης αξιολόγησης.
Οι δανειακές υποχρεώσεις του 2017
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να «μετρήσει» κανείς την ένταση των πιέσεων που θα δεχθεί η ελληνική πλευρά. Ένας από αυτούς, που για τους δανειστές έχει μέχρι σήμερα αποδειχθεί αλάνθαστος στην αποτελεσματικότητά του, είναι οι υποχρεώσεις αποπληρωμής του χρέους το 2017. Συνολικά η Ελλάδα οφείλει να αποπληρώσει εντός του έτους περίπου 15 δισ. ευρώ σε χρεολύσια και τόκους. Το πρώτο τρίμηνο είναι ελαφρύ από άποψη χρεολυσίων, αλλά βαρύ από άποψη τόκων, που φτάνουν τα 2,3 δισ. Από ταμειακή άποψη, λοιπόν, υποτίθεται ότι η κυβέρνηση αντέχει μια παράταση της βασάνου της αξιολόγησης μέχρι τον Μάρτιο. Το πρώτο μεγάλο πρόσκομμα εμφανίζεται τον Απρίλιο, οπότε πρέπει να αποπληρωθούν οφειλές ύψους 1,4 δισ. προς την ΕΚΤ για δάνεια του δεύτερου Μνημονίου. Ακολουθεί ένα δίμηνο χωρίς υποχρεώσεις, αλλά τον Ιούλιο απειλείται πρόσκρουση με ένα παγόβουνο χρέους ύψους 6 δισ. Προς ιδιώτες κατόχους ομολόγων τα 2,1 δισ., προς την ΕΚΤ τα υπόλοιπα. Το υπόλοιπο του έτους επιφυλάσσει ασήμαντες λήξεις χρέους, αλλά και αποπληρωμή τόκων ύψους 1,7 δισ. Επομένως, μια παράταση της δεύτερης αξιολόγησης πέραν του Ιουνίου- άρα και στέρηση της συναρτώμενης δόσης των 6,1 δις. ευρώ- είναι περίπου καταστροφική.
Ο μπαλαντέρ των ληξιπρόθεσμων
Ταμειακής φύσης είναι και μια ακόμη πηγή πίεσης προς την κυβέρνηση: η μνημονιακή υποχρέωση να εξοφληθούν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες, ύψους περίπου 6 δισ. σήμερα, εντός του πρώτου εξαμήνου του 2017. Φυσικά, κάτι τέτοιο είναι εντελώς ανέφικτο, επιτρέπει όμως στους δανειστές , ακόμη κι αν κλείσει η αξιολόγηση, να διατηρήσουν την ταμειακή πίεση προς την κυβέρνηση επιβάλλοντας ένα σημαντικό μέρος της δανειακής δόσης των 6 δισ. να πάει για εξόφληση οφειλών του Δημοσίου. Το έκαναν και με τα δανεικά της πρώτης αξιολόγησης, μπαίνοντας έτσι ακόμη πιο βαθιά στο δημόσιο ταμείο.
Εκλογές και πολιτικές αποφάσεις «θεσμών»
Εκτός από τα ταμειακά ορόσημα, υπάρχουν και τα πολιτικά.
Πρώτο είναι η συνεδρίαση του EuroWorkingGroup στις 12 Ιανουαρίου, όπου θα αποκαλυφθεί τι ακριβώς σημαίνει το «ξεπάγωμα» των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, και ιδιαίτερα πώς το αντιλαμβάνεται η γερμανική πλευρά.
Το δεύτερο είναι η δημοσιοποίηση της έκθεσης του ΔΝΤ (κατά το άρθρο 4 του καταστατικού του) για το ελληνικό χρέος και τη βιωσιμότητά του, μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου. Η υποβολή της στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του Ταμείου δεν σημαίνει απόφαση για συμμετοχή ή όχι στο τρίτο Μνημόνιο, αλλά θα περιλαμβάνει ενδείξεις προθέσεων.
Το τρίτο ορόσημο είναι η επίσημη εγκατάσταση του νέου πλανητάρχη στον Λευκό Οίκο. Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει μεν κάποια ειδική «ελληνική πολιτική», αλλά θεωρείται κρίσιμη η «γραμμή» που θα δώσει στην ηγεσία του ΔΝΤ ως προς την πολιτική δανεισμού και «διασώσεων» και ιδιαίτερα ως προς τη στρατηγική σχέση του Ταμείου με την Ευρώπη.
Τέταρτο ορόσημο είναι οι ολλανδικές εκλογές στις 15 Μαρτίου. Η ισχυρή πιθανότητα πρωτιάς για το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας θα τροφοδοτήσει ένα κλίμα εσωστρέφειας στις ευρωπαϊκές ηγεσίες, ιδιαίτερα στη γαλλική και τη γερμανική που έχουν τις δικές τους εκλογικές προκλήσεις. Αυτή η εκλογική εσωστρέφεια μπορεί να έχει παραλυτική επίδραση στις εντός Eurogroup ισορροπίες, με τη γερμανική ηγεσία να φτάνει την ακαμψία της στα άκρα.
Πέμπτο ορόσημο είναι οι γαλλικές προεδρικές εκλογές, ιδιαίτερα ο δεύτερος γύρος τους στις 7 Μαίου 2017, με πιθανότατους αντιπάλους τον Φιγιόν και τη Λεπέν. Μια νίκη Φιγιόν θα ανασυγκροτήσει τον γαλλογερμανικό άξονα πολύ κοντά αν όχι και ταυτόσημα με την πολιτική του Βερολίνου. Μια νίκη Λεπέν βάζει την Ευρωζώνη σε τροχιά αποσύνθεσης, στο πλαίσιο της οποίας ελάχιστοι θα έχουν τη διάθεση ν’ ασχοληθούν με την ελληνική εκκρεμότητα.
Έκτο ορόσημο, αλλά με ασαφή ημερομηνία, είναι η απόφαση της ΕΚΤ για το αν τα ελληνικά ομόλογα μπορούν να ενταχθούν ή όχι στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η χθεσινή δήλωση του Μπενουά Κερέ, από το Εκτελεστικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, ότι είναι αναγκαία τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το ελληνικό χρέος είναι μεν υποστηρικτική της αντίστοιχης θέσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, αλλά ταυτόχρονα είναι και μια προειδοποίηση ότι η ΕΚΤ δεν πρόκειται χωρίς τα μέτρα αυτά να αξιολογήσει το ελληνικό χρέος ως βιώσιμο και άρα να προχωρήσει σε αγορές ελληνικών ομολόγων.