Ο Γερμανός αρχιτέκτονας Paul Goesch (1885-1940) ήταν ένα ιδιόρρυθμο μέλος ενός κινήματος που οραματιζόταν την οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας πάνω στα ερείπια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Goesch συνέβαλε με πολύχρωμα σχέδια στην Gläserne Kette (Γυάλινη Αλυσίδα) ή αλλιώς «Ουτοπική Αλληλογραφία», μια αλληλογραφία μεταξύ ενός κύκλου ομοϊδεατών αρχιτεκτόνων στο Βερολίνο με επικεφαλής τον Μπρούνο Τάουτ, οι οποίοι αντάλλαξαν οραματικά σχέδια στις αρχές της δεκαετίας του 1920 που αποτέλεσαν τη βάση της εξπρεσιονιστικής αρχιτεκτονικής στη Γερμανία.
Ο Goesch είχε διαγνωστεί με σχιζοφρένεια και μετά το 1921 πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Το 1940 δολοφονήθηκε από τους Ναζί, μαζί με άλλους 300.000, στο πλαίσιο του προγράμματος “ευθανασίας” Aktion T4, το οποίο εξόντωσε ψυχικά ασθενείς και άτομα με αναπηρία. Οποιοσδήποτε ασθενής νοσηλευόταν σε ίδρυμα για περισσότερα από πέντε χρόνια υποβαλλόταν σε “ευθανασία”. Ωστόσο, οι Ναζί απέκρυψαν τη συστηματική δολοφονία αυτών που θεωρούσαν «ζωή ανάξια ζωής».
Αυτά διαβάζω φτάνοντας μεσημέρι στα μέσα του Σεπτέμβρη στο Μουσείο Συλλογής Prinzhorn στη Χαϊδελβέργη, το οποίο δεν είναι ένα συνηθισμένο μουσείο, αφού φιλοξενεί μια από τις σημαντικότερες συλλογές έργων τέχνης από άτομα με ψυχιατρική «εμπειρία», συμπεριλαμβανομένου του Goesch.
Η συλλογή των έργων στεγάζεται στον χώρο του Παλιού Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Χαϊδελβέργης, στην οδό Voßstraße 2, σε μια πλευρική πτέρυγα που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται για ιατρικούς σκοπούς.
Πίσω από τις πόρτες του νοσοκομείου
Η χαρακτηριστική νοσοκομειακή μυρωδιά των απολυμαντικών και των προϊόντων καθαρισμού φτάνει στα ρουθούνια μου πριν καν περάσω την είσοδο του κτιρίου και βρω έναν διάδρομο με κίτρινη διάστιξη που με οδηγεί κατευθείαν στη συλλογή.
Τα έργα με περιμένουν πίσω από μια από αυτές τις τυπικές γυάλινες πόρτες των νοσοκομείων, η οποία παρέχει πρόσβαση στο κτίριο όπου βρίσκεται η αίθουσα διαλέξεων που χτίστηκε το 1890.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ότι η τέχνη εκτιμάται λιγότερο υπό αυτές τις συνθήκες που δεν έχουν τίποτα κοινό με τα μεγαλοπρεπή, πολυτελή κτίρια των μουσείων. Ωστόσο, στη Χαϊδελβέργη, φαίνεται να υπάρχει ένα έντονο αίσθημα υπερηφάνειας για το γεγονός ότι η πόλη φιλοξενεί μια από τις σημαντικότερες συλλογές τέχνης από άτομα που κλείστηκαν για λίγο ή για πολύ μέσα σε ψυχιατρικές κλινικές.
Η Συλλογή Prinzhorn περιλαμβάνει περίπου 40.000 έργα (6.000 σχέδια, ακουαρέλες, πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά, υφάσματα και κείμενα) που δημιουργήθηκαν από 1.221 τρόφιμους ψυχιατρικών ιδρυμάτων κυρίως μεταξύ του 1840 και του 1945. Καλύπτει επομένως μέχρι σήμερα, περισσότερα από 200 χρόνια ψυχιατρικής ιστορίας.
Μπαίνοντας κάποιος στην παλιά αίθουσα διαλέξεων, για παράδειγμα, πέφτει πάνω στα παλαιότερα εκθέματα από τις αρχές του 19ου αιώνα. Το ρομαντικό πορτρέτο μιας γυναίκας με μολύβι “Hony soit qui mal y pense” (1897), της Blanche Warburg, για την οποία λίγα είναι γνωστά εκτός από ένα παραληρηματικό επεισόδιο, δεν κρέμεται πολύ μακριά από τις σουρεαλιστικές ψευδαισθήσεις του υπομονετικού Josef Reis. Όλα αυτά δημιουργήθηκαν πριν από το 1920.
Η αγορά της τέχνης ακολουθεί τον εύκολο δρόμο, κατατάσσοντας αυτούς τους καλλιτέχνες στους «Outsider Artists». Η «Τέχνη του Περιθωρίου» εισήχθη το 1972 από τον Άγγλο ιστορικό τέχνης Ρότζερ Κάρντιναλ, και εξακολουθεί να είναι δημοφιλής έως σήμερα, για να συμπεριλάβει καλλιτεχνικά έργα που δημιουργούνται έξω από τα όρια της γνωστής τέχνης, από ανθρώπους που δεν έχουν άμεση σχέση με τους καλλιτεχνικούς κύκλους (όπως άτομα με αναπηρία, άστεγους, ψυχικά ασθενείς ή άτομα με μαθησιακές δυσκολίες κ.ά.).
