Σοφά ποιώντας η Μέρκελ, έδωσε στον εαυτό της μια γερή δόση άδειας- τριών εβδομάδων- ενώ τη χωρίζουν ούτε δυο μήνες από τις εκλογές. Το αίσθημα αυτοκυριαρχίας που αποπνέει η επιλογή της μεταδίδεται ως μήνυμα ανησυχίας στους αντιπάλους της για την καγκελαρία, κυρίως στον επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών Μάρτιν Σουλτς.
Η επίδειξη ψυχραιμίας, βεβαίως, θα ήταν αδιανόητη χωρίς την εύνοια των δημοσκοπήσεων, που δίνουν στα κόμματα της «Χριστιανικής Ένωσης» (CDU και CSU) προβάδισμα άνω των 10 μονάδων έναντι του SPD και ένα ποσοστό 40%. Την ψυχραιμία αυτή ενισχύει και το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις βάζουν στη βουλή και τους πρώην εταίρους της Μέρκελ, το κόμμα των Φιλελευθέρων, με ένα ποσοστό που ίσως αγγίξει και το 9%. Αυτό, εκ πρώτης όψεως, διευκολύνει τις διεργασίες για σχηματισμό κυβέρνησης, αφού ένα άθροισμα Χριστιανοδημοκρατών- Φιλελευθέρων κοντά στο 48% δίνει άνετη αυτοδυναμία στην επόμενη κυβέρνηση της Μέρκελ και απαλλάσσει την ίδια και την ηγεσία του κόμματός της από μια εξαιρετικά περίπλοκη διαπραγμάτευση που θα απαιτούσε μια συμμαχία της με τους Σοσιαλδημοκράτες ή τους Πράσινους.
Οι αμετανόητοι Φιλελεύθεροι
Βεβαίως, η παρουσία των Φιλελεύθερων σε ένα νέο κυβερνητικό συνασπισμό, ενώ στα ενδογερμανικά ζητήματα είναι σχετικά απλή, στα ευρωπαϊκά ζητήματα και ιδιαίτερα αυτά της Ευρωζώνης, που θα βρίσκονται σε προτεραιότητα το διάστημα μετά τις εκλογές, δυσκολεύει τα πράγματα. Οι Φιλελεύθεροι (Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, FDP), που ήδη από την εποχή του πρώτου Μνημονίου και του τότε ηγέτη τους και αντικαγκελαρίου Φίλιπ Ρέσλερ ευνοούσαν σενάρια αποβολής της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, παρά τον καταποντισμό τους το 2013, επιμένουν στην ιδέα της «στενής και αυστηρής» νομισματικής ένωσης. Ο νυν πρόεδρός τους Κρίστιαν Λίντνερ έχει ταχθεί ανοιχτά, ακόμη και πρόσφατα, μετά το Eurogroup του Ιουνίου, υπέρ της προσωρινής εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Γενικότερα, μάλιστα, προωθούν ένα σχέδιο μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης που προβλέπει συντεταγμένη έξοδο των αδύναμων κρατών, με ταυτόχρονη παραμονή τους στην Ε.Ε. η οποία θα προσφέρει «βοήθεια μετάβασης». Το σχέδιο έχει ύποπτες (ή μάλλον αναμενόμενες) ομοιότητες με το κατά Σόιμπλε σχέδιο Grexit και πάντως είναι η «απάντηση» στις προτάσεις του Γάλλου Προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης (κοινός προϋπολογισμός, υπουργός Οικονομικών και κοινοβούλιο καθώς και μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους). Σε κάθε περίπτωση, ο υποψήφιος συνεταίρος της νέας κυβέρνησης Μέρκελ θα δυσκολέψει αρκετά την προσπάθεια της καγκελαρίου να βρει κοινό τόπο με τη γαλλική ηγεσία και να ανασυστήσει (στα μέτρα της) τον γαλλογερμανικό άξονα.