Ανάμεσα στους πιο διάσημους καλλιτέχνες της συλλογής συμπεριλαμβάνονται ο Harald Bender, το κρυφό «αστέρι» της συλλογής και η πιο γνωστή γυναίκα καλλιτέχνις, Else Blankenhorn, ο Franz Karl Bühler,ο Paul Goesch, η Emma Hauck, ο August Natterer και ο Adolf Wölfli.
Μια συλλογή δύο αιώνων
Ψυχεδελική και έντονα χρωματισμένη, σχολαστικά ακριβής και εμμονική με τη λεπτομέρεια ή συγκεχυμένη και καταπιεστική, η Συλλογή Prinzhorn στη Χαϊδελβέργη αφήνει τους επισκέπτες άφωνους.
Το καλλιτεχνικό έργο των ψυχικά ασθενών αντανακλά μια προσπάθεια —συχνά με περιορισμένα, φαινομενικά αδέξια δημιουργικά μέσα— να εξηγήσουν, να ερμηνεύσουν ή να τιθασεύσουν τον ασύνδετο κόσμο τους και έτσι να σταθεροποιήσουν τον εαυτό τους. Ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται την τεράστια πίεση που δέχονταν οι ασθενείς και διαισθάνεται την πίστη τους στη μαγική δύναμη των εικόνων.
Η ιστορία της συλλογής ξεκίνησε γύρω στο 1900 από τον Emil Kraepelin, τότε διευθυντή της Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής. Δεκαεννέα χρόνια αργότερα ο διάδοχός του Karl Wilmanns προσέλαβε τον ιστορικό τέχνης και γιατρό Hans Prinzhorn για να συγκεντρώσει και να αξιολογήσει τη συλλογή.
Ο Prinzhorn επέκτεινε τη συλλογή μέχρι το 1921, περιλαμβάνοντας έργα περισσότερων από 400 έγκλειστων σε ιδρύματα από γερμανόφωνες χώρες. Όταν ο ίδιος δημοσίευσε το βιβλίο του με τίτλο: «Η Τέχνη των Ψυχικά Ασθενών» το 1922, όχι μόνο έκανε κάτι πρωτοποριακό, αλλά άνοιξε και ένα νέο κεφάλαιο στην τέχνη. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στο Βερολίνο, το Παρίσι και το Λονδίνο, επηρεάζοντας τους σουρεαλιστές και τους καλλιτέχνες του Μπάουχαους. Ο Καντίνσκι εντυπωσιάστηκε εξίσου, όσο και ο Μαξ Ερνστ και ο Πάουλ Κλέε που εμπνεύστηκαν από αυτό.
Στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε επανειλημμένα ενδιαφέρον από διάφορους για τις «υποθέσεις», όπως περιέγραφε τους καλλιτέχνες του ο Hans Prinzhorn, και φυσικά και από τους Ναζί, οι οποίοι θεωρούσαν αυτή την τέχνη εκφυλισμένη και διεστραμμένη για αυτό και οδηγούσαν σε «ευθανασία» μερικούς από αυτούς τους ψυχικά ασθενείς καλλιτέχνες. Κατά τη διάρκεια του Γ’ Ράιχ τουλάχιστον 25 από αυτούς δολοφονήθηκαν από τους Ναζί ή υποβλήθηκαν σε αναγκαστική στείρωση. Εντυπωσιακές μαρτυρίες για το τελευταίο είναι τα σχέδια με μολύβι «Ο Θρίαμβος της Στείρωσης» του Wilhelm Werner, τα οποία αποτυπώνουν το τι σήμαινε για αυτόν αυτό το μαρτύριο.
Η συλλογή σχεδόν ξεχάστηκε μετά το 1945 και τα έργα τέχνης φυλάσσονταν στη σοφίτα του νοσοκομείου για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν η γιατρός Inge Jarchow πιέσει τη δεκαετία του ’70 να τα εξετάσει για ερευνητικούς λόγους. Αυτή η πίεση τα ξανάβγαλε στην επιφάνεια. Το 2001 η συλλογή απέκτησε τελικά το δικό της χώρο στο πρώην πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Χαϊδελβέργης.
Ως μέρος του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Χαϊδελβέργης, το μουσείο είναι και ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα που ερευνά την τύχη αυτών των καλλιτεχνών, τα έργα τους και τα γενικά τα ερωτήματα που προκύπτουν από αυτά.
Αξίζει να σημειωθεί πως κάθε χρόνο το μουσείο παρουσιάζει τρεις έως τέσσερις θεματικές εκθέσεις, με στόχο να συμβάλει στην αποστιγματοποίηση των ψυχικά ασθενών.
Σε κάθε περίπτωση, ο επισκέπτης αυτού του ξεχωριστού μουσείου δεν μένει ποτέ ανέγγιχτος από τις εκπληκτικές εκφράσεις της τέχνης.
Για αυτό, αν τυχόν βρεθείτε στη Χαϊδελβέργη, μην το προσπεράσετε.


