Η στάση αυτή του FDP ενθαρρύνεται και από το γεγονός ότι βρίσκεται σε έναν ιδιότυπο εκλογικό ανταγωνισμό με την ακροδεξιά «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), που έχει μιαν ανάλογη ατζέντα για την Ευρωζώνη και για την Ελλάδα, προσθέτοντας απλώς την ιδέα εξόδου της ίδιας της Γερμανίας από το ευρώ, αν και δεν είναι πια σαφές στη ρητορική του πόσο το εννοεί. Στο πλαίσιο αυτού του ανταγωνισμού το FDP υπερθεματίζει στην ιδέα «εκκαθάρισης» της Ευρωζώνης από τα βαρίδια της, με επιχειρήματα και γερές δόσεις λαϊκισμού που δύσκολα το διακρίνουν από το ακροδεξιό εθνικιστικό κόμμα. Παρ’ όλα αυτά, η σύγχυση αυτή μέχρι στιγμής είναι δημοσκοπικά αποδοτική.
Φεντεραλιστές και Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο
Το SPD στο πεδίο αυτό έχει σχεδόν υιοθετήσει στο σύνολό τους τις γαλλικές προτάσεις για τη μετεξέλιξη της Ευρωζώνης, τασσόμενο υπέρ της μεγαλύτερης δυνατής ομοσπονδιοποίησής της. Φυσικά, η ιδέα μιας αμοιβαιοποίησης του χρέους που υποστηρίχθηκε αρχικά από τον Μάρτιν Σουλτς, δεν είναι δημοφιλής στη Γερμανία και αποσιωπήθηκε στη συνέχεια. Ωστόσο, στην ίδια περίπου αντίληψη εμβάθυνσης και ολοκλήρωσης της Ευρωζώνης κινούνται και οι Πράσινοι και η Αριστερά (Die Linke), που θεωρητικά θα μπορούσαν είναι εταίροι σε έναν «κοκκινο-κοκκινο-πράσινο» συνασπισμό, ο οποίος όμως στις δημοσκοπήσεις δε συγκεντρώνει άνω του 39% και δεν δίνει κυβέρνηση. Όχι λόγω των επιδόσεων Πράσινων και Αριστεράς (είναι σταθεροί περί το 9% έκαστος), όσο λόγω βύθισης της επιρροής του SPD.
Έτσι, η διάταξη του γερμανικού κομματικού συστήματος στο θέμα της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης δεν φαίνεται να διευκολύνει συναινέσεις. Πρακτικά, απέναντι στο ασθενές μέτωπο των φεντεραλιστών (SPD, Πράσινοι, Die Linke) υπάρχει ένα ισχνό, αλλά θορυβώδες μέτωπο αντιφεντεραλιστών (FDP, AfD), ενώ ανάμεσά τους στέκεται η πρόταση Μέρκελ και Σόιμπλε, που έχει ακροθιγώς περιληφθεί στο προεκλογικό πρόγραμμα CDU/CSU για μετεξέλιξη του ESM σε «ανεξάρτητο» Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, με πλήρεις εξουσίες εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας στις χώρες της Ευρωζώνης. Σ’ αυτή τη βασική πρόταση η Μέρκελ θα προσπαθήσει να ενσωματώσει και κάποιες από τις γαλλικές ιδέες.
Συνταγή σκλήρυνσης
Με δεδομένο ότι απέναντι στην πρόταση αυτή οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν σιωπήσει, οι Πράσινοι και η Αριστερά μάλλον την απορρίπτουν, ενώ με σαφήνεια την απορρίπτουν οι Φιλελεύθεροι που ουσιαστικά τάσσονται υπέρ της σταδιακής κατάργησης του ESM, ο εκλογικός περίπατος της Άνγκελα Μέρκελ, μετεκλογικά μπορεί να εξελιχθεί σε ένα δύσκολο παζάρι με έναν εξαιρετικά δύστροπο πιθανό εταίρο. Αν μάλιστα το FDP πετύχει μια αξιοπρεπή εκλογική επίδοση, θα επικεντρώσει τους όρους του στο θέμα της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης, μια και στα άλλα πεδία συγκλίνει αρκετά στις θέσεις του CDU. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να οδηγήσει σε σκλήρυνση της γερμανικής στάσης απέναντι στις πιέσεις για δημοσιονομική χαλάρωση, αλλά και πολύ συγκεκριμένα στη στάση έναντι της Ελλάδας στις επόμενες αξιολογήσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση κάποιοι θα νοσταλγήσουν τον μειλίχιο και επαινετικό για τις ελληνικές «μεταρρυθμίσεις» Β. Σόιμπλε των τελευταίων μηνών.